Η ΓΝΩΜΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΑΙΔΕΙΑ (ΜΕΡΟΣ 3ον)
Η ΚΑΤΑΡΡΙΨΙΣ ΤΩΝ ΨΕΥΔΩΝ ΠΩΣ Ο ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ ΗΤΑΝ ΛΑΚΚΟΠΡΩΚΤΟΙ
Σὲ μερικοὺς δεν φτάνει ἡ λέξις «κίναιδος» ( =ὁ κινῶν τὴν αἰδώ), οὔτε ὅσες συνώνυμές της προανεφέρθησαν γιὰ την γνώμη τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων γιὰ τοὺς καταπύγονες.
Δὲν τοὺς ἀρκεῖ οὔτε ἡ τότε νομοθεσία κατὰ τῆς κιναιδείας, οὔτε τὸ σημασιολογικὸν φορτίον τοῦ ἐραστοῦ καὶ τοῦ ἐρωμένου, οὔτε τίποτε…Καὶ προχωροῦν ἀκόμα ἕνα βῆμα παρακάτω… Παρερμηνεύουν τὰ ἀρχαῖα μας κείμενα, εἰκάζουν ἀορίστως μὲ σκοπὸν νὰ γεννήσουν ἐπιχειρήματα ἐπὶ τῶν ἀβασίμων θεωριῶν τους καὶ νὰ ἀποδείξουν πὼς ἡ ἀρχαία Ἑλλάδα ἦταν ἕνα ξέφραγο ἀμπέλι ἀρσενοκοιτῶν, ἐκπεπορνευμένων καὶ λακκοπρώκτων.
Πολλοὶ λένε πὼς ὁ Σωκράτης ἦταν ἀρσενοκοίτης, ἄλλοι ψελλίζουν κάτι γιὰ τὸ ἔργον τοῦ Πλάτωνος, «Συμπόσιον» (ἀσχέτως ποὺ οἱ περισσότεροι ἐξ αὐτῶν, ὄχι ἁπλῶς δὲν έχουν καταλάβει τί ἐστί Πάνδημος καὶ τί Οὐρανία Ἀφροδίτη, ἀλλὰ δὲν ἔχουν πιάσει κὰν τὸ βιβλίον στὰ χέρια τους νὰ διαβάσουν μία σελίδα!) καὶ μάλιστα γεννοῦν καὶ σενάρια γιὰ τὴν παιδεραστία στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα (ἐξηγεῖται παρακάτω), συνδέοντάς την μὲ τὴν σημερινὴ ἀπολύτως διεστραμμένη καὶ ἀηδιαστικὴ ἔννοιά της, αὐτὴ τῶν ἠθικῶς πλήρως ἐκλύτων, ποὺ ἡδονίζονται μὲ μικρὰ παιδιά.
Ἄλλοι ἀναφέρουν τὸν Ἱερὸν Λόχον τῶν Θηβῶν, ἄλλοι πιάνουν στὸ στόμα τους τὸν Μεγάλον Ἀλέξανδρον, ἄλλοι τὸν Ἀχιλλέα καὶ τὸν Πάτροκλον, ἄλλοι (ὅπως εἴδαμε) τὸν Δημοσθένη καὶ ὅποιον ἄλλον κατεβάσει ὁ νοῦς τους.
Γενικῶς παρατηρεῖται στὰ λόγια τῶν ὁμοφυλολάγνων ὑπερασπιστῶν αὐτῶν τῶν θεωριῶν, ὅ,τι καὶ στὴν «φύσιν» τους· μία σύγχυσις πηγάζουσα ἐκ τῆς ἀδυναμίας ἐναρμονίσεως τῶν μερῶν τῆς ψυχῆς τους μεταξύ τους καὶ μὲ τὸν ναὸν ποὺ τὴν περιβάλλει, τοῦ σώματός τους. Καὶ ὅπως καλύπτουν τὸ πρόβλημα τους, πίσω ἀπὸ μία ψεύτικη, προσποιητὴ συμπεριφορά-ἐμφάνισιν, ποὺ τοὺς δίνει τὴν ἐπίπλαστον αἰσθησιν πὼς ἔχουν θέσει τάξιν μέσα τους, ἔτσι προσπαθοῦν νὰ ὁριοθετήσουν ἐκ νέου τὴν ἱστορικὴ καὶ φυσικὴ πραγματικότητα.
Παραθέτω κι ἄλλα ἀποσπάσματα ἀπὸ διάφορα ἔργα ἀρχαίων Ἑλλήνων κι ἄς βγάλει καθεὶς τὰ συμπεράσματά του, περὶ τῆς γνώμης τῶν προγόνων μας, γιὰ αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουμε σήμερα «ὁμοφυλοφιλία».
Γράφει ὁ Πλάτων στὸ ἔργον του «Νόμοι»:
«ἐννοητέον ὅτι τῇ θηλείᾳ καὶ τῇ τῶν ἀρρένων φύσει εἰς κοινωνίαν ἰούσῃ τῆς γεννήσεως ἡ περὶ ταῦτα ἡδονὴ κατὰ φύσιν ἀποδεδόσθαι δοκεῖ, ἀρρένων δὲ πρὸς ἄρρενας ἢ θηλειῶν πρὸς θηλείας παρὰ φύσιν», 636c
( =ἐννοεῖται ὅτι ἡ φύσις ὁδηγεῖ τὰ θηλυκὰ νὰ εἶναι σὲ ἐπαφὴ μὲ τὰ ἀρσενικά ἀπὸ τὴν γέννησίν τους καὶ ἡ ἡδονὴ σὲ αὐτὰ εἶναι φανερὸν πὼς ἔχει δοθεῖ σύμφωνα μὲ τὴν φύσιν· τὼν ἀρσενικῶν μὲ τὰ ἀρσενικά -ἡ ἐπαφή- καὶ τῶν θηλυκῶν μὲ τὰ θηλυκά -εἶναι-παρὰ φύσιν).
«περὶ ἐρωτικῶν, ἢ μηδένα τολμᾶν μηδενὸς ἅπτεσθαι τῶν γενναίων ἅμα καὶ ἐλευθέρων πλὴν γαμετῆς ἑαυτοῦ γυναικός ( =ἤ κανεῖς νὰ μὴ τολμᾶ νὰ ἔρχεται σὲ ἐπαφὴ μὲ τοὺς γενναίους καὶ ἐλευθέρους, ἐκτὸς τῆς γυναικός τους),
ἄθυτα δὲ παλλακῶν σπέρματα καὶ νόθα μὴ σπείρειν ( =οὔτε νὰ ἐπιτρέπεται νὰ σπέρνουν νόθα παιδιὰ σὲ παλλακίδες),
μηδὲ ἄγονα ἀρρένων παρὰ φύσιν ( =οὔτε σὲ ἄνδρες ἀγονα ΠΑΡΑ ΦΥΣΙΝ) :
ἢ τὸ μὲν τῶν ἀρρένων πάμπαν ἀφελοίμεθ᾽ ἄν ( = Ἤ ΜΑΛΛΟΝ ΤΗΝ ΕΠΑΦΗ ΜΕΤΑΞΥ ΑΝΔΡΩΝ ΝΑ ΤΗΝ ΕΞΑΛΕΙΨΟΥΜΕ/ΝΑ ΤΗΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΟΥΜΕ ΕΝΤΕΛΩΣ)», 841d.
Η ΚΑΤΑΡΡΙΨΙΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΩΝ ΟΣΩΝ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΒΑΠΤΙΣΟΥΝ ΤΟΝ ΣΩΚΡΑΤΗ ΑΝΔΡΟΒΑΤΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗ ΛΕΛΥΓΙΣΜΕΝΟΝ
Ὁ «ἔκφυλος», «ἀκόλαστος» καὶ ὅ,τι ἄλλο αἰσχρὸν χαρακτηρίζεται κατὰ καιροὺς ὁ Σωκράτης εἶναι δὲ ἀποστομωτικός στὸ ἔργον τοῦ Πλάτωνος, «Γοργίας», ὅταν συζητᾶ μὲ τὸν Καλλικλῆ περὶ σώφρονος καὶ ἀκολάστου καὶ καταφαίνεται διερωτώμενος :
«ὁ τῶν κιναίδων βίος, οὗτος οὐ δεινὸς καὶ αἰσχρὸς καὶ ἄθλιος;»,494e,
δηλαδὴ Ο ΒΙΟΣ ΤΩΝ ΚΙΝΑΙΔΩΝ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΕΙΝΟΣ, ΑΙΣΧΡΟΣ ΚΑΙ ΑΘΛΙΟΣ;
Καὶ μάλιστα ὁ σοφιστὴς Καλλικλῆς, ἐπειδὴ ἔβλεπε πὼς ἡ ῥητορική του περὶ συνδέσεως τῆς ἱκανοποιήσεως κάθε ἐπιθυμίας μὲ τὴν εὐτυχία ἀποτυγχάνει, προσπαθεῖ νὰ ἑλιχθεῖ διαλεκτικῶς (στηριζόμενος στὸ λογικὸν ἀντεπιχείρημα τοῦ Σωκράτους, τὸ ὁποῖον ἀποδέχεται μὲν ὡς ὀρθὸν, ἀλλὰ τὸ προβάλλει ὡς χυδαῖον γιὰ νὰ στρέψει τὴν προσοχὴ ἀλλοῦ) λέγοντάς του :
«Δὲν ντρέπεσαι νὰ ὁδηγεῖς ἐκεῖ τὴν συζήτησιν; ».
Γιὰ νὰ καταλήξει ὁ Σωκράτης πὼς ὁ «εὐγενικὸς ἄνθρωπος», Καλλικλῆς, δὲν ἔχει μελετήσει σφαιρικῶς τὸ θέμα κι ἔτσι ἀγνοεῖ πὼς ὑπάρχουν καὶ «αἱ κακαὶ ἡδοναί» (495, Α), γιὰ νὰ ἔχει καταλήξει σὲ αὐτὸ τὸ συμπέρασμα. Ἐν ὀλίγοις καὶ οἱ δύο συνομιλητὲς συμφωνοῦν πὼς ἡ κιναιδεία εἶναι ἀναισχυντία.
Ἄλλωστε ὁ Σωκράτης εἰδικὰ ποὺ ἀναφέρουν συχνὰ γιὰ τοιοῦτον, ἔγινε μισητὸς γιὰ τὸ ὅτι ἐπέλεγε νὰ λέει κατάμουτρα τὴν ἀλήθεια καὶ παρ’ὅτι ἦταν πάντοτε εὐγενικός, καὶ δὲν δίσταζε νὰ νουθετήσει ὅσους ἀδυνατοῦσαν νὰ ξεχωρίσουν μέσα τους, τὸ πνευματικὸν ἀπὸ τὸ σαρκικὸν κομμάτι τῆς ἡδονῆς, τὸν ἔρωτα δηλαδὴ τῆς Οὐρανίας Ἀφροδίτης, ἀπὸ αὐτὸν ποὺ εἶναι γιὰ ὅλους καὶ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν Πάνδημον Ἀφροδίτη. Πιὸ συγκεκριμένα :
Ὁ ἔρως ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τῆν Πάνδημον Ἀφροδίτη εἶναι ὁ ἔρως τῶν φαύλων ἀνθρώπων, ὁ ἀποβλέπων εἰς τὰ σώματα, γι’αὐτὸ καὶ μετέχει καὶ στὸ ἄρρεν και στὸ θῆλυ (Συμπόσιον, 181b,c).
Ἐν ἀντιθέσει μὲ τὸν ἔρωτα ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν Οὐρανία Αφροδίτη καὶ ἀφορᾶ στὸ πνευματικόν κομμάτι. Αὐτὸ τὸ κομμάτι ἀποβλέπει εἰς τὸ ἠθικόν, στὴν πνευματικὴ βελτίωσιν καὶ γι’αὐτὸ κατὰ τὸν Παυσανία ἔχει ἀντικείμενον τὸ ἄρρεν «τὸ φύσει ἐῤῥωμενέστερον καὶ νοῦν μᾶλλον ἔχον» καὶ γι’αὐτὸ καὶ αὐτὴ ἡ Ἀφροδίτη εἶναι γηραιοτέρα καὶ ΑΠΗΛΛΑΓΜΕΝΗ ΤΩΝ ΑΚΟΛΑΣΤΩΝ ΟΡΜΩΝ (Συμπόσιον, Πλάτων, 181c).
Αὐτὸς ὁ ἔρως γεννᾶ στὶς ψυχὲς ἰσχυρὰ φρονήματα καὶ δυνατὲς φιλίες. Γι’αὐτὸ καὶ σὲ ὅλη τὴν τότε Ἑλλάδα προετρέποντο οἱ πρεσβύτεροι νὰ συναναστρέφονται μὲ νέους, τοὺς ὁποίους καὶ θὰ νουθετοῦσαν καὶ θὰ τοὺς μυοῦσαν στὴν ὁδὸν τῆς μαθήσεως καὶ τῆς ἀρετῆς. Εἶναι αὐτὸ ποὺ στὸ Συμπόσιον ἀναφέρεται καὶ ἀπὸ τὸν Σωκράτην ὡς παιδεραστία/παιδεραστεῖν (Ὁ ὅρος σήμερα κατέληξε νὰ σημάνει τὶς διεστραμμένες διαθέσεις ἐκλύτων ἀνθρώπων, ἀπέναντι σὲ μικρὰ παιδιά!).
Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Σωκράτης στὸ Πλατωνικὸν Συμπόσιον (παρ.27, στ. 208-9) γράφει τὸν ὕμνον τῆς σχέσεως ἐραστοῦ-ἐρωμένου, ὑφαίνοντας συνάμα καὶ τὸν ὕμνον τῆς πραγματικῆς φιλίας, τὸν ὕμνον ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὸν Οὐράνιον ἔρωτα, ὁ ὁποῖος δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ τὰ ὑλικὰ σώματα, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀριστεία τῶν αΰλων ψυχῶν :
«Καὶ πιστεύω πὼς ὅλοι κάνουν τὰ πάντα γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ μία ἔνδοξη φήμη· ὅσον ἀνώτεροι εἶναι, τόσο περισσότερον. Γιατὶ εἶναι ἐρωτευμένοι μὲ τὴν ἀθανασία. Καὶ αὐτοὶ ποὺ εἶναι γόνιμοι στὸ σῶμα στρέφουν τὴν προσοχὴ τους στὶς γυναῖκες καὶ ἔτσι ἐρωτεύονται ἐξασφαλίζοντας διὰ τῆς τεκνοποιίας ἀθανασία, ὑστεροφημία καὶ εὐτυχία γιὰ πάντα καθῶς νομίζουν. ΑΛΛΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΓΟΝΙΜΟΙ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ -ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΚΥΟΦΟΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΝ, ΠΑΡΑ ΣΤΟ ΣΩΜΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΝΑ ΚΥΟΦΟΡΗΘΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΓΕΝΝΗΘΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΨΥΧΗ-…
Ἄν λοιπὸν εἶναι κάποιος γόνιμος σὲ αὐτὲς τὶς ἀρετές (σωφροσύνη καὶ δικαιοσύνη) καὶ ἔχει θεία ψυχή, ὅταν ἔλθει ἡ ἡλικία του ἐπιθυμεῖ νὰ γεννήσει καὶ νὰ τὶς ἀναπαραγάγει καὶ περιφερόμενος ἐδῶ καὶ ἐκεῖ ἀναζητᾶ τὸ κατάλληλον/καλὸν περιβάλλον, γιὰ νὰ τὶς γεννήσει. Διότι μέσα σὲ ἄσχημον περιβάλλον δὲν πρόκειται νὰ γεννήσει.
Ἀγαπᾶ λοιπὸν τὰ ὡραῖα σώματα περισσότερον ἀπὸ τὰ ἄσχημα, ἐφόσον ἐγκυμονεῖ καὶ ἄν συναντήσει ὡραία, εὐγενικὴ καὶ γενναία ψυχὴ, ὑπεραγαπᾶ τὸν συνδυασμόν·
ΚΑΙ ΣΕ ΕΝΑ ΤΕΤΟΙΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟΝ ΜΙΛΑ ΧΩΡΙΣ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΕΤΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΓΑΘΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΕΣ ΑΣΧΟΛΙΕΣ ΤΟΥ ΤΑΙΡΙΑΖΟΥΝ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ ΕΠΙΧΕΙΡΕΙ ΝΑ ΤΟΝ ΔΙΑΠΑΙΔΑΓΩΓΗΣΕΙ. ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ ΛΟΙΠΟΝ ΣΕ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΟΜΟΡΦΟΝ ΣΥΝΤΡΟΦΟΝ ΚΑΙ ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΕΦΟΜΕΝΟΣ ΜΑΖΙ ΤΟΥ ΓΟΝΙΜΟΠΟΙΕΙ ΚΑΙ ΓΕΝΝΑ...ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΓΕΝΝΑ (ΤΙΣ ΑΡΕΤΕΣ) ΤΟ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΝΤΡΟΦΟΝ ΤΟΥ. ΕΤΣΙ Η ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΩΤΕΡΑ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ Η ΦΙΛΙΑ ΤΟΥΣ ΠΙΟ ΠΙΣΤΗ ΜΙΑΣ ΠΟΥ ΤΑ ΤΕΚΝΑ ΤΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΩΤΕΡΑ ΚΑΙ ΑΘΑΝΑΤΑ!
ΚΑΙ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΘΑ ΠΡΟΤΙΜΟΥΣΕ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΕΤΟΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΠΑΙΔΙΑ, ΠΑΡΑ ΦΥΣΙΚΑ, ΙΔΙΩΣ ΟΤΑΝ ΣΚΕΦΤΕΙ ΤΟΝ ΟΜΗΡΟΝ, ΤΟΝ ΗΣΙΟΔΟΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥΣ ΠΟΙΗΤΕΣ, ΘΑΥΜΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥΣ ΑΠΟΓΟΝΟΥΣ…ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΑΘΑΝΑΤΗ ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΥΣΤΕΡΟΦΗΜΙΑ…ΚΥΤΤΑΞΕ ΤΙ ΠΑΙΔΙΑ ΑΦΗΣΕ Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΣΤΗΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΑ, ΣΩΤΗΡΕΣ ΤΗΣ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΟΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΓΕΝΙΚΑ!»
Τὰ ἴδια φαίνεται νὰ λέει πάνω-κάτω καὶ στὸ Συμπόσιον τοῦ Ξενοφῶντος, ὅταν ἀπευθύνεται στὸν Καλλία γιὰ νὰ τοῦ δηλώσει πόσο καλὸς ἐραστὴς εἶναι (8-10) :
«Πάντοτε ἐθαύμαζα τὸν χαρακτῆρα σου, τώρα σὲ θαυμάζω περισσότερον γιατὶ βλέπω πὼς εἶσαι ἐραστὴς ἑνὸς νέου ποὺ δὲν ζεῖ μέσα στὴν ἁβρότητα τῆς χλιδῆς, οὔτε καμαρώνει μέσα στὴν μαλθακότητα, ἀλλὰ ἀπὸ ὅλους φημίζεται γιὰ τὴν ῥωμαλεότητά του, τὴν καρτερία του, τὴν ἀνδρεία του καὶ τὴν σωφροσύνη του. Καὶ τὸ νὰ ἀγαπᾶ κανεῖς τέτοιους νέους εἶναι ἀπόδειξις τῆς ποιότητος τοῦ ἐραστοῦ…καὶ προσφέρονται θυσίες, στὴν Πάνδημον Ἀφροδίτη ΠΡΟΣΤΥΧΕΣ καὶ στὴν Οὐρανία ΑΓΝΕΣ…Η ΜΕΝ ΠΑΝΔΗΜΟΣ ΣΤΕΛΝΕΙ ΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΣ ΤΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ, Η ΔΕ ΟΥΡΑΝΙΑ ΣΤΕΛΝΕΙ ΤΟΥΣ ΕΡΩΤΕΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΩΡΑΙΩΝ ΕΡΓΩΝ. ΚΑΙ ΕΣΥ ΛΟΙΠΟΝ ΚΑΛΛΙΑ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΤΕΤΟΙΟΝ ΕΡΩΤΑ ΝΟΜΙΖΩ ΠΩΣ ΚΑΤΕΧΕΣΑΙ!...ΔΙΟΤΙ ΣΕ ΒΛΕΠΩ ΝΑ ΠΑΙΡΝΕΙΣ ΜΑΖΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΤΟΥ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΕΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΝΕΟΝ! ΔΙΟΤΙ ΕΝΑΣ ΕΝΑΡΕΤΟΣ ΕΡΑΣΤΗΣ ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΡΥΦΟΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΤΟΥ ΕΡΩΜΕΝΟΥ ΤΟΥ.
Παρακάτω ἀναφέρει καὶ πάλι ὁ Σωκράτης (Συμπόσιον, Ξενοφ., 26) πὼς ΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ΔΙΑΦΘΕΙΡΕΙ ΕΝΑΝ ΝΕΟΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕΙ ΝΑ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΕΙ ΤΙΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΕΣ ΤΟΥ ΟΡΜΕΣ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ ΜΕΤΑ ΝΑ ΠΛΑΣΕΙ ΕΝΑΝ ΕΝΑΡΕΤΟΝ ΚΑΙ ΙΔΑΝΙΚΟΝ ΠΟΛΙΤΗ!
Πόσο πιὸ ξεκάθαρα πρέπει νὰ τὸ πεῖ ὁ Σωκράτης γιὰ νὰ μὴ παρεξηγηθεῖ; Σχετικῶς μὲ αὐτοὺς τοὺς λίγους ποὺ προσκολλοῦν στὸ ὅτι δίνει ἔμφασιν καὶ στὸ σῶμα καὶ προσπαθοῦν παντὶ τρόπῳ νὰ εὐτελίσουν τὰ λεγόμενα τοῦ Σωκράτους, ἡ ἐρώτησις εἶναι ἁπλή…Τί τοὺς φαίνεται περίεργον; Δὲν ἔχουν ἀκούσει τὴν βαθεῖα πεποίθησιν τῶν προγόνων μας «ΝΟΥΣ ΥΓΙΗΣ ΕΝ ΣΩΜΑΤΙ ΥΓΙΕΙ» ;;
Δὲν γνωρίζουν πὼς γιὰ αὐτοὺς τὸ ἀσθενικὸν σῶμα σχετιζόταν καὶ μὲ ἀσθενικὸν πνεῦμα ;
Δὲν ἔχει τύχει νὰ ἀκούσουν ποτὲ τὸ ῥητὸν τοῦ βασιλέως Ἀγησιλάου πὼς «ΟΤΑΝ ΣΦΑΛΛΕΙ ΤΟ ΣΩΜΑ, ΣΦΑΛΛΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ»;
Ἐν πάσῃ περιπτώσει, αὐτὸν τὸν ἔρωτα κατὰ πὼς φαίνεται κατὰφερε νὰ γεννήσει στὴν ψυχὴ πολλῶν μαθητῶν του (ἐρωμένων) ὁ Σωκράτης. Φαίνεται ἄλλωστε καὶ ἀπὸ τὸ βαρὺτατον πένθος ποὺ ἀκολουθοῦσε γιὰ πολὺ καιρὸν τοὺς μαθητές του μετὰ τὸν θάνατόν του, καὶ άπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀκόμα καὶ χρόνια ἀργότερα προσπαθοῦσαν νὰ ὑπερασπιστοῦν τὸ ἦθος τοῦ δασκάλου τους (βλ. Πλάτωνα, ποὺ ἀκόμα καὶ 15 χρόνια ἀργότερα, δὲν σταμάτησε νὰ ψάχνει ἀφορμὲς νὰ ὑπερασπιστεῖ τὸν ἀδίκως καταδικασμένον δάσκαλόν του), καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς πὼς κάποιοι ἦταν πρόθυμοι νὰ ξεπουλήσουν ὅλη τους τὴν περιουσία γιὰ νὰ τὸν σώσουν ἀπὸ τὸν ἄδικον θάνατον (βλ. Κέβητα), καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι προσπάθησαν μέχρι καὶ τὸ τελευταῖον λεπτὸν πρὶν πιεῖ τὸ κώνειον νὰ τὸν πείσουν νὰ δεχθεῖ νὰ τὸν φυγαδεύσουν, καὶ ἀπὸ τὸ τί ἀκολοῦθησε μετὰ τὸν θάνατόν του στὴν ἀθηναϊκὴ κοινωνία, καὶ…καὶ…καὶ...
Φαίνεται ὅμως πὼς αὐτήν του τὴν εὐθύτητα, δὲν τοῦ τὴν συνεχώρησαν ποτὲ οἱ μὴ ἐννοοῦντες, ἄξιοι νουθεσίας [ οἱ ἀπὸ τὸν ἴδιον συμβεβουλευμένοι «ἀσκεῖν ΕΓΚΡΑΤΕΙΑΝ πρὸς ΕΠΙΘΥΜΙΑΝ ΒΡΩΤΟΥ καὶ ποτοῦ καὶ ΛΑΓΝΕΙΑΣ καὶ ὕπνου καὶ ῥίγους καὶ θάλπους καὶ πόνου», διότι τὸ νὰ ἀπολαύεις τὰ σώματα ἀφροδισιακῶς, εἶναι ΑΝΕΛΕΥΘΕΡΟΝ/ΔΟΥΛΙΚΟΝ καὶ ΔΕΝ ΑΡΜΟΖΕΙ ΣΕ ΚΑΛΟΝ ΚΑΙ ΑΓΑΘΟΝ ΑΝΔΡΑ, Ξενοφῶντος «Ἀπομνημονεύματα», (Α, 30-31)].
Γι’αὐτὸ καὶ κατεσκεύασαν ψεύτικες κατηγορίες γιὰ νὰ τὸν πλήξουν, μὴ δυνάμενοι νὰ βροῦν κάτι ἐπιλήψιμον στὴν συμπεριφορά του. Καὶ μάλιστα σὲ μία κοινωνία ποὺ -ὅπως φαίνεται καὶ ἀπὸ τὴν νομοθεσία της- δὲν ἀνεχόταν οὔτε στὸ ἐλάχιστον τὴν κιναιδεία. Συνεπῶς ἄν ὁ Σωκράτης ἦταν ἀνδροβάτης ἤ εὐρύπρωκτος, θὰ ἦταν ὅ,τι πιὸ εὔκολον νὰ τὸν «βγάλουν ἀπὸ τὴν μέση» μὲ τὴν νομοθεσία τῆς ἐποχῆς.
Ὅμως ὁ Σωκράτης, ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρεται νὰ λέει στὸν Ἀλκιβιάδη (Συμπόσιον, 34,219,Α) δὲν θὰ ἀντήλλασσε ποτὲ χρυσὸν μὲ χαλκόν.
Ἀναφέρομαι στὸ κομμάτι ποὺ ὁ Πλάτων στὴν προσπάθειά του νὰ ὑπερασπιστεῖ τὸν δάσκαλόν του (ΤΟ «ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ» ΕΧΕΙ ΓΡΑΦΤΕΙ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ 15 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟΝ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ), ἀπὸ ὅσες κατηγορίες τοῦ προσέδωσαν («τοὺς νέους διαφθείρει») αὐτοὶ ποὺ (κατὰ τὸν Σωκράτη) τοὺς ἀρέσει νὰ ΤΡΙΒΟΝΤΑΙ ΣΑΝ ΤΑ ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ στὶς πέτρες πάνω σὲ ἄξια θαυμασμοῦ σώματα («προσκνῆσθαι ὥσπερ τὰ ὕδια τοῖς λίθοις», Ξενοφῶν, Ἀπομνημονεύματα, Α,31) καὶ ὅσοι δὲν ἄντεχαν τὴν ὑψηλῆς ποιότητος πνευματικότητά του, βάζει στὸν διάλογόν του ἕναν ἔκλυτον καὶ μισητὸν ἀπὸ τοὺς πολλοὺς (δὲν θὰ εἶχε τίποτα νὰ χάσει), πολὺ ὄμορφον νέον, τὸν Ἀλκιβιάδη, νὰ δώσει τὴν ἀφορμὴ γιὰ νὰ γίνει φανερὴ ἡ ποιότης τοῦ Σωκράτους ὡς ἐραστοῦ (δηλ. διδασκάλου).
Κι αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ σημεῖον ποὺ πολλοὶ σαυλόπρωκτοι ἀναφέρουν ξανὰ καὶ ξανά, ἀποδίδοντάς το στὸ περίπου…καὶ ἀποκρύπτοντας κάποια βασικὰ γεγονότα.
Πρῶτον, ἀπορρίπτουν τὰ κίνητρα τοῦ Πλάτωνος νὰ εἰσαγάγει τὴν συγκεκριμένη στιχομυθία στὸ ἔργον του κι ἐνῶ ξέρουν πόσο πόνεσε ὅλους του τοὺς μαθητὲς ἡ ἄδικη καταδίκη τοῦ διδασκάλου τους, ἀλλὰ καὶ πόσο κόπιασαν μέχρι τελευταίας στιγμῆς νὰ τὸν γλυτώσουν ἀπὸ τὴν θανατικὴ καταδίκη.
Δεύτερον, ἀποκρύπτουν τὴν ἀπάντησιν τοῦ Σωκράτους στὸν Ἀλκιβιάδη, ποὺ τοῦ λέει πὼς θὰ τοῦ φαινόταν ἀρκετὰ ἔξυπνος, ἄν πράγματι ἔβλεπε μέσα του μία δύναμιν ποὺ τὸν ἔκανε τελειότερον, γιατὶ θὰ ἔβλεπε πὼς μέσα του (στὴν ψυχή, στὸν πνευματικὸν κόσμον) κρύβει μία ὀμορφιὰ ἀνωτέρα ἀπὸ τὴν δική του, τὴν σωματική καὶ πὼς προσπαθεῖ νὰ ἀνταλλάξει τὴν πραγματικὴ ὀμορφιά, μὲ μία φαινομενικὴ ὀμορφιά, σὰν νὰ προσπαθεῖ νὰ δώσει χαλκὸν γιὰ νὰ πάρει χρυσόν.
Τρίτον, τὸ ὅτι ὁ Ἀλκιβιάδης ἀπαντᾶ πὼς ὁρκίζεται σὲ ὅλους τοὺς θεοὺς πὼς ξύπνησε δίπλα στὸν Σωκράτη, ὅπως ἄν κοιμόταν δίπλα στὸν πατέρα του ἤ στὸν ἀδελφόν του.
Ἔπειτα, γνωρίζοντας πὼς ὁ Ἀλκιβιάδης δὲν ἦταν καὶ τὸ πιὸ φρόνιμο παιδί, τοῦ προσάπτουν καὶ αὐτοῦ πὼς ἦταν κίναιδος. Ὅμως ἐδὼ προκύπτουν λογικὰ σφάλματα, τὰ ὁποῖα οὐδεὶς ἐκ τῶν κατηγόρων του δὲν ἔχει ἀπαντήσει.
Δηλαδὴ τὸ πῶς γίνεται μὲ τέτοια αὐστηρὴ νομοθεσία, ὁ Ἀλκιβιάδης ὄχι ἁπλῶς νὰ ἐπιτρέπεται νὰ λέει δημοσίως τὴν γνώμη του (Βίοι Παράλληλοι, Πλουτ., 33,2), ὄχι ἁπλῶς νὰ ἡγεῖται πολέμων (βλ. Σικελικὴ ἐκστρατεία, συγγράμματα ἀ.ἑ. γραμματείας, ὅπως τοῦ Θουκυδίδου, Ξενοφῶντος, Πλουτάρχου κοκ), ὅχι ἁπλῶς νὰ ἄλλαζε τὶς γυναῖκες σὰν τὰ πουκάμισα ποὺ λέμε σήμερα (μάλιστα ἦταν τόσο γυναικᾶς, ποὺ δὲν ντράπηκε νὰ κάνει παιδὶ καὶ μὲ τὴν γυναῖκα τοὺ βασιλέως Ἄγιδος, -Πλουτ., Βίοι Παράλληλοι, 23,7-!), ἀλλὰ νὰ ἔχει τὸ δικαίωμα συμμετοχῆς στοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες (Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι-Ἀλκιβιάδης, 11), ὅταν ἐπετρέπετο νὰ συμμετέχουν σὲ αὐτοὺς ΜΟΝΟΝ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΝΔΡΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΠΟΤΕ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΘΕΙ;
Εἶναι δυνατὸν κάποιος κίναιδος ποὺ ἡ ἀθηναϊκὴ νομοθεσία τὸν ἀπέκλειε ἀπὸ ὁποιαδήποτε δημόσια λειτουργία καὶ δρώμενον, νὰ ἐπιτραπεῖ νὰ συμμετέχει στὸν ἱερὸτερον θεσμὸν τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος (βλ. νομοθεσία Σόλωνος περὶ ἡταιρηκότων);
Εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν ἐπιτρέπεται σὲ ἕναν κίναιδον νὰ προσβάλλει τὰ ἱερά καὶ νὰ στεφανώνεται στὶς τελετές, ἀλλὰ νὰ στεφανώνουν τὸν Ἀλκιβιάδη μὲ κότινον στὸν ἱερότερον θεσμὸν τῆς Ἑλλάδος; (βλ. κατάλογον ὀνομάτων ἀρχαίων Ὀλυμπιονικῶν στοὺς παπύρους τῆς Ὀξυρρύγχου καὶ 91η Ὀλυμπιάδα, 416 π.Χ, ὅταν ὁ Άλκιβιάδης τοῦ Κλεινίου καταγράφεται καὶ ἐπισήμως νικητής στὸ τέθριππον!).
Ἀκόμα, εἶναι δυνατὸν νὰ ἀνακηρύσσεται στρατηγός-αὐτοκράτωρ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλασσαν καὶ νὰ στεφανώνεται μὲ χρυσὰ στεφάνια μὲ τὴν σύμφωνη γνώμη τοῦ δήμου; (Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, 33,2).
Ἀκόμα καὶ ὁ θάνατός του ὀφείλεται κατὰ κάποιους (Πλούτ., Βίοι Παραλ, 39, 5) στὴν ἄσωτη ζωὴ ποὺ ἔκανε μὲ τὶς ΓΥΝΑΙΚΕΣ. Λέγεται πὼς τὰ ἀδέλφια μίας γυναικός, ποὺ ἦταν γυνὴ ἐπισήμου, ὅταν ἔμαθαν πὼς ὁ Ἀλκιβιάδης εἶχε σχέσεις μαζί της, πυρπόλησαν την οἰκία του καὶ τὸν ἐφόνευσαν.
Ἐπιπροσθέτως, σχετικῶς μὲ τὸν Σωκράτη μαθαίνουμε καὶ τὸ ἑξῆς ποὺ σχετίζεται μὲ τὸν βίον ποὺ πρέπει νὰ διάγει ἕνας ἀνὴρ κατὰ αὐτόν, ποὺ ὄχι μόνον ἀποδεικνύουν πὼς ἀπεδοκίμαζε τὴν εὐρυπρωκτία ὡς ἀσθένεια τοῦ πνεύματος, ἀλλὰ πρὸς ἀποφυγὴν κάθε εἴδους ἐκθηλύνσεως, ἀπέτρεπε τοὺς μαθητές του καὶ ἀπὸ τὴν χρῆσιν μύρων καὶ ἄλλων σκευασμάτων ποὺ ταιριάζουν στὴν γυναικεία φιλαρέσκεια καὶ ὄχι στὸ σκέπτεσθαι ἑνὸς ἐλευθέρου ἀρσενικοῦ (γράφει ὁ Βουλόδημος, είς τὸν «Ἰδιωτικὸν βίον τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων») :
«Οἱ Λακεδαιμόνιοι ἐξήλαυνον τῆς Σπάρτης τοὺς κατασκευάζοντας τὰ μύρα ( =ἔδιωχναν ἀπὸ τὴν Σπάρτη αὐτοὺς ποὺ κατεσκεύαζαν τὰ ἀρώματα), ὡς διαφθείροντας τὸ ἔλαιον. Ὁ Σόλων ἀπηγόρευσε διὰ νόμου τὸ μυροπωλεῖν τοὺς ἄνδρας ( =ἀπηγόρευσε τὸ νὰ πουλᾶ κανεὶς ἀρώματα στοὺς ἄνδρες), ὁ δὲ Σωκράτης ἐπέτρεπεν αὐτὰ τὸ μέγιστον ταῖς γυναιξί, οὐδαμῶς δὲ τοῖς ἀνδράσιν, οἷς ἐπιτρέπει μόνον τὴν ἀπὸ τοῦ, ἐν τοῖς γυμνασίοις, ἐλαίου ὀσμήν. Διότι τὸ ἀλείφεσθαι μύρῳ οὐδὲν ἀνδρεῖον ἔχει, οὐδ' ἐλεύθερον...».
«Τοὺς ἄνδρας μὴ μυροπωλεῖν», Νόμοι Σόλωνος, ἄρθρ. 380.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου