Στα χρόνια εκείνα τα παλιά,στα χρόνια τ’αγιασμένα ,
που ζούσε ο κόσμος πιο απλά και πιο συμμαζεμένα,
που αλέτρια οργώνανε την γη, υφαίναν στο στημόνι,
που βόδια, αψέκαστα σπαρτά, πατούσανε στ’αλώνι..
Τότε που μια μπουκιά ψωμί,είχε μεγάλο κόπο,
μέχρι να μπει στα στόματα των τίμιων ανθρώπων..
Που στο τραπέζι κάθονταν,ολάκερη η φαμίλια,
με πίστη και με προσευχή, στα ταπεινά της χείλια...
Που πάλευαν ολημερίς,για να ξεκαθαρίσουν,
μονάχα τ’απαραίτητα,που θέλανε να ζήσουν..
Τότε που αράδιαζαν παιδιά,το ένα πίσω απ΄τ’ άλλο,
κι ανατρεφόταν το μικρό,πάντα απ’το πιο μεγάλο..
Που τα’βλεπες στις γειτονιές,να τρέχουν να γελούνε,
μια μπάλα αυτοσχέδια, όλα να κυνηγούνε..
Που τα σοκάκια γέμιζαν, με χίλιες μυρωδιές ,
από τα μαγειρέματα κι από τις λιχουδιές..
Κότες και γάτες στις αυλές,ν’αλληλοκυνηγούνται,
και παραμύθια μαγικά οι γιαγιές να διηγούνται..
Που η καθεμιά τον τραχανά,έβγαινε να απλώσει,
και το τυρί το κρέμαγε στην τάβλα να στεγνώσει...
Ολιγαρκής και ταπεινή,η πληθώρα των ανθρώπων,
μα πάντα ευεφευρετική, στην εύρεση των τρόπων,
μιας επιβίωσης σκληρής,μα τόσο τιμημένης,
τόσο καθάριας και αγνής και τόσο ευλογημένης..
Τότε βασίλευε η χαρά,στα ταπεινά τα σπίτια!!
Περίσσευαν και ψίχουλα για τα μικρά σπουργίτια..
Η αγάπη και ο σεβασμός μα κι η τιμή κανόνας!
Πως άλλαξε!!Στο τέλος του ο εικοστός αιώνας!!
Κοιτώ το σήμερα να δω,ομόνοια μια στάλα,
μα ο καθείς για πάρτη του, κρατάει την κουτάλα.
Κατήφεια,κατάθλιψη,κυνήγι θησαυρών,
άχρηστων κι επικίνδυνων,ληγμένων,μιαρών..
Ικανοποίηση καμμιά,όλο και κάτι λείπει,
απο’να κακορίζικο, υπερφορτωμένο σπίτι..
Κίβδηλα τα νομίσματα,τα προϊόντα σκάρτα,
τρέχα σύγχρονε άνθρωπε,τρέχα και όλα πάρτα..
μέχρι να μπει στα στόματα των τίμιων ανθρώπων..
Που στο τραπέζι κάθονταν,ολάκερη η φαμίλια,
με πίστη και με προσευχή, στα ταπεινά της χείλια...
Που πάλευαν ολημερίς,για να ξεκαθαρίσουν,
μονάχα τ’απαραίτητα,που θέλανε να ζήσουν..
Τότε που αράδιαζαν παιδιά,το ένα πίσω απ΄τ’ άλλο,
κι ανατρεφόταν το μικρό,πάντα απ’το πιο μεγάλο..
Που τα’βλεπες στις γειτονιές,να τρέχουν να γελούνε,
μια μπάλα αυτοσχέδια, όλα να κυνηγούνε..
Που τα σοκάκια γέμιζαν, με χίλιες μυρωδιές ,
από τα μαγειρέματα κι από τις λιχουδιές..
Κότες και γάτες στις αυλές,ν’αλληλοκυνηγούνται,
και παραμύθια μαγικά οι γιαγιές να διηγούνται..
Που η καθεμιά τον τραχανά,έβγαινε να απλώσει,
και το τυρί το κρέμαγε στην τάβλα να στεγνώσει...
Ολιγαρκής και ταπεινή,η πληθώρα των ανθρώπων,
μα πάντα ευεφευρετική, στην εύρεση των τρόπων,
μιας επιβίωσης σκληρής,μα τόσο τιμημένης,
τόσο καθάριας και αγνής και τόσο ευλογημένης..
Τότε βασίλευε η χαρά,στα ταπεινά τα σπίτια!!
Περίσσευαν και ψίχουλα για τα μικρά σπουργίτια..
Η αγάπη και ο σεβασμός μα κι η τιμή κανόνας!
Πως άλλαξε!!Στο τέλος του ο εικοστός αιώνας!!
Κοιτώ το σήμερα να δω,ομόνοια μια στάλα,
μα ο καθείς για πάρτη του, κρατάει την κουτάλα.
Κατήφεια,κατάθλιψη,κυνήγι θησαυρών,
άχρηστων κι επικίνδυνων,ληγμένων,μιαρών..
Ικανοποίηση καμμιά,όλο και κάτι λείπει,
απο’να κακορίζικο, υπερφορτωμένο σπίτι..
Κίβδηλα τα νομίσματα,τα προϊόντα σκάρτα,
τρέχα σύγχρονε άνθρωπε,τρέχα και όλα πάρτα..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου