Με την εμφάνιση του Ιουδαιο-χριστιανισμού και ιδίως από την στιγμή που ο…. άγιος (αμάν..)…. Αθανάσιος έγραψε το σύγγραμμα «κατά Ειδώλων», το όνομα των Ελλήνων καταχλευάζονταν από τον άμβωνα και στα εκκλησιαστικά συγγράμματα, έχοντας γίνει συνώνυμο του ειδωλολάτρη αιρετικού, και προστιθέμενο κάθε φορά προς δυσφήμιση και προς άλλα εθνικά ονόματα.
Κανείς από τους εκχριστιανισθέντες Έλληνες δεν τολμούσε να φέρει το καταδικασμένο όνομα, από φόβο μην επισύρει επάνω του αναθέματα της εκκλησίας. Συνέβη τότε να επανέλθουν σε κοινή χρήση παλιά και ξεχασμένα εθνικά ονόματα των Ελλήνων. Από τότε ονομάστηκαν Ελλαδικοί (με επίθετο που βρίσκει κανείς και στον Ξενοφώντα), οι κάτοικοι της κυρίως Ελλάδας. Μεγάλη, τότε, διάδοση εξέλαβε το παλαιότατο όνομα των Ελλήνων, Γραικός, πλεονεκτώντας των άλλων και με αυτό ονόμαζαν τους Έλληνες και οι Δυτικοί. Η οργάνωση του Βυζαντινού κράτους ως Ρωμαϊκού, η διατήρηση σε αυτό των διοικητικών μορφών του Ρωμαϊκού κράτους και η προσηγορία των Ρωμαίων, την οποία έφεραν οι υπήκοοι, συντέλεσαν στην διάδοση του ονόματος Ρωμαίοι (Ρωμιοί) στους Έλληνες, το οποίο ποτέ δεν επικράτησε ολοσχερώς. Από τις λίγες σωζόμενες μαρτυρίες συμπεραίνουμε, πως οι Έλληνες το γένος, υπήκοοι του Βυζαντινού κράτους, διατηρούσαν παράλληλα και το παλιό τους εθνικό όνομα. Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Λατίνους, το όνομα των Ρωμιών, μισητό γενόμενο, άρχισε να παραγκωνίζεται και να αναφέρεται συχνότερο και με πολύ αγάπη εκείνο των Ελλήνων, το οποίο αρχίζει να ανακτά την παλιά του αίγλη, έναντι κάθε βαρβαρικού. Όταν το έθνος υποδουλώθηκε στους Τούρκους, η Εκκλησία έκρινε ως πιο συμφέρον (σ.σ.: για εκείνη) το όνομα των Ρωμαίων. Ο κατακτητής αναγνώρισε τον Πατριάρχη ως πατριάρχη των Ρωμαίων (Ρούμ πατριγκί) και στην δικαιοδοσία του υπήγαγε όλους τους Ρωμαίους (Ρουμ μιλέτι), όλους δηλαδή τους ορθοδόξους Ιουδαιο-χριστιανούς, οι οποίοι νωρίτερα υπάγονταν στον αυτοκράτορα του Βυζαντίου (αυτοκράτορα των Ρωμαίων), στον οποίο συμπεριλαμβάνονταν και μη Έλληνες. Στα δημοτικά άσματα από τον ΙΣΤ΄ αιώνα και μετά, χρησιμοποιείται κατά προτίμηση ως εθνικό το όνομα Έλλην, το οποίο υιοθετήθηκε και από τους αγωνιστές της εθνικής ανεξαρτησίας από τα πρώτα της βήματα και επιβλήθηκε τέλος και επίσημα από την απελευθέρωση. (Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος ΙΑ΄, σ. 7). Κατά την επανάσταση του 1821 το έθνος αγωνίζεται για την ελευθερία των Ελλήνων και της Ελλάδος. Η συνέλευση της Επιδαύρου που συνέταξε το «Προσωρινὸν πολίτευμα τῆς Ἑλλάδος» εξέδωσε την 1η Ιανουαρίου 1822 διακήρυγμα, με το οποίο το «τὸ ἑλληνικόν ἔθνος, τὸ ὑπὸ τὴν φρικώδη ὀθωμανικὴν δυναστείαν… κηρύττει σήμερον διὰ τῶν νομίμων παραστατῶν του, εἰς ἐθνικὴν συντεταγμένων συνέλευσιν… τὴν πολιτικὴν αὐτοῦ ὕπαρξιν καὶ ἀνεξαρτησίαν». Έτσι το έθνος, με την έναρξη του μακριού απελευθερωτικού αγώνα, επέβαλε επίσημα εις το νέο κράτος το ελληνικό όνομα «Ἑλληνικὴ Ἐπικράτεια, Ἑλληνικὴ Πολιτεία, Βασίλειον τῆς Ἑλλάδος, Ἑλληνικὴ Δημοκρατία».
Ταξιάρχης Γ. Καράλης
Μελετητής Ιστορικών και Θρησκευτικών Θεμάτων
Ροή φωτός και αφύπνιση - Πνευματική εξέλιξη και συνειδητότητα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου