Αχι και να γιαγερνανε
τα παιδικά μου χρόνια!
Να βγω να πω τα κάλαντα
που'γραφα σε χαρτόνια!
Να πλεξω τα μαλλάκια μου
δεξα ζερβά κουρλακια,
να πάρω στα χεράκια μου
και τρία κουταλάκια.
Τα' χα αντι για τρίγωνα,
και τα καταχτυπουσα,
οταν με δυνατή φωνή
κάλαντα τραγουδούσα.
Ξυπόλητη,ανεκουκλωτη,
περπαταγα στσι δρομους,
μ' ενα βουργιαλι ξομπλιαστο
και περαστο στσι ωμους.
Οτι καλούδια μου διναν
τα πέταγα εκεί μέσα,
Κουλούρια,ντακους και τυρί,
κι ενιωθα πριγκιπεσσα.
Η μανα μου με γυρευγε,
σκασμενη,μανισμενη,
για δεν ανεμαζωνουμαι
στο σπίτι η προκομενη.
Το βραδυ πίσω γιαγερνα
σαν την βρεγμένη κάτα,
και τση λεγα παρτα μαμά
δικα σου ειναι!Νατα,
ολα ετούτα τα καλά
που δωκανε οι ανθρώποι!
Δε θελω μπλιο να σε θωρώ,
να δερνεσαι σαν τόπι!
Εχω και είκοσι δραχμές!
Κι αυτες δικες σου μανα!
Μου τσι δωκε ο καλογερος!
Χτύπησα την καμπάνα,
και σκουπισα την εκκλησιά!
Αυριο ειναι σκόλη!
Χριστουγεννα κι οι χωριανοί
εκεια θα πανε όλοι.
Μαζί κι εμεις!!Ελα μαμά,
μη με μαλώνεις πάλι.
Κι εκεινη ανοιγε για με
την τρυφερη τση αγκαλη.
Αχι και να ξαναβλεπα
μανα το πρόσωπό σου!
Να λάμπει μ' οσα σου'λεγα
και το χαμογελο σου....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου