Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2022

Η «Λεξηχώ» της θάλασσας.


 Η θάλασσα είναι μια άνασσα που διοικεί τον κόσμο μας. Την κουβαλάμε. Μέσα της γεννιόμαστε 
και το μεγαλύτερο μέρος του σώματός μας είναι υδάτινο. Περιβρέχει και ορίζει τη γη θολωτά με 
γαλάζια θαλπωρή. Αφήνει τον ουρανό της μέρας και της νύχτας να καθρεφτίζει στην επιφάνεια τις 
αστραφτερές ή λιγότερο αστραφτερές στιγμές του. Στον Ήλιο δίνει τον θρόνο του για να βασιλεύει. 
Στη Σελήνη δίνει τον πιο στιλπνό καμβά για να σχηματίζει τις χρυσές δωρικές της πινελιές. 
Στα σωθικά της κρύβει το μυστήριο του κόσμου και η διάθεσή της μπορεί να πάρει όλες τις ζωντανές μορφές. 
Στη θάλασσα έχουν καταγραφεί τα μεγάλα μας ταξίδια. Τα φανερά και κυρίως τ’ αφανή.

  Πάνω από οχτώ χιλιάδες χρόνια οι Έλληνες διασχίζουν τη θάλασσα κι έδωσαν πολλά ονόματα σ’ αυτή τη
 μεγάλη μητέρα τροφό. Εμπλούτισαν την ελληνική γλώσσα και σκέψη και γλώσσα και διαμόρφωσαν στον μεγαλύτερο
 βαθμό της την δυτική πολιτισμένη. Γι’ αυτές τις λέξεις θα γράψω εδώ, μ’ αυτές για μια στιγμή θα ταξιδέψουμε. 
   
 Η πρώτη λέξη για την θάλασσα είναι «η αλς, της αλός». Άλς ονομάζεται κυρίως η θάλασσα που 
βρίσκεται κοντά στην ακτή. Η λέξη «άλς» παίρνει δασεία. Όπου υπάρχει δασεία στην κλασική
 αρχαία γλώσσα, αντικατέστησε ένα προηγούμενο σίγμα (σ-) ή ένα δίγαμμα (F-) τ’ οποίο έμενε 
ως  «φ» στις ξένες γλώσσες. Ένα τέτοιο δασύ, δηλαδή απαλό πνεύμα οφείλουμε να το νιώσουμε 
στην αρχή αυτής της λέξης, καθώς είναι ηχοποίητη. Ηχοποίητη είναι μια λέξη όταν την παράγει
 η ίδια η φύση με τους ήχους της. Φαντάσου να κάθεσαι σε μια ήσυχη ακρογιαλιά και
 ν’ αφουγκράζεσαι τη φωνή των κυμάτων. Θ’ αγγίξει την ακοή σου κάτι σαν  «σάααλς» ή «χάααλς» 
μακρόσυρτο. Και θα περάσει μέσα σου -και θα χαράξει την λέξη «άλς» απαλά. Με δασεία. Από εδώ
 η αλμύρα στη λέξη  «salis» των λατινικών, στις λέξεις Salz και salt και σε τόσες άλλες των
 εκπολιτισμένων γλωσσών. Στην ελληνική  «ο αλιεύς» και το ρήμα «αλιεύω» ειπώθηκαν κυριολεκτικά 
στην αρχή και στη συνέχεια μεταφορικά ως τρόπος σκέψης που φέρνει ευφυΐα κι ευπορία. 
Μετά ήρθαν τα «αλίπεδον, ύφαλος, παραλία, άλμη» και άλλα. Επίσης, από το θέμα της λέξης
 «άλς» προέρχεται και μια άλλη ονομασία της θάλασσας, που εντοπίζεται στ’αρχαία ελληνικά 
κείμενα. Πρόκειται για την ονομασία «αλύκη» και για την ακόμα πιο παράξενη ονομασία «σάλος»
 ( όπως είπαμε η δασεία προφέρονταν και ως σ ) που σημαίνει την ανοιχτή θάλασσα, η οποία 
είναι πιο ταραγμένη.

 Η θάλασσα λέγεται επίσης «μύρα». Αλ-μύρα δίνει το αλάτι της θάλασσας κι όχι τ’ ορυκτό αλάτι. 
Γνωρίζουμε και λέμε ακόμα τη λέξη «πλημμύρα» όταν η «μύρα-θάλασσα» πληθαίνει πολύ. Τα  «μυρίκια,
 
 αλμυρίκια, αρμυρίκια», που σαν έργα τέχνης στολίζουν τις ακροθαλασσιές, τα γνωρίζουμε επίσης.
 Υπάρχει στην αρχαία ελληνική και το ρήμα «μύρω» που σημαίνει «ρέω». Το «μύρον», το αυθεντικό 
μύρο είναι ο χυμός που με απόσταξη ρέει από τα φυτά και μας δίνει την μυρωδιά του -ως σπάνια 
κι ακριβή ωδή στο υγρό στοιχείο του κόσμου. {---Και ας μην ξεχάσω και το αγγλικό «mirror» που 
μνημονεύει ακόμα εκείνο το πρώτο καθρέφτισμα του ανθρώπου στην υδάτινη επιφάνεια}.

 Μια από τις Νηρηίδες κόρες του Νηρέα μαρτυρείται με τ’ όνομα «Μαίρα». Η Μαίρα μας έδωσε τη 
Μαίρη, την Μαρία ,την Μαρίνα των θαλασσών και των βράχων του Οδυσσέα Ελύτη και την «mare
 nostrum» ( δική μας θάλασσα) των Λατίνων. Από την ίδια ρίζα έχουμε το ρήμα της Αρχαίας 
ελληνικής  «μαρμαίρω» που σημαίνει «λάμπω» ( επίσης έχουμε και μάρμαρο και μαρμαρυγή 
μαργαριτάρι). Κι είναι η ομηρική συνεκφορά: άλς μαρμαρέη...

  Θα κάνω μια αναφορά στην «κάθοδο των Μυρίων»: εάν σκεφτούμε πως οι μύριοι είναι δέκα
 χιλιάδες αποτελούν ένα κύμα ανθρώπων αμέτρητο.

 «Λίμνη» ονομαζόταν στην αρχαιότητα η κάπως πιο περιορισμένη θάλασσα, που βρισκόταν μεταξύ 
δυο νησιών ή μέσα σ’ έναν κόλπο. Αυτό που σήμερα ονομάζουμε «λίμνη» τότε το έλεγαν «λάκκο» 
(αγγλ. Lake).

 Πέλαγος είναι η ανοιχτή θάλασσα.

 Πόντος είναι η βαθιά θάλασσα (καταποντίζομαι).Ο Ποσειδώνας έχει το επίθετο «ποντομέδων» 
(μέδομαι = φροντίζω). Ο θεός αυτός κυβερνά τα θαλάσσια βάθη -τους βυθούς ή βενθούς.

 Πόρος λέγεται ο θαλασσινός δρόμος (ποντοπόρος). Κι αν άνοιγες δρόμο στη θάλασσα (εν τω πόρω)
 και γινόσουν έμπορος, είχες οφέλη οικονομικά, γινόσουν εύπορος, ειδάλλως έμενες άπορος 
(πόρος-περάω,  περ(ν)άω, πέρασμα). Στην πινακίδα της Γραμμικής Β’ έχουμε την ελληνική λέξη 
ta-ra so- po -ro, δηλαδή «θαλασσοπόρος».

 Ωκεανός είναι αυτός που κυλά γρήγορα (ωκύς = γρήγορος, νάω = πλέω) και αγκαλιάζει τη γη. 

  Και μια ακόμα αναφορά: ο ήλιος λεγόταν επίσης «άλιος και αέλιος».

  Επιπλέον , δυο λεκτικές ρίζα που παραπέμπουν στην θάλασσα είναι οι ρίζες «δαν- και -δων». 
Οι Έλληνες στην προϊστορική εποχή φαίνεται πως ονόμαζαν Δαν και Δων το υγρό στοιχείο (Ποτειδάν 
και Ποσειδών, Δανάη και χρυσή βροχή). 
 «Βρύξ» (η βρύξ, της βρυχός) λεγόταν τα νερά που βρισκόταν κάτω από την επιφάνεια της
 θάλασσας (υποβρύχιο)
«Βυσσός» λεγόταν ο βυθός (άβυσσος, βυσσοδομώ σε βάθη του μυαλού).

Θα εντοπίσω κι άλλα . Στέλνω αλισάχνη σκέψεων και σας φιλώ!
 
https://angelikimoustakou.com/2021/07/09/%ce%b7-%ce%bb%ce%b5%ce%be%ce%b7%cf%87%cf%8e-
%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%b8%ce%ac%ce%bb%ce%b1%cf%83%cf%83%ce%b1%cf%82/


Δεν υπάρχουν σχόλια: