Συνέχεια μας αφαιρούν τα προγονικά μας κτήματα.
Τώρα και το όνομα μας.
Μάθατε να μην σας νοιάζει τίποτα.
Για κάποιο γκολ, κάποιο καλάθι...
Τώρα και για την πόρσε καγιέν του ιερέα...
Μοιάζει η ευπιστία σας να μην έχει όρια.
Αρκεί να είναι συγκινητικό το σενάριο....
Και τις Κυριακές υμνολογείτε τους προγόνους των Εβραίων.
Τον Αβραάμ που παραχώρησε την Σάρα στον Φαραώ, αποκρύπτοντας ότι είναι σύζυγος του.
Τον Ιακώβ που έκλεψε τα πρωτοτόκια από τον αδελφό του τον Ησαύ.
Τους δικούς σας προγόνους τους αναθεματίζετε κάποια Κυριακή του χρόνου.
Μετά τα χιλιετή αναθέματα λογικό είναι να μην νοιαστείτε που θα πάψετε να είστε οι αναθεματισμένοι Έλληνες...
Ραγιάδες Ρωμιοί δεν θα ξαναγίνετε ακόμη.
Προς το παρόν στουρνάρια Ελλαδίτες.
Και έχει ο θεός του Αβραάμ εκπλήξεις για το μέλλον του ποιμνίου.
Αχ Κολοκοτρώνη...
Αχ Θεέ μου Άγνωστε του θαυμαστού Σύμπαντος Δημιουργέ, γιατί να ζήσω αυτές τις τραγικές ημέρες των Ελλήνων;;;;
Απελθέτω το ποτήριον τούτο!
Αλλά όχι....
Γεννηθήτω το θέλημα σου...
Λιζα Νοελ
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Είμαστε
ένας λαός χωρίς ταυτότητα. Με μια ιστορία που ο ίδιος τη νομίζει
λαμπρή. Και απορεί, πώς και δεν πέφτουν οι ξένοι ξεροί μπροστά στο
μεγαλείο της. Οι ξένοι όμως, σαν συλλογιούνται την ελληνική ιστορία, την
αρχαία εννοώ, γιατί για τη νέα δεν έχουν ακούσει,
και βάλουν απέναντι της εμάς τους νεοέλληνες, φέρνουν στο μυαλό τους
άλλες παραστάσεις. Φέρνουν στο μυαλό τους κάποιους καμηλιέρηδες που
περπατούν στο Καρνάκ και στη Γκίζα. Τι σχέση ημπορεί νά ‘χουν,
συλλογιούνται, ετούτοι οι φελλάχοι του Μισιριού σήμερα με τους αρχαίους
Φαραώ, και το βασιλικό ήθος των πυραμίδων τους;
Την
ίδια σχέση βρίσκουν οι ξένοι στους σημερινούς έλληνες με τους αρχαίους.
Οι θεωρίες των διάφορων Φαλμε-ράυερ έχουν περάσει στους φράγκους. Εμείς
θέλουμε να πιστεύουμε ότι τους αποσβολώσαμε με τους ιστορικούς, τους
γλωσσολόγους, και τους λαογράφους μας. Λάθος. Κρύβουμε το κεφάλι με το
λιανό μας δάχτυλο. Και βέβαια. Πώς μπορούσε να γίνει αλλιώς, αφού ο
μέγας γλωσσολόγος Γ. Χατζιδάκις έλεγε αυτά που έλεγε, -ορθά- κι από την
άλλη έβριζε το Σολωμό μας αγράμματο, και τη γλώσσα του σκύβαλα και
μαλλιαρά μαλλιά;
Σχέση
με τους αρχαίους έλληνες έχουμε εμείς, λένε οι γάλλοι, οι εγγλέζοι και
οι γερμανοί. Εμείς, που τους ανακαλύψαμε, τους αναστυλώσαμε, τους
εξηγήσαμε. Για τους ευρωπαίους οι νεοέλληνες είμαστε μια δράκα ανθρώπων
απρόσωπη, ανάμεσα σε βαλκανιλίκι, τουρκο-λογιά και αράπηδες. Είμαστε οι
“ορτοντόξ”…
Με
το ρούσικο τυπικό στη γραφή, με τους κουμπέδες και τους τρούλλους πάνω
από τα σπίτια των χωριών μας, με ακτινογραφίες σωμάτων και
σκουληκόμορφες φιγούρες αγίων στους τοίχους των εκκλησιών. Οι ευρωπαίοι
βλέπουνε τους πολιτικούς μας να ψηφίζουν στη Βουλή να μπει το
«ορθόδοξος» στην ευρωπαϊκή μας ταυτότητα, κατά τη διαταγή των παπάδων,
και κοιτάνε ανακατωμένοι και ναυτιάζοντας κατά το θεοκρατικό Ιράν και
τους Αγιατολάχους. Τέτοιοι οι βουλευτές μας, ακόμη και της Αριστεράς.
«Αυτοί οι πολιτικοί, αυτοί οι βουλεπταί εκατάστρεψαν το έθνος». Έτσι
γράφει ο Παπαδιαμάντης.
Θέλεις
νά ‘χεις πιστή την εικόνα του νεοέλληνα; Λάβε το ράσο του γύπα και του
κόρακα. Λάβε τις ασπιδωτές κοιλιές των ιερέων, το καλυμμαύκι Μακαρίου Β’
της Κύπρου. Και τα γένεια τα καλογερικά, που κρύβουν το πρόσωπο, καθώς
άκοσμοι αγκαθεροί φράχτες τους αγρούς. Και τις κουκουλωμένες καλόγριες,
την άλλη έκδοση του φερετζέ της τούρκισσας, και έχεις το νεοέλληνα
φωτογραφία στον τοίχο. Απέναντι σε τούτη τη μελανή και γανιασμένη
φοβέρα, φέρε την εικόνα του αρχαίου έλληνα, για να μετρήσεις τη διαφορά.
Φέρε
τις μορφές των νέων σωμάτων, τις ευσταλείς και τις διακριτές. Να
ανεβαίνουν από την Ολυμπία και τους Δελφούς, καθώς λευκοί αργυρόηχοι
κρότοι κυμβάλων. Τους ωραίους χιτώνες τους χειριδωτούς, και τα λευκά
ιμάτια τα πτυχωτά και τα ποδήρη. Τα πέδιλα από δέρματα μαροκινά,
αρμοσμένα στις δυνατές φτέρνες.
Φέρε
την εικόνα που μας αφήσανε οι γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας. Οι
κοντυλογραμμένες, με τις λεπτές ζώνες, τον κυανό κεφαλόδεσμο, και το
ζαρκαδένιο τόνο του κορμιού. Οι ελληνίδες του Αργούς και της Ιωνίας, οι
λινές και οι φαινομηρίδες. Τρέχουνε στα όρη μαζί με την Αταλάντη. Και
κοιμούνται στα κοιμητήρια σαν την Κόρη του Ευθυδίκου.
Όλες
και όλοι στηριγμένοι χαρούμενα σε κάποια μαρμάρινη στήλη, σ’ ένα λιτό
κιονόκρανο, σε μια κρήνη λευκή της Αγοράς. Με περίγυρα τους ωραίους
γεωμετρημένους ναούς, αναπαμένους στο φως και στην αιθρία. Άνθρωποι, και
θεοί, και αγάλματα ένα.
Όλα
ετούτα, για να συγκρίνεις την παλαιή και τη νέα Ελλάδα, να τα βάλεις
και να τα παραβάλεις. Και στήσε τον Φράγκο από δίπλα, να τα κοιτάει και
να τα αποτιμά. Με το δίκιο του θά ‘χει να σου ειπεί: “άλλο πράμα η μέρα
και το φως, και άλλο η νύχτα και οι μαύροι βρυκολάκοι”. Δε γίνεται να
βάλεις στο ίδιο βάζο υάκινθους και βάτα.
Δ.Λιαντινης
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου