Εικόνα από: https://ellaniapili.blogspot.gr/2016/04/blog-post_211.html
Θάνατος και Ανάσταση στην αρχαία Ελλάδα
Την Άνοιξη στην Αρχαία Ελλάδα, γιόρταζαν τον θάνατο και την Ανάσταση.
Το μαρτυρούν όλα τα Αρχαιοελληνικά Μυστήρια που διδάσκουν τους ανθρώπους, πώς να μην φοβούνται τον θάνατο. Εκείνος ο οποίος έχει μυηθεί στα μυστήρια της ζωής και της φύσης, γνωρίζει πολύ καλά ότι θάνατος δεν υφίσταται.
Οι σημαντικότερες εορτές των Αρχαίων Ελλήνων ήταν στις ισημερίες και στα ηλιοστάσια (τροπή του ήλιου).
Οι πρώτοι Έλληνες παρατήρησαν ότι τον χειμώνα η γη δεν καρποφορεί. Ενώ όταν ερχόταν η Άνοιξη η φύση άλλαζε. Η γη άνθιζε και καρποφορούσε.�Έτσι θεσπίστηκαν οι πρώτες εορτές αφιερωμένες στην Μητέρα Γη. Εόρταζαν τόσο τον θάνατό της τον χειμώνα και την ανάστασή της την Άνοιξη. Αργότερα την Μητέρα Γη εκπροσώπησαν αρκετοί θεοί.��
Ο μύθος του Άδωνη
Στην Αθήνα λοιπόν εόρταζαν τον θάνατο και την ανάσταση του Άδωνη. Ο συμβολισμός των μυστηρίων είχε σχέση με την βλάστηση και την καρποφορία της Γης. Το έθιμο αυτό ήταν αρκετά μεταγενέστερο και «εισήχθη» στην Ελλάδα από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
Τι αναφέρει όμως ο μύθος του Άδωνη. Κάποτε η Αμαζόνα Σμύρνα καυχήθηκε ότι είναι ομορφότερη από την Αφροδίτη. Τότε η θεά την έκανε να ερωτευθεί τον πατέρα της. Ένα βράδυ η Σμύρνα μεθυσμένη ενώθηκε μαζί του. Την άλλη μέρα όταν ανακάλυψε τι είχε κάνει πήγε σε ένα δάσος να κρυφτεί. Η θεά την λυπήθηκε και την μεταμόρφωσε σε ένα δέντρο που ονομάστηκε «Μυρσίνη». Αργότερα από τον φλοιό αυτού του δέντρου γεννήθηκε ο Άδωνης.
Η Αφροδίτη έδωσε το βρέφος στην Περσεφόνη να το μεγαλώσει στο βασίλειο του Άδη. Ο Άδωνης έγινε ένας πανέμορφος άντρας. Τόσο η Περσεφόνη όσο και η Αφροδίτη τον ερωτεύτηκαν. Την διαμάχη αυτή ανέλαβε να λύσει ο Δίας. Αποφάσισε ότι ο Άδωνης το ένα τρίτο του χρόνου μπορεί να τον περνάει με την Περσεφόνη, το άλλο τρίτο του χρόνου με την Αφροδίτη, και το υπόλοιπο χρόνο όπου εκείνος ήθελε.
Η Αφροδίτη όμως χρησιμοποιώντας την μαγική της ζώνη επηρεάζει τον Άδωνη, ο οποίος τελικά αποφασίζει να περνά το ένα τρίτο (τέσσερις μήνες) στον κάτω κόσμο με την Περσεφόνη και τα υπόλοιπα δύο τρίτα (οκτώ μήνες) στον επάνω κόσμο με την Αφροδίτη.
Έτσι λοιπόν κάθε φορά που ο Άδωνης κατέβαινε στον κάτω κόσμο η φύση πάγωνε και τα λουλούδια μαραίνονταν, ενώ η Αφροδίτη έμενε στο παλάτι της αναμένοντας την άφιξή του. Η κάθοδος του Άδωνη συμβόλιζε τον χειμώνα.
Όταν ο Άδωνης ανέβαινε στον επάνω κόσμο τότε η φύση τον πρώτο καιρό άνθιζε και το επόμενο διάστημα καρποφορούσε. Τα χωράφια λουλούδιαζαν και τα δέντρα άνθιζαν. Η Αφροδίτη έφευγε από το θεϊκό της παλάτι στον Όλυμπο και απολάμβανε τον έρωτά της με τον Άδωνη στην φύση, στα βουνά και στα δάση.
Ο Άδωνης συνόδευε πάντα την Αφροδίτη. Όμως ο Άρης καραδοκούσε. Αιώνια ερωτευμένος με την Αφροδίτη θέλησε να βγάλει τον Άδωνη από την μέση, στέλνοντάς τον για πάντα στο σκοτεινό βασίλειο του κάτω κόσμο. Έτσι μία ημέρα που ο Άδωνης πήγε για κυνήγι, ο Άρης μεταμορφώθηκε σε αγριογούρουνο και τον σκότωσε.
Ο θρήνος της Αφροδίτης ακούστηκε παντού. Τα δάκρυά της αναμίχθηκαν με το αίμα του νεκρού Άδωνη και όπου έπεφταν φύτρωναν παπαρούνες ενώ όπου υπήρχαν άσπρα τριαντάφυλλα βάφτηκαν κατακόκκινα από το αίμα του.
Η Αφροδίτη κλαίει απαρηγόρητη επάνω από τον νεκρό Άδωνη και ο αρχαίος λυρικός ποιητής Βίωνας περιγράφει την τραγική αυτή ιστορία σαν τον «επιτάφιο του Άδωνη».
Η Αφροδίτη τριγυρνά με λυτά μαλλιά και ξυπόλητη ανάμεσα στα λαγκάδια και στα δάση και μαζί της στέναζαν η Ηχώ και οι Άνεμοι. Απαρηγόρητη η Αφροδίτη ζητά πάλι από την Περσεφόνη πίσω τον Άδωνη. Η Περσεφόνη συγκινημένη, αυτή την φορά, από τα δάκρυα της Αφροδίτης συμφωνεί να περνά έξι μήνες τον χρόνο ο Άδωνης μαζί της στον κάτω κόσμο και άλλους έξι μήνες να τους περνά με την Αφροδίτη. Έτσι επέρχεται η Ανάσταση του Άδωνη.�Σύμφωνα με αυτόν τον μύθο εόρταζαν στην Αθήνα, αλλά και σε μερικές άλλες πόλεις της Ελλάδας τα «Αδώνεια μυστήρια», δηλαδή τον θάνατο (επιτάφιο) και την ανάσταση του Άδωνη.
Η πρώτη ημέρα των μυστηρίων λεγόταν «αφανισμός» και ήταν ημέρα πένθους για τον θάνατο του θεού.�Στην Αθήνα οι γυναίκες θρηνούσαν μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα που ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των σπιτιών. Πάνω στα νεκροκρέβατα έβαζαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης. Γύρω τοποθετούσαν γλάστρες με φυτά και όταν αυτά αναπτύσσονταν τα τοποθετούσαν πάνω στις στέγες των σπιτιών.
Το ομοίωμα του Άδωνη το άλειφαν με μύρο, το έντυναν με λευκά ρούχα. Τέλος το τύλιγαν σε λευκό σεντόνι, το στεφάνωναν και το στόλιζαν με λουλούδια. Μετά ακολουθούσε ο θρήνος και τέλος το περιέφεραν ως επιτάφιο.
Οι γυναίκες με λυμένα τα μαλλιά τους, όπως η Αφροδίτη, και ξυπόλητες με θρήνους και οδυρμούς και με την συνοδεία αυλού, έκανα περιφορά (επιτάφιο) στους δρόμους της πόλης του ομοιώματος του Άδωνη. Η περιφορά γινόταν μόνο από γυναίκες.
Κατόπιν πήγαιναν σε πηγές ή ποτάμια και έριχναν το ομοίωμα του Άδωνη στα νερά παρακαλώντας να επιστρέψει ο θεός από τον κάτω κόσμο.�Η δεύτερη ημέρα ήταν ημέρα χαράς και εόρταζαν την ανάσταση του θεού και την άφιξή του στον επάνω κόσμο. Παρέθεταν πλούσια γεύματα συνοδευόμενα από χορούς και τραγούδια.
Για να συμβολίσουν την γιορτή της φύσης έσπερναν και καλλιεργούσαν σε γλάστρες και παρτέρια στάρι, κριθάρι, μαρούλι, μάραθο και διάφορα λουλούδια, τα οποία περιποιούντο επί οκτώ ημέρες αποκλειστικά γυναίκες. Ήταν οι λεγόμενοι Αδώνιοι κήποι. Κατόπιν έκαιγαν τους κήπους αυτούς ή τους πέταγαν στην θάλασσα σε κάποιες πόλεις, ενώ στην Αθήνα όπως προαναφέρθηκε τους τοποθετούσαν στις στέγες των σπιτιών.
Στα Αδώνεια έκαιγαν μύρα ως θυμίαμα και έψαλλαν άσματα, ενώ μερικές φορές γίνονταν και μυήσεις σχετικά με τον θάνατο και την ανάσταση. Οι μυήσεις αυτές βέβαια δεν είχαν την ίδια ισχύ που έχουν στα Ορφικά ή στα Ελευσίνια μυστήρια.
Θάνατος και Ανάσταση του Διονύσου
Στην Αρχαία Ελλάδα όμως εορταζόταν ο θάνατος και η Ανάσταση του Διονύσου με δύο διαφορετικούς τρόπους. Ο πρώτος δεν είναι ευρέως γνωστός αλλά υπήρχε.
Ο Διόνυσος σχετίζεται και αυτός με την φύση, την γονιμοποίηση και την καρποφορία της. Χάρισε στους ανθρώπους την καλλιέργεια του αμπελιού. Σύμφωνα με τον μύθο ο Διόνυσος κατέβηκε στον Άδη για να φέρει πίσω στην ζωή την μητέρα του Σεμέλη.
Η κάθοδό τους έγινε από μία λίμνη στην Αργολίδα που λεγόταν «Αλκυονία». Ο Αριστοφάνης στους βατράχους τον τοποθετεί να κατεβαίνει στον κάτω κόσμο από μία λίμνη των Αθηνών, που ονομαζόταν «Λίμναι».
Τότε οι άνθρωποι θρηνούσαν τον αναχώρηση του Διονύσου. Δηλαδή τον θάνατο του Διονύσου. Και ενώ η φύση ήταν ήδη ανθισμένη, τα άνθη μαραίνονταν. Αυτό συνέβαινε περίπου την εαρινή ισημερία, όπου ναι μεν η φύση ανθίζει αλλά σε λίγο τα άνθη μαραίνονται για να μετατραπούν σε καρπούς.�Τον θρήνο αυτόν συνόδευαν διάφορες επικλήσεις προς τον θεό, με συνοδεία σάλπιγγας, με τις οποίες τον παρακαλούσαν να επιστρέψει στον επάνω κόσμο.�Η «επιφάνεια», η επάνοδος, η Ανάσταση του Διονύσου εορταζόταν την θερινή τροπή του ήλιου (θερινό ηλιοστάσιο), όπου και τοποθετείται η γενέθλιος ημερομηνία του θεού.
Ένα χαρακτηριστικό του εορτασμού αυτού ήταν ότι ο Διόνυσος επέστρεφε στον επάνω κόσμο με ένα πλοίο. Τότε οι Αρχαίοι Έλληνες εόρταζαν την επάνοδο του θεού και συγχρόνως την καρποφορία της γης.
Ο δεύτερος εορτασμός του Διονύσου είναι εκείνος όπου κατασπαράζεται από τους Τιτάνες. Συγκεκριμένα στα Ορφικά μυστήρια κατά την εαρινή ισημερία ο Διόνυσος ο Ζαγρέας (τιτανική φύση) πεθαίνει με οδυνηρό θάνατο αφού κατασπαράζεται από τους Τιτάνες. Η θεά Αθηνά όμως σώζει την καρδιά του, την πηγαίνει στον Δία και εκείνος μεταμορφώνει τον Διόνυσο τον Άνθιο – Ελευθερέα – Λυσία, ο οποίος επιστρέφει στην γη για να διδάξει στους ανθρώπους πώς να απελευθερώσουν την ψυχή τους από τα δεσμά της ύλης.
Ο Διόνυσος σε διάφορες απεικονίσεις απεικονίζεται από τα αρχαία χρόνια με ένα φωτοστέφανο στο κεφάλι.
Τόσο στα Ορφικά όσο και στα Κορυβαντικά μυστήρια συμπλήρωναν τον εορτασμό με την ωμοφαγία και την οινοποσία, όπου έτσι μεταλάμβαναν το «σώμα και το αίμα» του θεού Διονύσου. Ο συμβολισμός του συγκεκριμένου εορτασμού ήταν η αναγέννηση του πνευματικού ανθρώπου.�Κατόπιν οι Ορφικοί την θερινή τροπή του ήλιου (θερινό ηλιοστάσιο) εόρταζαν την Ανάσταση του Διονύσου ως Διόνυσος ο Ελευθερέας.�Όμως τον θάνατο και την Ανάσταση στην Αρχαία Ελλάδα συμβόλιζαν και τα Ελευσίνια μυστήρια με την επάνοδο της Περσεφόνης από τον Άδη, την Άνοιξη.�Αλλά και οι Μύστες των Δελφών στο διάστημα από την εαρινή ισημερία έως το θερινό ηλιοστάσιο τελούσαν μυστήρια σχετικά με την επάνοδο του Απόλλωνα Φοίβου.
Στην Φωκίδα κατά την εποχή του Δευκαλίωνα μετά τον κατακλυσμό υπήρχε η πόλη Πανοπεύς. Οι Πανοπείς κατάγονται από τους Μινύες την φυλή των Αργοναυτών και ήταν μέτοικοι από τον Ορχομενό.
Η αρχαία πόλη Πανοπεύς έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην αρχαία Ελλάδα και στο γένος των Ελλήνων αλλά αυτό θα το αναφέρω σε μία άλλη ανάρτηση.
Όταν λοιπόν ήταν βασιλιάς ο Πανοπέας, τον οποίο ο Όμηρος τον αποκαλεί «καλλίχορον», τότε κάθε δύο χρόνια, την Άνοιξη, τελούσαν εορτές προς τιμή του Διονύσου. Από την Αττική και την Βοιωτία ερχόντουσαν οι Θυιάδες και μαζί με τους Βοιωτείς και τους Πανοπείς ανέβαιναν στο Κωρύκειο Άντρο του Παρνασσού. Εκεί τελούσαν την περιφορά του Λικνίτη, του νεκρού Διονύσου, και μετά εόρταζαν με μεγαλοπρέπεια την Ανάσταση του θεού.�Όπως διαπιστώνουμε λοιπόν όλα τα μεταγενέστερα έθιμα έχουν την ρίζα τους στην Αρχαία Ελλάδα.
Στην ουσία των πραγμάτων οι συμβολισμοί είναι οι ίδιοι με την μόνη διαφορά ότι στην Αρχαία Ελλάδα τίποτα δεν σου επιβαλλόταν βιαίως, ενώ τα μεταγενέστερα δόγματα επέβαλλαν με την βία αυτά που ήδη ήταν καταγεγραμμένα στο δικό μας dna.
Τόσο ήταν η βίαιη καταστολή και αποκοπή από τις αρχέτυπες ρίζες που το σοκ που υπέστησαν οι άνθρωποι τους έριξε ένα πέπλο μπροστά στα μάτια και δεν αναγνώριζαν ότι αυτά που τους επιβλήθηκαν με βία και φόβο ήταν ακριβώς τα ίδια με αυτά που ήδη γνώριζαν. Με μία ακόμα σημαντική διαφορά. Τα νέα δόγματα υποστήριξαν ότι εάν δεν τα έκανες έτσι όπως τα επέβαλλαν τότε θα πήγαινες στην κόλαση. Ενώ στην Αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε αυτός ο δογματισμός. Είχες την ελευθερία της επιλογής.
Την Άνοιξη στην Αρχαία Ελλάδα, γιόρταζαν τον θάνατο και την Ανάσταση.
Το μαρτυρούν όλα τα Αρχαιοελληνικά Μυστήρια που διδάσκουν τους ανθρώπους, πώς να μην φοβούνται τον θάνατο. Εκείνος ο οποίος έχει μυηθεί στα μυστήρια της ζωής και της φύσης, γνωρίζει πολύ καλά ότι θάνατος δεν υφίσταται.
Οι σημαντικότερες εορτές των Αρχαίων Ελλήνων ήταν στις ισημερίες και στα ηλιοστάσια (τροπή του ήλιου).
Οι πρώτοι Έλληνες παρατήρησαν ότι τον χειμώνα η γη δεν καρποφορεί. Ενώ όταν ερχόταν η Άνοιξη η φύση άλλαζε. Η γη άνθιζε και καρποφορούσε.�Έτσι θεσπίστηκαν οι πρώτες εορτές αφιερωμένες στην Μητέρα Γη. Εόρταζαν τόσο τον θάνατό της τον χειμώνα και την ανάστασή της την Άνοιξη. Αργότερα την Μητέρα Γη εκπροσώπησαν αρκετοί θεοί.��
Ο μύθος του Άδωνη
Στην Αθήνα λοιπόν εόρταζαν τον θάνατο και την ανάσταση του Άδωνη. Ο συμβολισμός των μυστηρίων είχε σχέση με την βλάστηση και την καρποφορία της Γης. Το έθιμο αυτό ήταν αρκετά μεταγενέστερο και «εισήχθη» στην Ελλάδα από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
Τι αναφέρει όμως ο μύθος του Άδωνη. Κάποτε η Αμαζόνα Σμύρνα καυχήθηκε ότι είναι ομορφότερη από την Αφροδίτη. Τότε η θεά την έκανε να ερωτευθεί τον πατέρα της. Ένα βράδυ η Σμύρνα μεθυσμένη ενώθηκε μαζί του. Την άλλη μέρα όταν ανακάλυψε τι είχε κάνει πήγε σε ένα δάσος να κρυφτεί. Η θεά την λυπήθηκε και την μεταμόρφωσε σε ένα δέντρο που ονομάστηκε «Μυρσίνη». Αργότερα από τον φλοιό αυτού του δέντρου γεννήθηκε ο Άδωνης.
Η Αφροδίτη έδωσε το βρέφος στην Περσεφόνη να το μεγαλώσει στο βασίλειο του Άδη. Ο Άδωνης έγινε ένας πανέμορφος άντρας. Τόσο η Περσεφόνη όσο και η Αφροδίτη τον ερωτεύτηκαν. Την διαμάχη αυτή ανέλαβε να λύσει ο Δίας. Αποφάσισε ότι ο Άδωνης το ένα τρίτο του χρόνου μπορεί να τον περνάει με την Περσεφόνη, το άλλο τρίτο του χρόνου με την Αφροδίτη, και το υπόλοιπο χρόνο όπου εκείνος ήθελε.
Η Αφροδίτη όμως χρησιμοποιώντας την μαγική της ζώνη επηρεάζει τον Άδωνη, ο οποίος τελικά αποφασίζει να περνά το ένα τρίτο (τέσσερις μήνες) στον κάτω κόσμο με την Περσεφόνη και τα υπόλοιπα δύο τρίτα (οκτώ μήνες) στον επάνω κόσμο με την Αφροδίτη.
Έτσι λοιπόν κάθε φορά που ο Άδωνης κατέβαινε στον κάτω κόσμο η φύση πάγωνε και τα λουλούδια μαραίνονταν, ενώ η Αφροδίτη έμενε στο παλάτι της αναμένοντας την άφιξή του. Η κάθοδος του Άδωνη συμβόλιζε τον χειμώνα.
Όταν ο Άδωνης ανέβαινε στον επάνω κόσμο τότε η φύση τον πρώτο καιρό άνθιζε και το επόμενο διάστημα καρποφορούσε. Τα χωράφια λουλούδιαζαν και τα δέντρα άνθιζαν. Η Αφροδίτη έφευγε από το θεϊκό της παλάτι στον Όλυμπο και απολάμβανε τον έρωτά της με τον Άδωνη στην φύση, στα βουνά και στα δάση.
Ο Άδωνης συνόδευε πάντα την Αφροδίτη. Όμως ο Άρης καραδοκούσε. Αιώνια ερωτευμένος με την Αφροδίτη θέλησε να βγάλει τον Άδωνη από την μέση, στέλνοντάς τον για πάντα στο σκοτεινό βασίλειο του κάτω κόσμο. Έτσι μία ημέρα που ο Άδωνης πήγε για κυνήγι, ο Άρης μεταμορφώθηκε σε αγριογούρουνο και τον σκότωσε.
Ο θρήνος της Αφροδίτης ακούστηκε παντού. Τα δάκρυά της αναμίχθηκαν με το αίμα του νεκρού Άδωνη και όπου έπεφταν φύτρωναν παπαρούνες ενώ όπου υπήρχαν άσπρα τριαντάφυλλα βάφτηκαν κατακόκκινα από το αίμα του.
Η Αφροδίτη κλαίει απαρηγόρητη επάνω από τον νεκρό Άδωνη και ο αρχαίος λυρικός ποιητής Βίωνας περιγράφει την τραγική αυτή ιστορία σαν τον «επιτάφιο του Άδωνη».
Η Αφροδίτη τριγυρνά με λυτά μαλλιά και ξυπόλητη ανάμεσα στα λαγκάδια και στα δάση και μαζί της στέναζαν η Ηχώ και οι Άνεμοι. Απαρηγόρητη η Αφροδίτη ζητά πάλι από την Περσεφόνη πίσω τον Άδωνη. Η Περσεφόνη συγκινημένη, αυτή την φορά, από τα δάκρυα της Αφροδίτης συμφωνεί να περνά έξι μήνες τον χρόνο ο Άδωνης μαζί της στον κάτω κόσμο και άλλους έξι μήνες να τους περνά με την Αφροδίτη. Έτσι επέρχεται η Ανάσταση του Άδωνη.�Σύμφωνα με αυτόν τον μύθο εόρταζαν στην Αθήνα, αλλά και σε μερικές άλλες πόλεις της Ελλάδας τα «Αδώνεια μυστήρια», δηλαδή τον θάνατο (επιτάφιο) και την ανάσταση του Άδωνη.
Η πρώτη ημέρα των μυστηρίων λεγόταν «αφανισμός» και ήταν ημέρα πένθους για τον θάνατο του θεού.�Στην Αθήνα οι γυναίκες θρηνούσαν μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα που ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των σπιτιών. Πάνω στα νεκροκρέβατα έβαζαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης. Γύρω τοποθετούσαν γλάστρες με φυτά και όταν αυτά αναπτύσσονταν τα τοποθετούσαν πάνω στις στέγες των σπιτιών.
Το ομοίωμα του Άδωνη το άλειφαν με μύρο, το έντυναν με λευκά ρούχα. Τέλος το τύλιγαν σε λευκό σεντόνι, το στεφάνωναν και το στόλιζαν με λουλούδια. Μετά ακολουθούσε ο θρήνος και τέλος το περιέφεραν ως επιτάφιο.
Οι γυναίκες με λυμένα τα μαλλιά τους, όπως η Αφροδίτη, και ξυπόλητες με θρήνους και οδυρμούς και με την συνοδεία αυλού, έκανα περιφορά (επιτάφιο) στους δρόμους της πόλης του ομοιώματος του Άδωνη. Η περιφορά γινόταν μόνο από γυναίκες.
Κατόπιν πήγαιναν σε πηγές ή ποτάμια και έριχναν το ομοίωμα του Άδωνη στα νερά παρακαλώντας να επιστρέψει ο θεός από τον κάτω κόσμο.�Η δεύτερη ημέρα ήταν ημέρα χαράς και εόρταζαν την ανάσταση του θεού και την άφιξή του στον επάνω κόσμο. Παρέθεταν πλούσια γεύματα συνοδευόμενα από χορούς και τραγούδια.
Για να συμβολίσουν την γιορτή της φύσης έσπερναν και καλλιεργούσαν σε γλάστρες και παρτέρια στάρι, κριθάρι, μαρούλι, μάραθο και διάφορα λουλούδια, τα οποία περιποιούντο επί οκτώ ημέρες αποκλειστικά γυναίκες. Ήταν οι λεγόμενοι Αδώνιοι κήποι. Κατόπιν έκαιγαν τους κήπους αυτούς ή τους πέταγαν στην θάλασσα σε κάποιες πόλεις, ενώ στην Αθήνα όπως προαναφέρθηκε τους τοποθετούσαν στις στέγες των σπιτιών.
Στα Αδώνεια έκαιγαν μύρα ως θυμίαμα και έψαλλαν άσματα, ενώ μερικές φορές γίνονταν και μυήσεις σχετικά με τον θάνατο και την ανάσταση. Οι μυήσεις αυτές βέβαια δεν είχαν την ίδια ισχύ που έχουν στα Ορφικά ή στα Ελευσίνια μυστήρια.
Θάνατος και Ανάσταση του Διονύσου
Στην Αρχαία Ελλάδα όμως εορταζόταν ο θάνατος και η Ανάσταση του Διονύσου με δύο διαφορετικούς τρόπους. Ο πρώτος δεν είναι ευρέως γνωστός αλλά υπήρχε.
Ο Διόνυσος σχετίζεται και αυτός με την φύση, την γονιμοποίηση και την καρποφορία της. Χάρισε στους ανθρώπους την καλλιέργεια του αμπελιού. Σύμφωνα με τον μύθο ο Διόνυσος κατέβηκε στον Άδη για να φέρει πίσω στην ζωή την μητέρα του Σεμέλη.
Η κάθοδό τους έγινε από μία λίμνη στην Αργολίδα που λεγόταν «Αλκυονία». Ο Αριστοφάνης στους βατράχους τον τοποθετεί να κατεβαίνει στον κάτω κόσμο από μία λίμνη των Αθηνών, που ονομαζόταν «Λίμναι».
Τότε οι άνθρωποι θρηνούσαν τον αναχώρηση του Διονύσου. Δηλαδή τον θάνατο του Διονύσου. Και ενώ η φύση ήταν ήδη ανθισμένη, τα άνθη μαραίνονταν. Αυτό συνέβαινε περίπου την εαρινή ισημερία, όπου ναι μεν η φύση ανθίζει αλλά σε λίγο τα άνθη μαραίνονται για να μετατραπούν σε καρπούς.�Τον θρήνο αυτόν συνόδευαν διάφορες επικλήσεις προς τον θεό, με συνοδεία σάλπιγγας, με τις οποίες τον παρακαλούσαν να επιστρέψει στον επάνω κόσμο.�Η «επιφάνεια», η επάνοδος, η Ανάσταση του Διονύσου εορταζόταν την θερινή τροπή του ήλιου (θερινό ηλιοστάσιο), όπου και τοποθετείται η γενέθλιος ημερομηνία του θεού.
Ένα χαρακτηριστικό του εορτασμού αυτού ήταν ότι ο Διόνυσος επέστρεφε στον επάνω κόσμο με ένα πλοίο. Τότε οι Αρχαίοι Έλληνες εόρταζαν την επάνοδο του θεού και συγχρόνως την καρποφορία της γης.
Ο δεύτερος εορτασμός του Διονύσου είναι εκείνος όπου κατασπαράζεται από τους Τιτάνες. Συγκεκριμένα στα Ορφικά μυστήρια κατά την εαρινή ισημερία ο Διόνυσος ο Ζαγρέας (τιτανική φύση) πεθαίνει με οδυνηρό θάνατο αφού κατασπαράζεται από τους Τιτάνες. Η θεά Αθηνά όμως σώζει την καρδιά του, την πηγαίνει στον Δία και εκείνος μεταμορφώνει τον Διόνυσο τον Άνθιο – Ελευθερέα – Λυσία, ο οποίος επιστρέφει στην γη για να διδάξει στους ανθρώπους πώς να απελευθερώσουν την ψυχή τους από τα δεσμά της ύλης.
Ο Διόνυσος σε διάφορες απεικονίσεις απεικονίζεται από τα αρχαία χρόνια με ένα φωτοστέφανο στο κεφάλι.
Τόσο στα Ορφικά όσο και στα Κορυβαντικά μυστήρια συμπλήρωναν τον εορτασμό με την ωμοφαγία και την οινοποσία, όπου έτσι μεταλάμβαναν το «σώμα και το αίμα» του θεού Διονύσου. Ο συμβολισμός του συγκεκριμένου εορτασμού ήταν η αναγέννηση του πνευματικού ανθρώπου.�Κατόπιν οι Ορφικοί την θερινή τροπή του ήλιου (θερινό ηλιοστάσιο) εόρταζαν την Ανάσταση του Διονύσου ως Διόνυσος ο Ελευθερέας.�Όμως τον θάνατο και την Ανάσταση στην Αρχαία Ελλάδα συμβόλιζαν και τα Ελευσίνια μυστήρια με την επάνοδο της Περσεφόνης από τον Άδη, την Άνοιξη.�Αλλά και οι Μύστες των Δελφών στο διάστημα από την εαρινή ισημερία έως το θερινό ηλιοστάσιο τελούσαν μυστήρια σχετικά με την επάνοδο του Απόλλωνα Φοίβου.
Στην Φωκίδα κατά την εποχή του Δευκαλίωνα μετά τον κατακλυσμό υπήρχε η πόλη Πανοπεύς. Οι Πανοπείς κατάγονται από τους Μινύες την φυλή των Αργοναυτών και ήταν μέτοικοι από τον Ορχομενό.
Η αρχαία πόλη Πανοπεύς έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην αρχαία Ελλάδα και στο γένος των Ελλήνων αλλά αυτό θα το αναφέρω σε μία άλλη ανάρτηση.
Όταν λοιπόν ήταν βασιλιάς ο Πανοπέας, τον οποίο ο Όμηρος τον αποκαλεί «καλλίχορον», τότε κάθε δύο χρόνια, την Άνοιξη, τελούσαν εορτές προς τιμή του Διονύσου. Από την Αττική και την Βοιωτία ερχόντουσαν οι Θυιάδες και μαζί με τους Βοιωτείς και τους Πανοπείς ανέβαιναν στο Κωρύκειο Άντρο του Παρνασσού. Εκεί τελούσαν την περιφορά του Λικνίτη, του νεκρού Διονύσου, και μετά εόρταζαν με μεγαλοπρέπεια την Ανάσταση του θεού.�Όπως διαπιστώνουμε λοιπόν όλα τα μεταγενέστερα έθιμα έχουν την ρίζα τους στην Αρχαία Ελλάδα.
Στην ουσία των πραγμάτων οι συμβολισμοί είναι οι ίδιοι με την μόνη διαφορά ότι στην Αρχαία Ελλάδα τίποτα δεν σου επιβαλλόταν βιαίως, ενώ τα μεταγενέστερα δόγματα επέβαλλαν με την βία αυτά που ήδη ήταν καταγεγραμμένα στο δικό μας dna.
Τόσο ήταν η βίαιη καταστολή και αποκοπή από τις αρχέτυπες ρίζες που το σοκ που υπέστησαν οι άνθρωποι τους έριξε ένα πέπλο μπροστά στα μάτια και δεν αναγνώριζαν ότι αυτά που τους επιβλήθηκαν με βία και φόβο ήταν ακριβώς τα ίδια με αυτά που ήδη γνώριζαν. Με μία ακόμα σημαντική διαφορά. Τα νέα δόγματα υποστήριξαν ότι εάν δεν τα έκανες έτσι όπως τα επέβαλλαν τότε θα πήγαινες στην κόλαση. Ενώ στην Αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε αυτός ο δογματισμός. Είχες την ελευθερία της επιλογής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου