Μεγάλο ενδιαφέρον έχει η σειρά των
γεγονότων της «άλωσης της Κωνσταντινούπολης» το Μάη του 1453, ακολουθώντας κυρίως
την ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
του Κορδάτου (από εκεί και οι περισσότερες πηγές) μέσα από την διαμάχη
ενωτικών και ανθενωτικών. Αρχικά παρουσιάζονται κάποιες απόψεις των βασικότερων
πρωταγωνιστών της ενωτικής και της ανθενωτικής παράταξης.
Η Ενωτική παράταξη
Υπόμνημα Βησσαρίωνα όταν ήταν ήδη καρδινάλιος στη Ρώμη
(1443-1446) προς τον δεσπότη του Μυστρά Κωνσταντίνο Παλαιολόγο:
«Απέδωσε στο λαό την ελευθερία του και τα
όπλα του, κοίταξε να του αναπτερώσεις το φρόνημα` ενός γενναίου δεν του λείπει
μήτε η ευγένεια της ψυχής, μήτε η σωματική δύναμη. Ότι τον έκανε να ξεπέσει,
ότι τον κρατά έτσι αφοπλισμένο και αγύμναστο, είναι η αβάσταχτη φορολογία, η
ωμότητα των φοροεισπρακτόρων και «η κρατήσασα του γένους μαλακία και βλακεία…»
Μόνο έτσι θα μπορέσεις να ελευθερώσεις την Ευρώπη και να περάσεις στην Ασία να
ξαναπάρεις την κληρονομιά των πατέρων σου».
[Σπ. Λάμπρου, «Ν. Ελληνομνήμων», τ.ΙΙΙ
(1906)]
Ο Ιωάννης Αργυρόπουλος (1410-1480)
προσφώνησε τον Ιωάννη Η’ «ω της
Ελλάδος ήλιε βασιλεύ» και συμβούλευε τον Κωνσταντίνο να τιτλοφορείται
«βασιλεύς των Ελλήνων» και όχι των
Ρωμαίων, γιατί είναι ο μόνος ταιριαστός τίτλος και απαραίτητος για την ηθική
ενίσχυση και σωτηρία των Ελλήνων.
[Σπ. Λάμπρου «Αργυροπούλεια»]
Όταν πια το παν είχε διαλυθεί κάθε σοβαρός άνθρωπος τότε
έβλεπε μόνο από τη Δύση τη σωτηρία. Η αρχή έγινε με τον Δημήτριο Κυδώνη
(1324-1399) που ήταν σύμβουλος τριών αυτοκρατόρων Καντακουζηνού, Ιωάννη
Ε’ και Μανουήλ Β’ με τον λόγο του «Ρωμαίοις συμβουλευτικός» που τόνιζε τους δεσμούς τους με την παλιά
Ρώμη. Αυτός ήταν ο πρώτος της ενωτικής παράταξης.
Ιωάννης Αργυρόπουλος, απογοήτευση: «Τώρα, βέβαια, βρίσκεται σε κατάπτωση καθετί
των Ελλήνων, που (άλλοτε) απολάβαινε το δίκαιο σεβασμό, και η ελπίδα πέταξε…
και η Αιδώς και η Νέμεσις άφησαν τους ανθρώπους και πήγαν στον Όλυμπο. Τώρα οι
οποιοιδήποτε βάρβαροι γελούν και ευχαριστιούνται, καθώς και κάθε εχθρός μας,
ενώ εμείς είμαστε τρομοκρατημένοι σαν εκείνους που ένας καπετάνιος θα τους
άφηνε μέσα στη φουρτουνιασμένη θάλασσα». Ο ίδιος: «Μεγάλης ευφυΐας, οξείας εισίν έτι και νυν διανοίας οι ημέτεροι νέοι,
ει κατά τρόπον διδάσκοιντο, μεγάλη ελπίς αυτούς εν βραχεί επιδώσειν εις μέγα
σοφίας.» «Ήμερον την φύσιν το των Ελλήνων εστί γένος, επιμελητικόν αρετής,
μιμητικόν του καλού, φύσει γενναίον τε και φιλοτιμόν προς πάσαν παιδείαν,
έτοιμον τε και πρόχειρον. Αγαθού μόνον δει κορυφαίου (ηγέτου) και διδασκάλου,
οίος αυτό ει και προς πάντα ευθύς ευπειθώς έψονται.»
[Σπ. Λάμπρου, «Παλαιολόγεια και
Πελοποννησιακά» τ.Δ’]
Ο Γεμιστός (1355-1452) που ήθελε να αλλάξει και την θρησκεία
του έθνους έλεγε σε υπόμνημά του στον ίδιο τον αυτοκράτορα Μανουήλ
Παλαιολόγο ότι εξουσιάζει Έλληνες: «Εσμέν
γαρ ουν, ων ηγείσθε και βασιλεύετε, Έλληνες το γένος, ως η τε φωνή και η
πάτριος παιδεία μαρτυρεί.» Και συνεχίζει: «Η Πελοπόννησος και η προσεχής αυτής γη και αι περικείμεναι νήσοι ήσαν
αείποτε η οικειοτάτη χώρα εις τους Έλληνας… Ταύτην γαρ δη φαίνονται την χώραν
Έλληνες αεί οικούντες, οι αυτοί εξότου περ άνθρωποι διαμνημονεύουσιν, ουδενών
άλλων προενωκηκότων` ουδέ επήλυδες κατασχόντες, άλλους τε εκβαλόντες, και αυτοί
υφ’ ετέρων το αυτό έστιν ότε πεπονθότες` αλλ’ Έλληνες τήνδε την χώραν τουναντίον
αυτοί γε αεί φαίνονται κατέχοντες, ούτε αυτή εκλιπόντες.»
Η Ανθενωτική παράταξη
Ο Σχολάριος (1398-1472) απαρνιόταν
την ελληνική ταυτότητα που υποστήριζαν πολλοί την εποχή του: «Έλλην ων την φωνήν, ουκ αν ποτέ φαίην Έλλην
είναι, δια το μη φρονείν ως εφρόνουν ποτέ Έλληνες` αλλ’ από της ιδίας μάλιστα
θέλω ονομάζεσθαι δόξης και ει τις έοιτο με τι είμι, αποκρίνομαι χριστιανός
είναι»
Οι ανθενωτικοί διακήρυτταν ότι οι Τούρκοι
κατά τις αρχές του Κορανίου άφηναν τις περιουσίες και τις εκκλησίες άθικτες σε
όποιον παραδίδονταν θεληματικά. Και πράγματι έτσι γίνονταν και εφαρμοζόταν. Ο Ιωσήφ
Βρυέννιος (1350-1431) έλεγε δεν έπαθε τίποτε η Εκκλησία από τους άθεους
Τούρκους, παντού είναι ανοικτές οι εκκλησιές και οι παπάδες λειτουργούν
ελεύθερα. «Και των πόλεων γαρ ημίν τοις
αθέοις έθνεσιν αλουσών, η Εκκλησία το εαυτής αμετάβλητον αποσώζει σχήμα και
αρχιερείς και ιερείς και διάκονοι εν μέσοις έθνεσι τα του βαθμού ακωλύτως
ανύουσι και εκασταχού τα θεία ιερουργείται μυστήρια». «Μην πιστεύετε, πως οι
λαοί της Δύσης θα μας βοηθήσουν ποτέ` αν καμιά μέρα συνεννοηθούνε, λέγοντας πως
έρχουνται να μας βοηθήσουν, θα οπλιστούνε για να αφανίσουν την Πόλη μας, τη
ράτσα μας και το όνομά μας.»
[Νικηφόρου Καλογερά, «Μάρκος ο Ευγενικός
και Βησαρίων ο Καρδινάλιος» 1893]
Ο επίδοξος Θουκυδίδης Κριτόβουλος ο Ίμβριος, και
υμνωδός του «μέγιστου αυτοκράτορα και
βασιλέα βασιλέων Μεχεμέτη, ευτυχεί, νικητή, τροπαιούχου, θριαμβευτή, αήττητου,
κύριου γης και θάλασσας Θεού θελήματι», δηλαδή του Μωάμεθ Β’ του Πορθητή,
υποστήριζε ξεκάθαρα πως η συνεννόηση με του Τούρκους θα προλάβαινε μεγαλύτερες
καταστροφές, γιατί ήταν αδύνατον η Δύση να οργανώσει νέα σταυροφορία.
Ο Γεώργιος Τραπεζούντιος προσπαθούσε να
αποδείξει πως δεν υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ χριστιανισμού και
ισλαμισμού. Έγραψε και πραγματεία που έστειλε στον Μωάμεθ Β’ (τον
άσπονδο εχθρό μας βρε!) να την μελετήσει.
[Γ.Ζώρα, «Γεώργιος ο Τραπεζούντιος και αι
προς ελληνοτουρκικήν συνεννόησιν προσπάθειαι αυτού»]
Ο άγιος (ανακηρύχτηκε από τον μαθητή του Σχολάριο) Μάρκος ο Ευγενικός (1393-1445), είναι ο
ήρωας της Εκκλησίας και της τότε ανθενωτικής μερίδας. Συνόδευσε τον αυτοκράτορα
Ιωάννη στην σύνοδο της Φλωρεντίας, που πήγε μόνο και μόνο για να πάρει πολιτική
και στρατιωτική στήριξη από τη Δύση, και σχεδόν τα τίναξε όλα στον αέρα
(κατατροπώνοντας του Λατίνους). Ο ενωτικός Αργυρόπουλος τον κατηγορεί ως
αγράμματο και αναλφάβητο, αγνοούσε λέει το «ελληνίζειν
ίσα τοις βαρβάροις». Όλη η ανθενωτική μερίδα ήταν ένας όχλος φανατικών καθοδηγούσαν
τα πλήθη σπέρνωντας την ηττοπάθεια. Από
τα μέσα του 14ου αιώνα και πέρα οι ανώτεροι και κατώτεροι κληρικοί στη Μικρασία
ντύνονταν όπως οι Τούρκοι, και μιλούσαν τουρκικά, γιατί δεν γνώριζαν τα
ελληνικά. Μόνο τα εκκλησιαστικά κείμενα παπαγάλιζαν στα ελληνικά, χωρίς
να καταλαβαίνουν τι λένε. Λέει ο Βησσαρίων: «Ώσπερ
πιττακοί ή τινά των μιμηλών ζώων φωνήν μεν αφιέντες ελληνικήν και τα εγκείμενα
μόνον αναγιγνώσκοντες, ουδ’ εκείνα ορθώς, μηδ’ όλως δε των λεγομένων
ακούοντες.»
Ο πιο γνωστός ανθενωτικός ήταν ο Λουκάς Νοταράς από αρχοντική
πελοποννησιακή οικογένεια με μεγάλη δύναμη, ο πατέρας του Νικόλαος ήταν
«Διερμηνευτής» και πρεσβευτής στην Ευρώπη του Μανουήλ Παλαιολόγου και ο αδερφός
του Ιωάννης ήταν «Επί της
τραπέζης» στο παλάτι. Ο Λουκάς Νοταράς ήταν «Μέγας Δούκας» κάτι σαν πρωθυπουργός του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.
Ξεκίνησε σαν υποστηρικτής του τελευταίου αυτοκράτορα, αλλά στην πορεία
μετατράπηκε σε σφοδρό πολέμιο της ενωτικής πολιτικής, παίζοντας ενδεχομένως
ύποπτο ρόλο στις εσωτερικές πολιτικές διαμάχες των τελευταίων στιγμών του
ψυχορραγούντος Βυζαντίου. Πασίγνωστη η φράση που του αποδίδεται ότι είναι
προτιμότερο να δει στην Πόλη τουρκικό φακιόλι αντί λατινικής καλύπτρας. Πάντως
φαίνεται ότι αγανάκτησε από την ύπουλη πολιτική των Δυτικών και του Πάπα και τα
ανταλλάγματα που ζητούσαν για την παροχή βοήθειας και γι’ αυτό μεταπήδησε στην
ανθενωτική παράταξη.
Πολλοί χριστιανοί κουβαλούσαν πέτρες, ξύλα, άμμο, για το
χτίσιμο του κάστρου του Πορθητή που έκλεινε τον Βόσπορο αποκλείοντας στην Πόλη.
Ήταν ανθενωτικοί που βοηθούσαν τους Τούρκους, ώστε να απαλλαγούν από τους μισητούς
Λατίνους.
[«Πολιτική Ιστορία της
Κωνσταντινουπόλεως»]
Ο φανατικός εκείνος ορθόδοξος Γεννάδιος Σχολάριος - κατά τον
Σλουμπερζέ – «μη έχον συνείδησιν του
φοβερού υπό των Τούρκων κινδύνου … εβροντοφώνει αδιακόπως κατά του νέου
καθεστώτος (ενωτικού) … προλέγων δια μυστηριωδών προφητειών το τέλος της
Αυτοκρατορίας υπό θείας οργής… ενώ οι στασιασταί των οδών, άντρες και γυναίκες,
μοναχοί και ιερείς, καλογραίαι και λαϊκοί …δεν έπαυον αναφωνούντες «θάνατος εις
τους αζυμίτας και της ειδωλολατρείας αυτών» … και επικαλούνταν την Θεοτόκο που
θα έδιωχνε τους Τούρκους.
Οι καλόγεροι της Πόλης κατά τον χρονογράφο
της Άλωσης Δούκα ήθελαν να ανοίξουν τις πύλες μια ώρα αρχύτερα για να
επαληθευτούν … οι προφητείες.
Ο
Γεννάδιος Σχολάριος είχε κλειστεί στη Μονή Παντοκράτορα που ήταν το
αρχηγείο της ανθενωτικής παράταξης και προφήτευε την επικράτηση των Τούρκων,
λόγω των αμαρτιών των κατοίκων της.
Ο Γεννάδιος ως την μέρα που πάρθηκε η Πόλη
δεν έπαψε να καλλιεργεί την ηττοπάθεια και κατά τον Αλλάτιο ήταν σε μυστικές
συνεννοήσεις με το Σουλτάνο. Εν τω μεταξύ οι Τούρκοι και συγκεκριμένα ο
μετέπειτα γνωστός περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή αναφέρει ότι πλήθος
ανθενωτικοί και κυρίως καλόγεροι λιποτακτούσαν και πήγαιναν με τους Τούρκους.
Από ένα νεόκτιστο οχυρό τόσκασε ένας καλόγερος ονόματι Πέτρος με άλλους 300,
αλλαξοπίστησαν όλοι, αυτός ονομάστηκε Μεχμέτ και πήραν μέρος στην πολιορκία στο
πλευρό των Τούρκων. Επίσης αναφέρει και ένα ύποπτο περιστατικό που ενδεχομένως
να πρόκειται για σαμποτάζ των ανθενωτικών με έκρηξη σε κτήριο με εύφλεκτες ύλες
στον Ιππόδρομο (σημειώνουμε ότι χρησιμοποιούνταν κάποια πρώτα και πρωτόγονα
πυροβόλα όπλα τα χρόνια εκείνα).
Εν τω μεταξύ κατά τον Φραντζή όταν
οι μισθοφόροι του Παλαιολόγου δεν πληρώνονταν καλά και δεν μπορούσαν να θρέψουν
τις οικογένειές τους ζήτησε χρυσάφι και ασήμι από τις εκκλησίες για να κόψει
νόμισμα, αλλά του το αρνήθηκαν. Όταν ζητούσε στρατιώτες από τους υπηκόους του,
παραποιούνταν ότι «δεν αδειάζουν, γιατί έχουν δουλείες και πρέπει να βγάλουν το
ψωμί τους». Τότε διάταξε να μοιράζουν τρόφιμα στα σπίτια, βέβαια οι
μαυραγορίτες έκρυβαν πολλά τρόφιμα
Πολλοί αδιαφορούσαν μπροστά στον κίνδυνο
της σφαγής τους από τους Τούρκους και πρόσεχαν πως να μην ζημιωθούν οικονομικά
και ζητούσαν επιπλέον και μισθούς για την εργασία τους στα τείχη.
Γαρδενάλες είναι μάλλον ο καρδινάλιος
Ισίδωρος που έστειλε ο Πάπας.
Δύο απατεώνες της εποχής (Μανουήλ Ιάγαρης και μοναχός
Νεόφυτος ο Ρόδιος) που τους ζητήθηκε να επισκευάσουν μέρος των κάστρων που
καταστράφηκε από τα τούρκικα κανόνια έκλεψαν τα χρήματα
Ο Παλαιολόγος παρακαλούσε για εισφορές
αλλά όλοι οι άρχοντες δυστυχούσαν δήθεν και δεν έδιναν δεκάρα, βέβαια μετά τους
τα πήραν οι Τούρκοι.
Οι προετοιμασίες των αντιπάλων
Ο ισχυρότερος ηγεμόνας της Δύσης την εποχή εκείνη, βασιλιάς
Αραγονίας και Νεάπολης, Αλφόνσος Δ’ δεν κινήθηκε σε βοήθεια του
Παλαιολόγου. Οι Γενοβέζοι της Χίου έστειλαν τον γενναίο πολεμιστή Ιωάννη
Ιουστινιάνη. Οι Βενετσιάνοι της Κρήτης 4 πλοία με εφόδια, ενώ έμειναν να
πολεμήσουν και Λατίνοι που βρέθηκαν στην Πόλη εκείνες τις στιγμές. Κάποια πλοία
έστειλε και ο Πάπας. Συνολικά τρεις χιλιάδες ξένοι έσπευσαν για βοήθεια, ενώ
πέντε χιλιάδες ήταν οι ντόπιοι πολεμιστές.
Η πόλη είχε τότε 60-100,000 κατοίκους συν
300 μοναστήρια με 10,000 καλόγερους, που θα μπορούσαν να δώσουν τουλάχιστον
10,000 πολεμιστές, αλλά υπήρχε μικρή διάθεση, αφού ήταν στην πλειοψηφία τους
ανθενωτικοί. Ο Παλαιολόγος αφού πείστηκε ότι δεν θα ερχόταν άλλη βοήθεια από τη
Δύση, διόρισε αρχιστράτηγο τον Ιουστινιάνη και στις σημαντικότερες θέσεις άμυνας
έβαλε ξένους επικεφαλής (λιμενάρχη και ναύαρχο όρισε τον Βενετό Διέδο,
φρούραρχους στα 10 από τα 12 φρούρια του τείχους, η σημαία του Αγίου Μάρκου
κυμάτιζε δίπλα-δίπλα με το πορφυρό αυτοκρατορικό λάβαρο κλπ), αφού δεν είχε
εμπιστοσύνη στους ντόπιους άρχοντες. Ο λαός της Πόλης οδηγούμενος από τους
ποιμενάρχες του τον έβριζε δημόσια για το «ανοσιούργημα
της ένωσης» και απέφευγε την Αγιά Σοφιά που έλαβε χώρα συλλείτουργο με τους
Λατίνους. Για τους ανθενωτικούς ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ήταν προδότης. Η
Πόλη ήταν στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου μεταξύ ενωτικών και ανθενωτικών που αν
δεν προέκυπταν οι Τούρκοι πιθανότατα θα ξεσπούσε. Οι άρχοντες δεν άνοιγαν τα
πουγκιά τους για τις επισκευές των τειχών, ενώ οι ανθενωτικοί τον
αντιπολιτεύονταν με φανατισμό. Ο Κωνσταντίνος ήταν γενναίος και έμπειρος
στρατιωτικός αλλά στερούνταν συμβούλων και στρατού. Επίσης πίστευε απλοϊκά ότι
θα είχε την αμέριστη βοήθεια των Λατίνων και έμενε σε αυτό, αντί να συμπτύξει
συμμαχίες με τους άλλους Βαλκάνιους που πιέζονταν και αυτοί από τους Οθωμανούς.
Οι οχυρώσεις της Πόλης ήταν γερές και υπήρχαν και διπλά τείχη σε πολλά σημεία,
αλλά η επάνδρωση και το ηθικό των πολεμιστών ήταν χαμηλό. Επίσης εντός των
τειχών τότε υπήρχαν καλλιεργήσιμες εκτάσεις, αμπέλια κλπ οι αγρότες έκαναν με ασφάλεια
τις εργασίες τους, είχε δύο τεράστιους ναυστάθμους και μεγάλες ανοικτές
δεξαμενές, δηλαδή θεωρητικά μπορούσε να αντέξει μακροχρόνια πολιορκία.
Στο τέλος του 1452 ο Κ.Π. έκλεισε τις
βαριές σιδερένιες πύλες και περίμενε τους Οθωμανούς, οι οποίοι κατά τον Ribaud «άνευ
της προδοσίας πολύ πιθανόν να αναγκάζοντο να λύσουν της πολιορκία» παρά την υπεροχή
τους 30 προς 1, έναντι των 7 χιλιάδων περίπου υπερασπιστών της Πόλης.
Η Γενοβέζικη παροικία
Δεν έφθαναν οι διαμάχες των δύο φατριών των Βυζαντινών,
υπήρχαν και ανάλογες μεταξύ των αυτοδιοικούμενων παροικιών των Βενετών και των
Γενουατών της Πόλης. Οι Βενετοί υπήρξαν τίμιοι και υποστήριξαν μέχρι τέλους τον
Παλαιολόγο. Αντίθετα η Γενοβέζικη παροικία του Γαλατά έπαιξε ύποπτο ρόλο.
Προδίδοντας απόπειρα του Βενετού καπετάνιου Ιάκωβου Κόκκου να κάψει τον
τουρκικό στόλο στον Κεράτιο και γενικά έχοντας επικοινωνία με τους Τούρκους και
καιροσκοπική στάση εμπορευόμενοι κιόλας την μέρα με τους Τούρκους και τη νύχτα
με την Πόλη.
Η κόντρα Ιουστινιάνη-Νοταρά
Ο φρούραρχος της Πόλης Ιουστινιάνης, αντιμετωπίζοντας
κίνδυνο από ρωγμές κοντά στην πύλη του Ρωμανού ζήτησε από τον δούκα Νοταρά
ενισχύσεις και συγκεκριμένα πυροβόλα, για να κρατήσει τους Τούρκους. Αυτός όμως
αρνιόταν πεισματικά να του στείλει βοήθεια. Κατά τους Λατίνους χρονογράφους του
Ιουστινιάνη του ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι και τον έβρισε “O traditor et che me tien che adesso non te scanna cum questo pugnal”, που σημαίνει «Προδότη, τι με κρατά και δεν σε σφάζω με αυτό το μαχαίρι».
Αρπάχτηκαν και μετά βίας τους χώρισε ο Παλαιολόγος. Για τους ανθενωτικούς
φαίνεται ότι ο Ιουστινιάνης που ήταν η ψυχή της άμυνας της Πόλης, ήταν ο
σημαντικότερος αντίπαλος στα σχέδιά τους.
Διαπραγματεύσεις…
Παραλείποντας τα γνωστά γεγονότα της πολιορκίας φτάνουμε
στο κύριο θέμα. Το ηθικό της Πόλης με όλες τις γνωστές διαμάχες είχε
καταρρακωθεί αλλά ακόμα κρατούσαν άμυνα. Την ημέρα αυτήν ιστορείται μια
προσπάθεια διαπραγμάτευσης πολιορκητών και πολιορκούμενων.
Κατά τον Χαλκοκονδύλη ήρθε πρεσβεία από του
Τούρκους, ενώ ο Δούκας λέει ότι ο απελπισμένος Βασιλιάς έστειλε πρεσβεία στο
Σουλτάνο. Αρχηγός της πρεσβείας ήταν ο Ισμαήλ Χαμουζάς Ισφενδιάρογλους
και πρότεινε κατά Χαλκοκονδύλη την παράδοση της Πόλης με αντάλλαγμα την
ανεξαρτησία της Πελοποννήσου με ηγεμόνα τον Παλαιολόγο που μπορούσε να φύγει
μαζί με όσους ήθελε. Ο Δούκας δεν αναφέρει τέτοια πρόταση, αλλά μόνο για
την παράδοση και δίνει και το γνωστό λόγο-απάντηση του Παλαιολόγου προς τον
Μωάμεθ Β’.
Ανθ-υπονομοποιοί
του Λουκά Νοταρά εξουδετερώνουν τους Σέρβους υπονομοποιούς του Σουλτάνου.
Περιστατικό από την πολιορκία.
Τραυματισμός Ιουστινιάνη
Σημαντικό γεγονός των τελευταίων ημερών της πόλης ήταν ο
βαρύτατος τραυματισμός του Ιουστινιάνη που αποσύρθηκε από τη μάχη με μεγάλη
αιμορραγία. Το τραύμα του κατά τους ιστορικούς ήταν από βέλος ή πέτρα κανονιού
στο στήθος ή το πόδι. Σημασία έχει ότι αποσύρθηκε στο πλοίο του μαζί με τους
δικούς του και απέπλευσαν για την πατρίδα του Χίο. Οι περισσότεροι χρονογράφοι
τον κατηγορούν ότι λιποτάκτισε και έγινε η αιτία να χαθεί η Πόλη. Ειδικά η
Βενετσιάνοι τον συκοφάντησαν σαν προδότη, λόγω και της απέχθειας για τους
ανταγωνιστές τους Γενουάτες. Πάντως είναι γεγονός ότι τραυματίστηκε σοβαρά,
αφού πέθανε άλλωστε μετά από λίγες μέρες. Ο Ιέραξ που είχε υπόψη τα
αρχεία των Πατριαρχείων αναφέρει ότι ο Ιουστινιάνης βλήθηκε εκ των έσω, δηλαδή
τον χτύπησε μάλλον κάποιος ανθενωτικός.
Το τελευταίο συμβούλιο
Ο φυγή του Ιουστινιάνη στεναχώρησε τον Παλαιολόγο και
κλόνισε το ηθικό των υπερασπιστών της Πόλης. Οι Γενοβέζοι και άλλοι ξένοι
πολεμιστές άρχισαν να αφήνουν τις θέσεις τους και να σκέφτονται πώς να
διαφύγουν. Κατά τις μη ορθόδοξες πηγές προκύπτει ότι έγινε κάποιου είδους
συμβούλιο (αναφέρεται και ότι ο Κωνσταντίνος λιποθύμησε κατά τη διάρκειά του)
στο στρατόπεδο των υπερασπιστών της Πόλης και φαίνεται ότι πάρθηκε η απόφαση να
παραδοθεί η Πόλη στον Μωάμεθ. Οι χρονογράφοι δεν αναφέρουν λέξη για παράδοση,
όμως τα τουρκικά και πατριαρχικά έγγραφα συμφωνούν ότι η Πόλη παραδόθηκε. Ο
Κριτόβουλος αναφέρει ότι στις 28 Μαΐου επικρατούσε απόλυτη ησυχία στο τουρκικό
στρατόπεδο και ούτε ίχνος προετοιμασιών, πράγμα που δείχνει ότι ήταν σε εξέλιξη
διαπραγματεύσεις. Ο Δούκας αναφέρει ότι η κατάσταση στην Πόλη χειροτέρευε και
δεν υπήρχαν ελπίδες σωτηρίας.
Κερκόπορτα;
Τελικά το πρωινό της 29ης Μαΐου όπως συμφωνούν όλοι έγινε
η μεγάλη και τελική επίθεση των Τούρκων. Τα περί Κερκόπορτας από όπου μπήκαν οι
Τούρκοι αναφέρονται μόνο από τον Δούκα, ότι δήθεν την άνοιξε ο αυτοκράτορας την
προηγούμενη μέρα και ξέχασε μετά να την κλείσει! Ο Φραντζής αντίθετα τονίζει
ότι όλες οι πύλες ήταν πολύ καλά ασφαλισμένες. Ο Κριτόβουλος που περιγράφει τα
γεγονότα από την πλευρά των Τούρκων και ξέρει τα πράγματα από πρώτο χέρι,
μιλάει για λιποταξίες και ότι το κάστρο στην Πύλη Ρωμανού ήταν σχεδόν έρημο και
αφύλακτο, γεγονός που αντιλήφθηκε και ο Μωάμεθ που έστελνε τις περισσότερες
δυνάμεις του εκεί. Πράγμα λογικό αφού εκεί πολεμούσαν οι ιππότες του Ιουστινιάνη.
Λέει επίσης πως και οι Τούρκοι έμπαιναν από το καταστρεμμένο τείχος και από την
«πυλίδα Ιουστίνου» (που ίσως να είναι η περίφημη Κερκόπορτα).
Η πτώση-παράδοση
Οι τρεις δικοί μας ιστορικοί Φραντζής, Δούκας και
Χαλκοκονδύλης όπως και οι Λατίνοι χρονογράφοι και αυτόπτες, δεν αναφέρουν τίποτε
για παράδοση και ότι ο Κωνσταντίνος έπεσε πολεμώντας χωρίς να ξέρουν που
σκοτώθηκε και τι απέγινε. Ο ήδη προσκυνημένος Κριτόβουλος αναφέρει για σφαγή
και πολιορκία των τελευταίων υπερασπιστών στην Αγιά Σοφιά και παράδοσή τους με
συμφωνία (ομολογία). Δεν λέει τίποτε για τον Κωνσταντίνο.
Από τις τουρκικές πηγές που μελέτησε ο Εβλιγιά Τσελεμπή
αναφέρει ότι στην Πόλη μετά τις συνεχείς επιθέσεις παρέλυσε η άμυνα και
απέμειναν δύο φατρίες αυτοί που επέμεναν στην μάχη και αυτοί που ήθελαν να
παραδοθούν (ύψωναν τελικά σημαίες σε πύργους και σπίτια). Ο Κωνσταντίνος
φαίνεται να αντέταξε την τελική μάχη στο Παλάτι των βυζαντινών αυτοκρατόρων και
να έπεσε ανδρεία εκεί. Άμυνα αντιτάχθηκε στην Αγιά Σοφιά, που ως γνωστόν οι
ανθενωτικοί την απέφευγαν μετά το μίασμα του συλλείτουργου με τους Λατίνους. Η
άμυνα στην Αγιά Σοφιά κατέρρευσε μετά ηρωική αντίσταση τριών ημερονυχτίων με
αποτέλεσμα την σφαγή και των υπερασπιστών της.
Ο
Μολδαβός ιστορικός Δημήτριος Καντεμίρ (1673-1723) που έζησε πολλά χρόνια
στην Τουρκία, χρημάτισε ηγεμόνας Μολδοβλαχίας, μελέτησε τα αρχεία τους και
έγραψε ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που τυπώθηκε στο Αμβούργο το 1745
μεταφρασμένη. Αυτός γράφει ότι «λογικά
σκεπτόμενοι» οι υπερασπιστές έστειλαν πρεσβεία στον Μωάμεθ ο οποίος τους
καλοδέχτηκε και τους υποσχέθηκε ασφάλεια να φύγουν για όπου ήθελαν. Αυτός όμως
έστειλε κατόπιν τους δικούς του αγγελιοφόρους, οι οποίοι χτυπήθηκαν από τα
τείχη και ο Μωάμεθ νόμισε ότι ενεπαίχθηκε και διέταξε έφοδο. Καταλήφθηκε η μισή
πόλη και οι υπόλοιποι είχαν σηκώσει λευκές σημαίες επικαλούμενοι τη συνθήκη. Ο
Καντεμίρ ισχυρίζεται ότι η πηγή του είναι ένα φυλλάδιο του Τούρκου ιστορικού Ααλή,
που έγραψε και Παγκόσμια Χρονολογία
(Κουχούλ-Αχπάρ) που πρωτοδιάβασε στην Φιλιππούπολη και ότι το φυλλάδιο αυτό
το ξαναβρήκε αργότερα στη βιβλιοθήκη του εξ απορρήτων Αλεξ. Μαυροκορδάτου.
Οι Τούρκοι αναφέρουν ότι στις 27 Μαΐου
έγινε διαπραγμάτευση από την πλευρά της Πόλης, με λεπτομέρειες της παράδοσης από
πού θα έμπαιναν οι Τούρκοι που θα έφευγαν όσοι ήθελαν κλπ ήταν γνωστές. Στη
συνέχεια φαίνεται ότι ο Μωάμεθ άλλαξε γνώμη, πιθανόν για τους όρους, και
έστειλε δική του πρεσβεία. Τότε μάλλον κατά τον Κορδάτο δεν έγινε όπως τα λέει
ο Καντεμίρ, αλλά πιθανόν οι όροι ήταν βαρύτεροι και ατιμωτικοί και απορρίφθηκαν
από τον Κωνσταντίνο. Οι ενωτικοί είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται στα ορισμένα
σημεία (πύλη Ρωμανού, Αγιά Σοφία), οι συνθηκολογήσαντες ανθενωτικοί είχαν
σηκώσει σημαίες και έβαλαν τα συμφωνημένα σημάδια στα σπίτια τους και ΕΜΕΙΝΑΝ
ΝΑ ΚΟΙΜΗΘΟΥΝ ΗΣΥΧΟΙ κατά τον Δούκα.
Η άμυνα είχε καταρρεύσει όταν μαθεύτηκε το πρωί της 29ης
ότι ο Κωνσταντίνος είχε αρνηθεί τελικά την εξευτελιστική συνθήκη, αλλά η
εξουσία του Κωνσταντίνου είχε και αυτή καταρρεύσει. Οι ενωτικοί προσπαθούσαν να
διαφύγουν και τότε κάποιοι άνοιξαν την Κερκόπορτα ή πυλίδα Ιουστίνου για να
μπουν οι Τούρκοι. Αυτοί που πολεμούσαν ακόμα ή είχαν συγκεντρωθεί στο κάστρο
του Αγίου Ρωμανού αναγκάστηκαν να παραδοθούν όταν βάλλονταν πια και από μέσα.
Τότε άρχισε η σφαγή και η αιχμαλωσία των ενωτικών της Πόλης από τους Τούρκους,
όσοι μπορούσαν μεταμφιέζονταν ή έτρεχαν προς τις γαλέρες των Βενετών και των
Γενοβέζων για να διαφύγουν. Πολλοί από τους ενωτικούς άρχοντες κατόρθωσαν να
σωθούν στις γαλέρες ή εξαγοραζόμενοι αργότερα ως αιχμάλωτοι.
Ο
θάνατος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στα τείχη. Εικονίζεται με υψωμένο ξίφος
και ιταλική πανοπλία εν μέσω γενιτσάρων.
Η τύχη του
Κωνσταντίνου Παλαιολόγου
Στο χάος που επακολούθησε φαίνεται ότι ο Κωνσταντίνος
εγκαταλείφθηκε από τους περισσότερους δικούς του. Ο Φραντζής που ήταν
στενός συνεργάτης του τόσκασε και προσπάθησε μεταμφιεζόμενος να δραπετεύσει, αλλά αιχμαλωτίστηκε μαζί με την οικογένειά του. Πιθανόν και ο ίδιος ο
Κωνσταντίνος να προσπάθησε να φύγει αφού για την τύχη του υπάρχουν πολλές
αντικρουόμενες απόψεις. Μια πηγή λέει ότι ο Σουλτάνος ρώτησε τον Λουκά Νοταρά για την τύχη του Κωνσταντίνου και ότι αυτός του έφερε ένα
ακέφαλο πτώμα το οποίο διέταξε να θάψουν. Άλλοι λένε πως δεν έδειξε κανένα
ενδιαφέρον για την τύχη του. Άλλοι λένε ότι υπήρχαν παραδόσεις ότι πνίγηκε, ότι
κρύβονταν ή ότι μπόρεσε να δραπετεύσει.
Η εκκλησία επιβεβαιώνει την παράδοση
Ότι έμεινε σαν θρύλος και αναφορά στα οθωμανικά αρχεία,
επιβεβαιώνεται και από το πατριαρχείο, αν
και κρύβονται επιμελώς οι σχετικές πηγές Ο
εκκλησιαστικός ιστορικός Μαλαξός στην «Πατριαρχική Ιστορία» του αναφέρει
ότι κατά την 2η πατριαρχεία (1532) του Ιερεμία του Α’ ο Σουλτάνος βάλθηκε να χαλάσει εκκλησίες και μοναστήρια της Πόλης.
Αιτιολογία του ήταν ότι η Πόλη πάρθηκε με το σπαθί, οπότε στα
κάστρα που πατήθηκαν με μάχη οι εκκλησίες πρέπει να καταστρέφονται. Ο Πατριάρχης
Ιερεμίας πήρε τριών μηνών προθεσμία να αποδείξει το αντίθετο. Αυτός βρήκε
τρεις παλιούς γενίτσαρους μεγάλης ηλικίας που είχαν πολεμήσει τότε και απέδειξε
στο σουλτάνο ότι η Πόλη παραδόθηκε με συνθήκη.
Βέβαια δεν πρέπει να
πήγε ο ίδιος ο Κωνσταντίνος στην Τέντα του σουλτάν Μεχμέτη. Ο Αθανάσιος
Υψηλάντης ιστορικός της πατριαρχικής ιστορίας διηγείται το ίδιο περιστατικό
λίγο διαφορετικά. Επί πατριάρχη Θεολήπτου (1514-1520) ο σουλτάνος
Σελίμ θέλησε να γκρεμίσει τις εκκλησίες και να αλλαξοπιστήσει τους
χριστιανούς. Ο Πατριάρχης επικαλέστηκε το Κοράνι για τη μεταχείριση των
προσκυνημένων χριστιανών και τη συμφωνία παράδοσης του μισού της Πόλης.
Και ο εκκλησιαστικός
ιστοριοδίφης Μακραίος επιβεβαιώνει την οικιοθελή παράδοση της μισής
Πόλης από τους ανθενωτικούς στους Τούρκους.
Και ο γνωστός
βυζαντινιστής Γεδεών που μεγάλωσε μέσα στο πατριαρχείο παραδέχεται ότι η
Πόλη παραδόθηκε στους Τούρκους σε συνεννόηση με τους ανθενωτικούς, που τους
χαρακτηρίζει μάλιστα και «μυαλωμένους
Έλληνες» στο έργο του «Ιστορία των
του Χριστού Πενήτων».
Η προδοσία της Πόλης στην λαϊκή παράδοση
Υπάρχει ένα ποντιακό τραγούδι που μιλάει ξεκάθαρα για
προδοσία.
Όπου πορτάροι δίκλοποι =
φύλακες πυλών προδότες, Ιωάννης = Ιουστινιάνης, μεκχεμέν = συμβουλάτορες,
εκρίνναν δίκαια = δεν έκριναν πατριωτικά.
Για συνδρομή κάποιων κατοίκων της Πόλεως προς τους
Τούρκους μιλάει άλλη πηγή
Κατά τον χρονογράφο του Βερβερινού
κώδικα οι Τούρκοι δεν πήραν την Πόλη αλλά την επεριλάβανε (από ποιους;).
Τι έλεγαν οι
ανθενωτικοί
Για τους ανθενωτικούς ο Κωνσταντίνος ήταν ο προδότης και
ουσιαστικά θεωρούταν ότι είχε χάσει το στέμμα. Ήταν δηλαδή «γεγυμνωμένος της
βασιλείας», ως συνεργαζόμενος με τους Παπικούς. Σε θρήνο
της Κωνσταντινουπόλεως σε Παρισινό κώδικα, βάζουν στο στόμα του ήρωα τελευταίου
αυτοκράτορα λόγια για δήθεν αναγνώριση των αμαρτιών του και δίκαιη η καταδίκη της Πόλης και σκλαβιά λόγω της θεϊκής οργής από την
αναγνώριση των δογμάτων των καθολικών!
Κατά τη διάρκεια της
τουρκοκρατίας η ίδια άποψη αποδίδεται στον πατριάρχη Καλλίνικο Γ’.
Ο θρύλος του
Μαρμαρωμένου Βασιλιά
Προφανώς οι ανθενωτικοί δεν είναι δυνατόν να δημιούργησαν κάποιον θρύλο για τον «προδότη της ορθόδοξης πίστεως». Φαίνεται άλλωστε τι διέδιδαν για αυτόν. Ο θρύλος για τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά και την
ηρωοποίηση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου πρωτοαναπτύχθηκε κοντά στις ενετοκρατούμενες περιοχές από
τους Βενετσιάνους συμμάχους του και τους πολεμιστές της Πόλης (ενωτικούς που
διέφυγαν). Δηλαδή σε Κρήτη, Μοριά, Ήπειρο και Επτάνησα
όπου κάποιοι συνέχισαν να πολεμούν για κάποια χρόνια ακόμα τους Τούρκους υπό τις σημαίες της Βενετίας. Οι διασωθέντες αρχηγοί της ενωτικής
παράταξης ήταν κάποιες οικογένειες Παλαιολόγων, Καντακουζηνών, Λασκαριδών, Κομνηνών, Νοταράδων, Καλαφάτηδων,
Καταλλάκτηδων, Βάρδα, Θαλασσινού, Φωκάδων, Σκαρλάτων, Μουσούρων, Μεταξάδων,
Μαριανού και Μποζίκηδων.
Νεότερες
επιβεβαιώσεις της παράδοσης της Πόλης
Ο τουρκιστής Ι. Χότζης «παλατιανός και φίλος» του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ από τις
έρευνές του στα οθωμανικά αρχεία έβγαλε το οριστικό συμπέρασμα ότι η Πόλη
παραδόθηκε στους Τούρκους από τους ανθενωτικούς. Μάλιστα ο Χότζης λόγω τέτοιου
είδους άγνωστων στοιχείων για τον ελληνισμό κατά της διάρκειας της
τουρκοκρατίας έχει εξαφανιστεί από το κατεστημένο της βυζαντινολογίας. Το
σπουδαιότατο αρχείο που άφησε έχει καταχωνιασθεί στα αζήτητα ή εξαφανίστηκε,
ενώ όπως λέει ο Κορδάτος τα παιδιά του σιωπούσαν για την τύχη του. Ο Άμαντος
λέει ότι το «αρχείο του σώθηκε εις
Αθήνας». Όμως ο Κορδάτος κατηγορεί τον Άμαντο και τους ομόφρονές του
ότι αφού πέρασαν πάνω από τριάντα χρόνια (τότε, σχεδόν 100
τώρα) από τον θάνατο του Χότζη δεν το έφεραν στο φως της δημοσιότητας.
Ο γνωστός ιστορικός Καρολίδης αναφέρεται στην
εισήγηση του Χότζη, θεωρώντας την ιστόρημα όμοιο με του Καντεμίρ.
Μπορεί να μην πείστηκε ο
Καρολίδης, αλλά άλλος καθηγητής της Νομικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Πετρ.
Βιζουκίδης φαίνεται να είχε πειστεί από τα συμπεράσματα του Χότζη. Τον
Βιζουκίδη που φαίνεται ότι ήταν αρκετά γνωστός στην εποχή του, τον χαρακτηρίζει ο Κορδάτος «για γνωστό και
φανατικό υπερεθνικόφρονα», οπότε η άποψη του έχει μεγαλύτερη βαρύτητα.
Άλλος μελετητής των
οθωμανικών πηγών ο γερμανός J. H. Mordmann δημοσίευσε άρθρο το 1912 που
επιβεβαιώνει την άποψη Καντεμίρ. Πάντως η κρατούσα άποψη για την άλωση και όχι
παράδοση της Πόλης διατηρείται ακόμα.
Γιατί δεν αναφέρουν την προδοσία ξεκάθαρα οι
χρονογράφοι
Εκτός του Κριτόβουλου, όλοι άνηκαν στο κόμμα των ενωτικών,
ακόμα και ο Φραντζής ως υποστηρικτής του Κωνσταντίνου αν και δεν ήταν ακραιφνής
«φιλοδυτικός». Για τους ανθενωτικούς
μιλούν με τα χειρότερα λόγια, με περιφρόνηση και τους αποκαλούν δειλούς,
απάτριδες και προδότες. Για τον Παλαιολόγο και την ενδεχόμενη απόπειρα
συνθηκολόγησης δεν αποκαλύπτουν κάτι, από σεβασμό για τον ήρωα αφού τελικά
απέρριψε την συμφωνία και πολέμησε μέχρι τέλους. Επίσης είχαν κατά νου και την
κατακραυγή του κόσμου. Πάντως ο Κορδάτος το παρατραβάει θεωρώντας ότι ο ίδιος ο
Κωνσταντίνος παρέδωσε την Πόλη. Για τον Κριτόβουλο δεν χωράει αμφιβολία ότι
ήταν ένας ψευδολόγος κόλακας του Μωάμεθ που μας τον παρέδωσε μεγάλο στρατηλάτη
και πορθητή. Συνεπώς δεν περιμένει κανείς ο, κατά Κορδάτο, «σιχαμερός κόλακας, νεογραικύλος, γραμματικός του σουλτάνου» να
μειώσει τα κατορθώματα του ήρωα του. Βέβαια οι ίδιοι Οθωμανοί στα κιτάπια τους φαίνεται ότι ίσως έγραφαν
άλλα, μιας και ενδεχομένως δεν περίμεναν να
γνωρίσουν ποτέ μεγάλη δημοσιότητα.
https://saouarcadian.blogspot.com/2013/12/1453.html