Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΟΥ ΚΑΛΑΝΤΑ - ΖΕΡΒΟΥ ΤΡΙΑΔΑ

 
Αχι και να γιαγερνανε
τα παιδικά μου χρόνια!
Να βγω να πω τα κάλαντα
που'γραφα σε χαρτόνια!
 
Να πλεξω τα μαλλάκια μου
δεξα ζερβά κουρλακια,
να πάρω στα χεράκια μου
και τρία κουταλάκια.
 
Τα' χα αντι για τρίγωνα,
και τα καταχτυπουσα,
οταν με δυνατή φωνή
κάλαντα τραγουδούσα.
 
Ξυπόλητη,ανεκουκλωτη,
περπαταγα στσι δρομους,
μ' ενα βουργιαλι ξομπλιαστο
και περαστο στσι ωμους.
 
Οτι καλούδια μου διναν
τα πέταγα εκεί μέσα,
Κουλούρια,ντακους και τυρί,
κι ενιωθα πριγκιπεσσα.
 
Η μανα μου με γυρευγε,
σκασμενη,μανισμενη,
για δεν ανεμαζωνουμαι
στο σπίτι η προκομενη.
 
Το βραδυ πίσω γιαγερνα
σαν την βρεγμένη κάτα,
και τση λεγα παρτα μαμά
δικα σου ειναι!Νατα,
 
ολα ετούτα τα καλά
που δωκανε οι ανθρώποι!
Δε θελω μπλιο να σε θωρώ,
να δερνεσαι σαν τόπι!
 
Εχω και είκοσι δραχμές!
Κι αυτες δικες σου μανα!
Μου τσι δωκε ο καλογερος!
Χτύπησα την καμπάνα,
 
και σκουπισα την εκκλησιά!
Αυριο ειναι σκόλη!
Χριστουγεννα κι οι χωριανοί
εκεια θα πανε όλοι. 
 
Μαζί κι εμεις!!Ελα μαμά,
μη με μαλώνεις πάλι.
Κι εκεινη ανοιγε για με
την τρυφερη τση αγκαλη. 
 
Αχι και να ξαναβλεπα
μανα το πρόσωπό σου!
Να λάμπει μ' οσα σου'λεγα
και το χαμογελο σου....

TO ΕΞΑΦΑΝΙΣΑΝ KI AYTO TO BINTEO ! - Η ΣΑΡΑ ΚΟΥΝΙΑΛ ΤΑ ΛΕΕΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΡΩΝΟΪΟ, ΤΑ ΕΜΒΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΠΙΛ ΓΚΕΪΤΣ

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2020

ΤΟ ΕΞΑΦΑΝΙΣΑΝ ΚΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ - Ο Κ.ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΕΞΗΓΕΙ ΓΙΑΤΙ ΤΕΛΙΚΑ ΔΕΝ ΝΟΙΑΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΖΩΕΣ!

Ο αρχαίος Έλληνας και η φύση


Πώς ο πρόγονος αντιμετώπιζε τη φύση…

(Μέρος 1°)

 

Του Αντώνιου Β. Καπετάνιου

«Ω Γη, Μητέρα των πάντων Εσέ τώρα ψάλλω
πανάρχαια δύναμη που πάνω στο χώμα θρέφεις αυτά που υπάρχουν
όσα πατούν στη στεριά σου ή ζουν στα ωραία νερά σου,
όλα όσα ζουν μες στα πλούτη σου ή πετούν ψηλά στους αιθέρες.
Από σε έχουν οι άνθρωποι ωραία παιδιά κι ολόμορφους θέρους
ω αυθέντρα κι εσύ το πανάκριβο μας χάρισες δώρο της ζήσης
κι εσύ πάλι το παίρνεις. Μα πανεύτυχος όποιος κοπιάζει
μες την τόση σου εύνοια!, τα πάντα του τότε πανάφθονα τάχει
κι όλη γι’ αυτόνε πανέμορφη γίνεσαι κι όλη από πλούτο βαραίνεις
στα λιβάδια πληθαίνουν οι αγέλες του και μόνος πλουταίνει
τον κόπο του χαίρεται και μέσα στις πόλεις
τις ολόστολες μ’ ωραίες γυναίκες
και πάντα όπου πάει μιαν απέραντη νοιώθει ευτυχία
λάμπουν τ’ αγόρια του ως άνθη απ’ ολόσφριγα χαρούμενα νιάτα
κι οι κόρες του ολόχαρες χορεύουν ολόστεφες άνθη
πηδώντας επάνω στη χλόη και στα θεία λουλούδια.
Τα πάντα χαρίζεις σ’ όποιον σ’ εργάζεται ανοιχτόχερη Θεά μου,
χαίρε Μητέρα των Θεών, του πάναστρου ουρανού μας Γυναίκα!
Σ’ εύνοια πάντοτε νάσαι, κι αν με αμείψεις γι’ αυτό το τραγούδι
καλότυχες δος μου ημέρες τη δόξα σου στη Μνήμη να ψάλλω!»

(«Ύμνος στη Γη», από τους «Ομηρικούς Ύμνους», απόδοση: Λεωνίδας Πολυδεύκης).

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν διαμορφώσει μια βασική φιλοσοφία για τη φύση διερευνώντας την αρχή του κόσμου. Μια φιλοσοφία που αποτέλεσε το θεμέλιο λίθο στον οποίο στηρίχτηκαν οι μετέπειτα φιλοσοφικές κι επιστημονικές αναζητήσεις και θεωρήσεις για τον κόσμο –και τούτο συνιστά τη μεγάλη προσφορά στη γνώση και την επιστήμη από αυτούς, παρά το γεγονός ότι η καταφυγή στο ακατάληπτο αποτελούσε σε πολλές περιπτώσεις λύση στο αδιέξοδο των εξηγήσεων.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι στους αρχαίους χρόνους στην Ελλάδα ο φιλόσοφος ήταν κι επιστήμονας, καταλαβαίνουμε τη βαθιά και ουσιαστική εμπλοκή του στη διερεύνηση του φυσικού φαινομένου, δεδομένου ότι η εξήγησή του διαπερνούσε μέσα από θεωρήσεις φιλοσοφικού χαρακτήρα, που έδιναν στην ερμηνεία μιαν υψηλή διερευνητική αίσθηση. Δεν είναι περίεργο που η μεταφυσική είχε θέση στην εξήγηση του φαινομένου, δεδομένου του γεγονότος ότι η φυσική επιστήμη μόλις τότε διαμορφωνόταν, αποτελώντας τρόπο και πηγή εξήγησης του ανεξήγητου. Και τούτο εκπήγαζε από την ανάγκη του ανθρώπου να εξηγήσει τον κόσμο ως διατεταγμένο σύνολο, ως μια ολότητα με αρχή τάξης σαν αυτή που χαρακτήριζε τον κοινωνικό κόσμο. Για την εξήγηση της φύσης δηλαδή, οι άνθρωποι κατέφευγαν στο μύθο και τη μεταφυσική. Η λογική έτσι, συμπληρωνόταν στα κενά της από τη μεταφυσική, για να υποστηριχτεί η εξήγηση του κόσμου, η οποία μεταφυσική είχε τις πηγές της στο θεϊκό στοιχείο. Η προσφυγή στο θείο, αποτελούσε μια «λογική» πρακτική για τον φιλόσοφο ώστε να υποστηρίξει τη θεώρησή του για το «φύσιν λειτουργείν».

Δημιουργήθηκε λοιπόν από τους αρχαίους Έλληνες η «θρησκεία» της φύσης, καθώς ψάχνοντας να βρουν την αρχή του κόσμου κατέληξαν στην ανώτερη, τη θεϊκή δύναμη που τον κόσμο δημιούργησε και σύμφωνα με αυτήν άρχεται. Με τον τρόπο αυτό ταύτισαν τη Θεογονία με την Κοσμογονία. Εξάλλου τότε, κάθε εξήγηση είχε αναφορά στο θείο, είχε θεϊκή εντολή, με καταφυγή σε προσωποποιημένες δυνάμεις της φύσης, όπως και σ’ έννοιες ηθικής τάξης (ας αναλογιστούμε ότι πριν την αθηναϊκή δημοκρατία και τη δημιουργία των νόμων, όλη η λειτουργία της κοινωνίας είχε προσανατολισμό από το θείο κι ενεργούσε βάσει θείας εντολής). Για το λόγο τούτο βλέπουμε τον αρχαίο Έλληνα να δίδει πρωταρχική σημασία στα θέσφατα και την αρχαία ελληνική κοινωνία να έχει ηθικό κατά πρώτον δεσμό, ο οποίος αποτελεί τη ζωτική αρχή του λαού. Αντιλαμβανόμενος ο λαός τη σημασία της ζωτικής τούτης αρχής προσέδιδε θρησκευτικό σεβασμό στην ύπαρξη και διατήρησή της, περιβαλλόμενη η καταπάτησή της με τη θεία τιμωρία. Η φύση είχε βασικό ρόλο στην ηθική του λαού, καθώς συνιστώνταν από θείες δυνάμεις οι οποίες συνέθεταν το γίγνεσθαι της κοινωνίας και συγκροτούσαν το Είναι του ανθρώπου.

 

Η Άρτεμις ήταν η θεά της φύσης στην Αρχαία Ελλάδα. Αφιερώνοντας οι αρχαίοι Έλληνες σε μια θεά τη φύση, την ανήγαγαν ως προς τη σημασία της, συμβολοποιώντας την δε ως στοιχείο ιερό της ζωής. (πίνακας «Άρτεμις και Ακταίων», Jean-Baptiste Camille Corot, 1836).

Ο κάθε αρχαίος θεός συνδέονταν με κάποιο φυσικό στοιχείο (ο Δίας με τον κεραυνό και τα σύννεφα, η Ήρα με τη γη, ο Απόλλωνας με τον Ήλιο, ο Ποσειδώνας με τη θάλασσα κ.ο.κ.), έχοντας ανθρώπινη μορφή, αλλά ανώτερη υπόσταση. Η δε φύση ως δημιουργία ήταν αφιερωμένη στη θεά Άρτεμη. Αποτελούσαν οι θεοί το πνεύμα, την ανώτερη δύναμη, που καθόριζε (και ήλεγχε) το φύσει πράττειν του ανθρώπου. Παράλληλα, με την εξανθρώπιση των θεών, το Είναι αναβιβάζονταν, καθώς το θείο στοιχείο αποκαθαιρούσε την ψυχή και το πνεύμα, και τα οδηγούσε στη σύλληψη του υψηλού, του αγαθού και του ωραίου.

Η σχέση του ανθρώπου με τη φύση ήταν σχέση υψηλής σύλληψης που ανάγονταν στην πρόσληψη του θείου στοιχείου στη ζωή, τ’ οποίο δηλωνόταν μέσα από τη φύση. Η μοίρα του ανθρώπου, το πεπρωμένο του, συνίστατο στο να λειτουργεί βάσει του κανόνα να μην προσβάλλει το φυσικό στοιχείο που αποτελεί θεϊκό σύμβολο –άλλως έχει την «τιμωρία» του θεού. Παραπέρα ο άνθρωπος έδωσε μεταφυσική διάσταση στη θεώρηση της φύσης, καλύπτοντας με μυστήρια τη σχέση του με αυτήν, δηλαδή με προλήψεις για τη φύση, φτιάχνοντας μύθους, ανάγοντάς την έτσι ως κάτι το ανώτερο που μυστικοί κανόνες, κώδικες ανερμήνευτοι κι ανυπέρβλητες δυνάμεις τη συγκροτούν. Αλλιώς θα λέγαμε, μεθερμηνεύοντας τις καταστάσεις, ότι μια τέτοια στάση ικανοποιούσε το μύθο για τους θεούς, στους οποίους αποδόθηκαν μέρη της φύσης και συγκρούονταν μεταξύ τους ή ανταγωνίζονταν, προκειμένου να τα υπερασπιστούν ή να δηλώσουν τη δύναμή τους δι’ αυτών.

Είχε ο αρχαίος Έλληνας προσδώσει στη φύση θέση πρωτεύουσας αρχής, την είχε αναγάγει στο υπέρ του κόσμου του, που ως τέτοιο έχει την προστασία και την εποπτεία των θεών. Η φύση αντιμετωπιζόταν ως ενιαίο όλον, οπού το μέρος συγκροτούσε το φυσικό οικοδόμημα. Αντιμετωπιζόταν ως το υπέρ και δέον, που έχει την εύνοια και προστασία των θεών, και διέπεται από κανόνες σεβαστούς, που αν τους παραβείς αντιμετωπίζεις τη μήνι τους. Ήταν, μετά τούτων, ασέβεια στους θεούς να καταστρέφεις ή να υποβαθμίζεις τη φύση, ήταν «ύβρις», και μια τέτοια ενέργεια προκαλούσε τη «θεία δίκη», την ποινή από τους θεούς, την τιμωρία.

Φρόντισε όμως ο αρχαίος πρόγονος να «περιορίσει» τη θεϊκή εξουσία στη φύση, στους αφιερωμένους τόπους στους θεούς, στα ιερά άλση, στα δένδρα, στα ιερά, στα μαντεία, κ.ά., για να μπορεί να δραστηριοποιηθεί στην υπόλοιπη φύση ικανοποιώντας τις βιοτικές ανάγκες του˙ να μπορεί δηλαδή να επεμβαίνει σε αυτήν χωρίς το φόβο της τιμωρίας. Και δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι η δραστηριοποίησή του αυτή είχε το στοιχείο της κατάχρησης, κρίνοντας βεβαίως από τις καταστροφές που προξένησε και γενικότερα από την υποβάθμιση που υπήρξε σε φυσικά στοιχεία και μέρη της Ελλάδας.

 

Τα ιερά άλση των αρχαίων Ελλήνων δημιουργήθηκαν για να πλαισιώσουν αισθητικά τους ιερούς χώρους και να ενισχύσουν το στοιχείο της ιερότητάς τους μέσα από τη μεταφυσική αντίληψη που υπήρχε για τη φύση, δίδοντας τοπία υψηλής αισθητικής. Αναπαράσταση του Ασκληπιείου της Κω, από τον K. Keneryi το 1964. (πηγή: Keneryi Κ., «Der Goltliche Arzt», Berlin 1964).

Γενικώς, κείνο τ’ οποίο διαπιστώνουμε διερευνώντας την ιστορία του ανθρώπου είναι ότι το πέρασμά του από την Προϊστορία στην Ιστορία σηματοδοτεί την κυριαρχία του στη φύση. Τέτοια, δε, ήταν η αίσθηση αυτής της κυριαρχίας που το βάρος της αποδόθηκε με το μύθο του Ερυσίχθονα. Ιδού τι λέγει.

Ο Ερυσίχθονας ο Θεσσαλός, μυθικός γιος του Μυρμιδόνα ή του Τρίοπα και εγγονός του θεού Ποσειδώνα, πήρε μια μέρα μαζί του 20 δούλους του και πήγε στο άλσος που είχαν αφιερώσει οι Πελασγοί στη θεά Δήμητρα και τους διέταξε να κόψουν τα ιερά δέντρα για να μπορέσει να χτίσει παλάτι, στο οποίο θα γλεντούσε με τους φίλους του. Ανάμεσα στ’ άλλα δένδρα βρισκόταν και μία πανύψηλη λεύκα, που ήταν το αγαπημένο δέντρο της Δήμητρας (κατά μιαν άλλη εκδοχή το δένδρο τούτο ήταν η ιερή βελανιδιά του τεμένους της θεάς Δήμητρας). Γύρω από το δένδρο τότε συγκεντρώθηκαν οι Δρυάδες Νύμφες που έψελναν τα όμορφα τραγούδια τους και χόρευαν τους μαγικούς χορούς τους, προκειμένου να εξευμενίσουν τον ασεβή. Όμως αυτός δε σταμάτησε το καταστρεπτικό του έργο. Τότε, με την πρώτη τσεκουριά που έδωσε στο δένδρο, παρουσιάσθηκε ενώπιόν του η ιέρεια της Δήμητρας Νικίππη, που δεν ήταν παρά η ίδια η θεά μεταμορφωμένη. Η ιέρεια προσπάθησε να σταματήσει το κόψιμο του δένδρου, αλλά ο Ερυσίχθονας την απείλησε με την αξίνα του. Η θεά τότε πέταξε τη μεταμφίεση της ιέρειας κι εμφανίσθηκε με όλη της τη θεϊκή μεγαλοπρέπεια.

Από τη στιγμή εκείνη ο Ερυσίχθων άρχισε να τρώει ότι έβρισκε μπροστά του, καθότι η θεά τον τιμώρησε με ακόρεστη πείνα. Αφού έφαγε ότι φαγώσιμο βρισκόταν στο σπίτι του και όλα του τα ζώα, άρχισε να γυρίζει στους δρόμους και να αρπάζει τις προσφορές από τους βωμούς. Μάλιστα, έφτασε στο σημείο να πουλήσει την κόρη του Μήστρα για να βρει τροφή. Αλλά η Μήστρα, που ήταν μάγισσα, επέστρεψε στο σπίτι της και παρακάλεσε τον Ποσειδώνα να λυτρώσει τον πατέρα της. Ο θεός, μη μπορώντας να βοηθήσει τον Ερυσίχθονα, έδωσε στη Μήστρα την ικανότητα να μεταμορφώνεται σε διάφορα ζώα και να ξεφεύγει από τον πατέρα της. Μία εκδοχή αναφέρει ότι η Μήστρα, από δική της πρωτοβουλία, εκμεταλλεύθηκε το χάρισμα της μεταμορφώσεως για να πουλιέται ως δούλα συνεχώς και να βοηθά έτσι τον πατέρα της. Στο τέλος, ο Ερυσίχθονας, μην έχοντας να φάει τίποτα πια, άρχισε να τρώει τις σάρκες του, μέχρι που πέθανε. Διερωτώμαστε, σκωπτικά βεβαίως: Μην και αυτή νάναι η μοίρα του ανθρώπου σήμερα, ο οποίος, προκειμένου να ικανοποιήσει την ακόρεστη πείνα του για υλικά αγαθά, καταλήγει ν’ αυτοχειριάζεται καταστρέφοντας τον πλανήτη;

Η «ύπερθεν» προστασία της φύσης προκύπτει και από το μύθο της προστασίας της από τις κατώτερες θεές, από τις Νύμφες. Αυτές προστάτευαν τα φυσικά στοιχεία, έχοντας συγκεκριμένη αποστολή: οι δρυάδες προστάτευαν τα δάση (ήταν οι νύμφες των δρυών, από τις οποίες ήταν κατάφυτη η Ελλάδα στ’ αρχαία χρόνια), οι Μελιάδες προστάτευαν ειδικά τις μελιές, που ήταν σημαντικές διότι από το ξύλο τους έφτιαχναν τα δόρατα (από τις Μελιάδες θεωρείτο ότι κατάγονταν το πολεμοχαρές «χαλκούν γένος»), οι Ορειάδες ή Ορεστιάδες προστάτευαν τα όρη και τους λόφους, οι Ναϊάδες ή Υδριάδες προστάτευαν τους ποταμούς και γενικά τα γλυκά νερά, οι Νηρηίδες προστάτευαν τις θάλασσες. Ενώ υπήρχαν και οι Αμαδρυάδες, οι οποίες αποτελούσαν μια γενική κατηγορία νυμφών, που ήταν η ψυχή των δένδρων και στην απώλειά τους αντιδρούσαν κι εκδικούνταν τον ασεβή θνητό που τα υλοτόμησε ή τέλος πάντων συνετέλεσε ή οδήγησε στην απώλειά τους!

(

Aπό το βιβλίο: «ΦΥΣΙΣ ΕΡΓΟΝ. νοώντας για τη φύση…», ιδιωτική έκδοση, Αθήνα 2017). Πηγή

https://ellas2.wordpress.com/2017/09/23/%CE%BF-%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B1%CE%AF%CE%BF%CF%82-%CE%AD%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B1%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CF%86%CF%8D%CF%83%CE%B7/ 

 

~Οι Πελασγοί~


 
Οι Πελασγοί ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που περπάτησαν όρθιοι στον πλανήτη και αποτελούν προπάτορες των Ελλήνων, των Θρακών και συνεπώς ολόκληρης της λευκής φυλής. 
Εξελίχθηκαν ως άνθρωποι κατά πολύ παλιότερα από την μαύρη φυλή της Αφρικής και την κίτρινη φυλή της Ασίας.
Στον Ελλαδικό χώρο, στην χερσόνησο του Αίμου, εξημερώθηκε ο Σίτος ( Ζέα ) και το Άργος ήταν η πρώτη αγροτική πόλη του κόσμου. Οι Πελασγοί εξημέρωσαν πρώτοι και τις θάλασσες, ήταν οι πρώτοι ναύτες και ταξίδεψαν σε Ανατολή και Δύση, πάντα εντός των ορίων της Εύκρατης Ζώνης. 
Μετά το λιώσιμο των πάγων και τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνος, η Αιγηίδα ( σημερινό Αιγαίο Πέλαγος) και η Ατλαντίδα ( σημερινή Νότια Ισπανία-Βόρειο Μαρόκο) καταποντίστηκαν, και έτσι οι Άτλαντες μετανάστευσαν δια μέσου της ξηράς προς τα Ανατολικά, διέσχισαν την Αφρική και εγκαταστάθηκαν στην Φοινίκη, όπου βρήκαν τους ήδη πολιτισμένους Πελασγούς και απέκτησαν τεχνογνωσία ναυσιπλοΐας.
Οι Θράκες στα Βόρεια εξαπλώθηκαν προς ολόκληρη την Ευρασία και αναμείχθηκαν με τα φύλλα των Νομάδων-Κυνηγών-Τροφοσυλλεκτών, οι οποίοι σήμερα αναφέρονται ως "Ινδοευρωπαίοι". 
Δεν στέκει επιστημονικά η θεωρία ότι ξεκίνησε από τους νομάδες των στεπών ο πολιτισμός, γιατι πολυ απλά γεωλογικώς ήταν αδύνατον να καλλιεργήσουν σιτηρά στα άγονα εδάφη τους, όπου αυτές οι περιοχές της Ευρασίας, της Κίνας και πέριξ των Ιμαλλαιων, έγιναν εύφορες μετα το 4.000 π.χ. 
Φυσικά και ζούσαν εκεί αρκετές φυλές, αλλά δεν είχαν πολιτισμό, ούτε γλώσσα ανθρώπινη, οι Θράκες τους έμαθαν την Πελασγική Γλώσσα και τους έφεραν τον "άργειο" ( ήταν άγριοι ) αγροτικό πολιτισμό. Εκείνη την εποχή, άγριος σήμαινε ο αγρότης, ενώ βάρβαρος ήταν ο απολίτιστος αυτός που δεν ήξερε να μιλάει αλλά και ούτε να καλλιεργεί.

 

Δημητριάδα Τρωιάννου

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2020

ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΙΝΩΙΚΗ ΔΕΝΤΡΟΛΑΤΡΙΑ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΆΤΙΚΟ ΔΕΝΤΡΟ

 
 
Επί βασιλείας του Μίνωα δημιουργήθηκε στο Αιγαίο ένας πολιτισμός που ακόμη και σήμερα δεν μπορούμε να συλλάβουμε την μεγαλοσύνη του.
Πάνω από 6000 χρόνια οι δικοί μας πρόγονοι κατοικούσαν τον όμορφο αυτό τόπο, που ΚΡΗΤΗ ονομάστηκε, από το όνομα μιας Νύμφης των Εσπερίδων λένε.
Άνθρωποι των σπηλαίων μάς αφήνουν χαραγμένα στην πέτρα μηνύματα της καθημερινής τους ζωής.
. Το πρώτο ζώο που λατρεύτηκε ήταν ο Ταύρος. Σύμβολο τοτέμ της δύναμης και της γονιμότητος. Δύσκολο θέμα και ακανθώδες είναι θρησκεία των Κρητών κατά την Μινωική εποχή. Σίγουρα πέρασαν πολλά στάδια μέχρι να φτάσουν στην τελική της μορφή. Κι αυτά δεν τα βρήκαμε κάπου γραμμένα. Από αναπαραστάσεις, ζωγραφιές, σφραγιδόλιθους, ειδώλια προσπαθούμε να μαντέψουμε και να κατανοήσουμε την θρησκεία τους και τον τρόπο έκφρασή της.
Οι πρώτοι οικισμοί, η εξημέρωση ζώων, η καλλιέργεια της γης, τούς εμφανίζει την ανάγκη να λατρέψουν, να ικετεύσουν, να δοξάσουν τον υπεύθυνο της ύπαρξης και της ζωής τους. Έψαξαν και βρήκαν τους θεούς τους, όχι στον ουρανό αλλά εδώ στην γη.
Σε μικρά πήλινα ειδώλια εκτός των γυναικείων ή αντρικών μορφών( Υάκινθος) ποζάρει αξιοπρεπής η πρώτη θεότητα «η Μεγάλη Μητέρα». Παχύσαρκη με μεγάλα στήθη εγγυάται ότι θα τους θρέφει αιωνίως. Η θρησκεία αρχίζει με τον καιρό να παίζει σημαντικό ρόλο στην κοινωνία τους αν και δεν άφησαν μνημειώδη θρησκευτικά έργα, ούτε ναούς, ούτε κι αγάλματα. Πάνω σε ιερά κορυφής ή κάτω από τα δέντρα πρόσφεραν αναίμακτες θυσίες. . Από τα προϊστορικά ακόμη χρόνια μέχρι σήμερα το δέντρο βρέθηκε στο επίκεντρο της θρησκευτικής λατρείας, πολύ πριν την δημιουργία των πρώτων ναών.
Η μεγάλη θεότητα στην Κρήτη είναι η ίδια η φύση, η μεγάλη Μητέρα. Η οποία απεικονίζεται άλλοτε σε κορυφή βουνών ως «Ποτνεία των Θηρών»ή ως «Ορεία Μήτηρ» άλλοτε εικονίζεται να κρατάει στα χέρια ή να έχει τυλιγμένο στο κορμί της ένα φίδι ως « Θεά των Όφεων» ή συνδέεται με το ιερό δέντρο, το δέντρο της ζωής, των πουλιών και των λουλουδιών. Αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν πώς στην Μινωική Κρήτη η λατρεία της Μεγάλης θεάς συνδυάστηκε με την δεντρολατρεία. Αυτό μας πληροφορεί η παράσταση μιας σαρκοφάγου που βρέθηκε στην Αγία Τριάδα στην Μεσσαρά της Κρήτης κι όχι μόνο. Μετά απ’ αυτά δε θα παραξενευτούμε όταν μάθουμε ότι σε ένα Μινωικό χάραγμα με σκηνή δεντρολατρείας (το σημερινό χριστουγεννιάτικο δέντρο, παρουσιάζεται ομοίωμα της παράστασης της σπηλαιϊκής γέννησης «Θείου βρέφους».
Σ’ αυτά τα ιερά δέντρα οι Μινωίτες και όχι μόνο, κρεμούσαν ομοιώματα, όπως κούκλες και περιστέρια, που συμβολίζανε την «επιφάνεια» την εμφάνιση δηλαδή στους ανθρώπους του θείου βρέφους που γεννήθηκε σε κάποιο σπήλαιο.( μονογενείς υιοί Δίας – Απόλλων -Διόνυσος). Προϋπήρχε λοιπόν το χριστουγεννιάτικο δέντρο πριν την γέννηση στην Βηθλεέμ, όπως προϋπήρχε και το σπήλαιο εντός του οποίου γεννήθηκε η «Άμπελος η Αληθινή».
Οι παραστάσεις των ιερών δέντρων μας παρέχουν πληροφορίες και για την άσκηση της πανάρχαιας λατρείας του ιερού τούτου δέντρου. Σκηνή δεντρολατρείας( χρυσό δακτυλίδι, σφραγίδα) παριστάνει την θεά καθιστή στην ρίζα ενός δέντρου κι απέναντι της οι λατρεύτριες κρατώντας και κουνώντας ρυθμικά κλαδιά ελιάς αλλά κι άλλων δέντρων χόρευαν εκστατικούς χορούς και τελούσαν ιεροπραξίες με σκοπό να προκαλέσουν επιφάνειες θεών, που αφορούσαν αυτό το ίδιο το δέντρο στο οποίο υποκρύπτεται η υπέρτατη θεότητα που στην προκειμένη περίπτωση είναι η «Μεγάλη Μητέρα». H λατρεία κορυφώνεται σ' ένα βίαιο εκστατικό χορό κατά τον οποίον τινάζουν το δέντρο ή σπάζουν ένα κλαρί. Tο ότι έχουμε να κάνουμε με γνήσια δεντρολατρεία, είναι καταφανές Διακριτικά των "Iερών Δέντρων "είναι ένα μεγάλο επιβλητικό δέντρο, σχεδόν πάντοτε περιφραγμένο με περίβολο και συνεπώς απομονωμένο "ιερό". Λατρεία όμως των ιερών δέντρων έχουμε και στην Ελλάδα που το στολισμένο κλαδί ονομάζεται Ειρεσιώνη. Σύμφωνα με την παράδοση, το έθιμο καθιερώθηκε από τον Θησέα, όταν ξεκίνησε για την Κρήτη για να σκοτώσει τον Μινώταυρο. Ύστερα, σταμάτησε στην Δήλο, όπου έκανε θυσία στον Απόλλωνα, λέγοντας ότι, σε περίπτωση που κερδίσει την μάχη με τον Μινώταυρο, θα του πρόσφερε στολισμένα κλαδιά ελιάς για να τον ευχαριστήσει. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του, ο Θησέας εκπλήρωσε την υπόσχεσή του καθιερώνοντας τον θεσμό της Ειρεσιώνης. Το θεοκρατικό καθεστώς του Βυζαντίου καταδίκασε το έθιμο,(όπως κι όλα τα άλλα) ως ειδωλολατρικό και απαγόρευσε την τέλεσή του. Ωστόσο, οι Έλληνες που ταξίδευαν πολύ, το μετέδωσαν στους Βόρειους λαούς, οι οποίοι λόγω έλλειψης ελαιοδέντρων, στόλιζαν κλαδιά από τα δέντρα που φύονταν στις περιοχές τους, όπως είναι τα έλατα. Αιώνες αργότερα το ίδιο έθιμο επανεισάχθηκε στην Ελλάδα από τους Βαυαρούς που συνόδεψαν τον Όθωνα στην Ελλάδα, ως δικό τους Χριστουγεννιάτικο έθιμο. Στα ανάκτορα του Ναυπλίου το 1833 στολίστηκε πανηγυρικά από τον Βασιλιά Όθωνα το έλατο ως πρώτο Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Το έθιμο αφυπνίστηκε στις ελληνικές συνειδήσεις και νίκησε κατά κράτος το καραβάκι που είχε στο μεταξύ επικρατήσει ως έθιμο που ταίριαζε στην ναυτική Ελλάδα. Χωρίς βέβαια να μειώσει την ελληνικότητα του εμβλήματος του ελληνικού καραβιού.
Αρχαιοελληνικές από ότι φαίνεται και μάλλον Μινωικές είναι οι ρίζες του στολισμού του χριστουγεννιάτικου δένδρου. 
 
Καλά Ηλιούγεννα Συνέλληνες
ΕΛΕΝΗ ΜΑΝΙΩΡΑΚΗ –ΖΩΙΔΑΚΗ
(δασκάλα-λογοτέχνις)