Χέσε ψηλά κι αγνάντευε,Έλληνα κακομοίρη,
που μέχρι χθες παρίστανες τον τίμιο νοικοκύρη!
Θα βάλω γλύψιμο γερό, έχω μεγάλο μέσο,
έλεγες πάντα, φτάνει εγώ, το γάιδαρο να δέσω..
Σ’ έβλεπα κατακόκκινο να ουρλιάζεις μες στο πλήθος,
το όνομα πολιτευτή χωρίς ντροπή και ήθος.
Τότε που όλα τα πουλιά,τρώγονταν με τα ράμφη,
τότε που η κούφια σου ζωή κυλούσε δίχως άγχη.
Κατάφερες και τρύπωσες σε μία καίρια θέση,
μας δήλωνες ξεδιάντροπα και ότι δεν σ’ αρέσει..
Δίχως τα απαιτούμενα προσόντα!! Σαν τον βλάκα,
φερόσουν σε υφιστάμενο,τον έλεγες μαλάκα..
Ρεμούλες,κουτοπονηριές,απάτες και κομπίνες,
σκάρωνες και διαβαίνανε τα χρόνια και οι μήνες.
Σου ρίξανε δολώματα, τα ‘χαψες σαν το βόδι,
άραζες στην καρέκλα σου και δεν κουνούσες πόδι.
Και να τα εορτοδάνεια!Για διακοπές,για σκι,
στις πίστες της Αράχωβας σαν αδειανό σακι,
κατρακυλούσες στις πλαγιές μα ύφος δέκα αγάδων,
φορούσες και παρίστανες τον γόη των παράδων..
Κι ύστερα Μύκονος,Παξοί,Κρήτη και Σαντορίνη,
το καλοκαίρι ερχότανε που τη χαρά μας δίνει..
Μπουζούκια,γκόμενες πολλες,πανάκριβο αμάξι,
πως πίστευες ηλίθιε,πως όλα είναι εντάξει;
Αντε και άλλο δάνειο,για σπίτι και για σκάφος,
μέχρι που οι δόσεις γίνανε προσωπικός σου τάφος.
Γιατί γι' αυτά τα δάνεια,έπρεπε να πληρώνεις,
άλλο να παίρνεις μετρητά,κι άλλο να ξεχρεώνεις..
Κι ήρθαν οι δύσκολοι καιροί!!Αυτοί που σε στηρίζαν,
αυτοί που δίχως ηθική τα πάντα τα γκρεμίζαν,
ξεπούλησαν την χώρα σου!!Έχασες την δουλειά σου,
και γύρισαν ανάποδα για πάντα τα όνειρά σου..
Άφραγκος!! Κακορίζικος,λυσσάς μα ποιος σ’ ακούει;
Η πείνα κι η ανέχεια την θύρα σου σου κρούει..
Γιατι μυαλό που να το βρείς; Στό δρόμο τα παιδιά σου!
Χέσε ψηλά κι αγνάντευε τωρα την συμφορά σου..
το όνομα πολιτευτή χωρίς ντροπή και ήθος.
Τότε που όλα τα πουλιά,τρώγονταν με τα ράμφη,
τότε που η κούφια σου ζωή κυλούσε δίχως άγχη.
Κατάφερες και τρύπωσες σε μία καίρια θέση,
μας δήλωνες ξεδιάντροπα και ότι δεν σ’ αρέσει..
Δίχως τα απαιτούμενα προσόντα!! Σαν τον βλάκα,
φερόσουν σε υφιστάμενο,τον έλεγες μαλάκα..
Ρεμούλες,κουτοπονηριές,απάτες και κομπίνες,
σκάρωνες και διαβαίνανε τα χρόνια και οι μήνες.
Σου ρίξανε δολώματα, τα ‘χαψες σαν το βόδι,
άραζες στην καρέκλα σου και δεν κουνούσες πόδι.
Και να τα εορτοδάνεια!Για διακοπές,για σκι,
στις πίστες της Αράχωβας σαν αδειανό σακι,
κατρακυλούσες στις πλαγιές μα ύφος δέκα αγάδων,
φορούσες και παρίστανες τον γόη των παράδων..
Κι ύστερα Μύκονος,Παξοί,Κρήτη και Σαντορίνη,
το καλοκαίρι ερχότανε που τη χαρά μας δίνει..
Μπουζούκια,γκόμενες πολλες,πανάκριβο αμάξι,
πως πίστευες ηλίθιε,πως όλα είναι εντάξει;
Αντε και άλλο δάνειο,για σπίτι και για σκάφος,
μέχρι που οι δόσεις γίνανε προσωπικός σου τάφος.
Γιατί γι' αυτά τα δάνεια,έπρεπε να πληρώνεις,
άλλο να παίρνεις μετρητά,κι άλλο να ξεχρεώνεις..
Κι ήρθαν οι δύσκολοι καιροί!!Αυτοί που σε στηρίζαν,
αυτοί που δίχως ηθική τα πάντα τα γκρεμίζαν,
ξεπούλησαν την χώρα σου!!Έχασες την δουλειά σου,
και γύρισαν ανάποδα για πάντα τα όνειρά σου..
Άφραγκος!! Κακορίζικος,λυσσάς μα ποιος σ’ ακούει;
Η πείνα κι η ανέχεια την θύρα σου σου κρούει..
Γιατι μυαλό που να το βρείς; Στό δρόμο τα παιδιά σου!
Χέσε ψηλά κι αγνάντευε τωρα την συμφορά σου..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου