Θεμελιώδης πεποίθηση του Πλωτίνου ήταν ότι ο άνθρωπος φέρει μέσα του το Θείο και αξίζει, εφόσον αποκτά επίγνωση αυτού, να προσπαθεί να το συμφιλιώνει με το θείο του σύμπαντος.
Το κλειστό περιβάλλον του χωριού μου πολύ χριστιανικό. Η μαμά κάθε μέρα
με έβαζε να λέω τις προσευχές μου, η γιαγιά με έπαιρνε στην εκκλησία,
το ενδιαφέρον όμως το δικό μου στρεφόταν στα βιβλία που διάβαζε ο
μπαμπάς. Άρχισα να μαθαίνω να διαβάζω, άνοιγα τα βιβλία, δεν καταλάβαινα
τίποτα, τα έκλεινα αλλά με τραβούσαν σαν να είχαν κάτι μαγικό.
Αριστοτέλης, Θουκυδίδης κλπ. έγραφαν με μεγάλα γράμματα αλλά δεν
καταλάβαινα τι είναι οι λέξεις αυτές ακόμα. Το περιβάλλον
που μεγάλωνα υπέροχο, μέσα στη φύση, η ψυχή μου όμως σκιρτούσε κάθε
φορά που πηγαίναμε στο Ηραίον. Δεν καταλάβαινα γιατί . Κάποτε ζωγράφισα
ένα δάσος με νεράιδες και έναν άντρα με ουρά και κέρατα. Ο πατέρας μου
είδε τη ζωγραφιά μου και ρώτησε πώς μου ήρθε να βάλω ουρά και κέρατα
στον άντρα. Να τη σβήσω; ρώτησα. Όχι μου είπε, και στρεφόμενος στη μαμά
"μάθε της όσα τροπάρια θέλεις, η μικρή δεν θα σε ακολουθήσει". Λίγο
πριν φύγει από τη ζωή ,μου έδειξε τη ζωγραφιά που είχε κρατήσει και
είπε: Μικρή ζωγράφισες τον Πάνα. Ακολούθα την ψυχή σου, τον δαίμονά σου,
γιατί το έχεις το χάρισμα. Δεν πολυκατάλαβα τι έλεγε, περισσότερο το
εξέλαβα ως παραλήρημα από τα ισχυρά φάρμακα. Ο μπαμπάς έφυγε
νωρίς, και άρχισα σιγά σιγά να καταλαβαίνω τα βιβλία του. Αναζητούσα το
Θείον.Δεν μπορούσα να το βρω στους υπέροχους από αισθητικής πλευράς
ύμνους και στις εικόνες των εκκλησιών. Η ψυχή μου ανέβαινε όταν ατένιζα
ψηλά , όταν περπατούσα μέσα στα δάση του νησιού, όταν κοίταζα νότια
προς το Ηραίον. Συνόδευα μέχρι το τέλος της τη μαμά στην εκκλησία κάθε
Κυριακή. Χρέος μου προς τον άνθρωπο που με αγαπούσε περισσότερο από
οποιονδήποτε άλλον στο κόσμο και που λόγω μικρής αναπηρίας και ηλικίας
δεν μπορούσε να μετακινηθεί μόνη. Αλλά ακολούθησα τον δαίμονά μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου