Ένας απ’ τους
σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές, σύγχρονος του Σολωμού ο Κάλβος,
γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1792. Μητέρα του ήταν η Αδριανή Ρουκάνη γόνος
ευγενής οικογένειας, πατέρας του ο Κερκυραίος μικροαστός και τυχοδιώκτης
Ιωάννης ή Τζανέτος Κάλβος. Ο πατέρας του εγκαταλείπει τη σύζυγο του και
παίρνει τον εννιάχρονο Ανδρέα και τον εφτάχρονο αδερφό του Νικόλαο για
να μείνουν στο Λιβόρνο της Ιταλίας. Εκεί ο Ανδρέας ανέπτυξε τη
φιλομάθεια του και τις γνώσεις του στην Αρχαιοελληνική και Λατινική
λογοτεχνία. Το 1811 έγραψε στα Ιταλικά ένα κείμενο αντιπολεμικό και
αποκηρυγμένο αργότερα απ’ τον ίδιο ‘’ Ύμνο στο Ναπολέοντα’’ . Τον ίδιο
χρόνο ταξιδεύει στην Πίζα και την Φλωρεντία. Τα δύο παιδιά μεγαλώνουν
χωρίς οικογενειακή θαλπωρή με μια μάνα να έχει χάσει τα ίχνη των παιδιών
της και έναν πατέρα να τους εγκαταλείπει για επαγγελματικά ταξίδια.
Το
1812 δυο σημαντικά γεγονότα έρχονται για να σημαδέψουν τη ζωή του. Ο
θάνατος του πατέρα του με αποτέλεσμα την οικονομική του κάμψη και η
γνωριμία του με τον Ugo Foscolo, τον πιο τιμημένο ποιητή και λόγιο της εποχής του και επαναστάτη. Ο Foscolo
έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή του Κάλβου ως φίλος, δάσκαλος, μέντορας,
αλλά και μυητής στο νεοκλασικισμό και τα αρχαϊκά πρότυπα. Υπό την
καθοδήγηση του Foscolo το 1813 θα γράψει τρεις τραγωδίες στα Ιταλικά : Θηραμένης, Δαναΐδες και Ιππίας. Την ίδια χρονιά ο Foscolo
θα αυτοεξοριστεί στην Ζυρίχη για να αποφύγει το Αυστριακό καθεστώς όπου
θα ξανασυναντηθεί εκεί με τον Κάλβο το 1816 που τον ενημερώνει για τον
θάνατο της μητέρας του, γεγονός που τον συγκλονίζει.
Το
1816 οι δυο τους ταξιδεύουν στην Αγγλία όπου μετά από ένα χρόνο ο
οξύθυμος χαρακτήρας αμφοτέρων διαλύει τη φιλία τους. Ο Κάλβος
εξασφαλίζει τη διαβίωση του κάνοντας ιδιαίτερα μαθήματα στα Ιταλικά και
λιγότερο στα Ελληνικά. Κατά τη παραμονή του εκεί εκδίδει και μεταφράζει
αρκετά βιβλία.
Αργότερα
παντρεύεται την Τερέζα Τόμας, η οποία πεθαίνει μαζί με την κόρη της,
ένα χρόνο μετά το γάμο τους. Περίπου το 1820 πιθανολογείται μια απόπειρα
αυτοκτονίας του Κάλβου. Στο τέλος αυτής της χρονιάς εγκαταλείπει την
Αγγλία.
Το
1819 τυπώνει την πρώτη ελληνόφωνη ωδή του, << ελπίς πατρίδος
>>. Το 1820 επιστρέφει στην Φλωρεντία όπου εμπλέκεται στο κίνημα
των Καρμπονάρων, συλλαμβάνεται και απελαύνεται. Καταφεύγει στη Γενεύη με
τον φιλελληνικό λαό εκεί να του δείχνει την αγάπη του. Για ακόμη μια
φορά εργάζεται ως καθηγητής ξένων γλωσσών ενώ παράλληλα ασχολείται με
την έκδοση ενός χειρόγραφου της Ιλιάδας που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε.
Η
επανάσταση του 1821 βρίσκει τον Κάλβο συγκλονισμένο και ενθουσιασμένο
και εκδίδει το 1824 το πρώτο μέρος του ελληνόγλωσσου έργου του, ‘’τη
Λύρα’’, μια συλλογή 10 ωδών. Η έκδοση αυτή θα συμπληρωθεί μετά από δύο
χρόνια με ακόμη δέκα ωδές και με την οικονομική ενίσχυση των φιλελλήνων
του Παρισιού, με τίτλο ‘’τα Λυρικά’’.
Το
1826 θα επιστρέψει στην Ελλάδα με σκοπό να παραμείνει εκεί. Φθάνει στο
Ναύπλιο έχοντας ως στόχο να συμμετάσχει στην εθνική παλιγγενεσία,
απογοητεύεται όμως απ’ την διχόνοια που επικρατεί και επειδή κανείς δεν
ασχολείται με κείνον και το έργο του. Αναχωρεί με προορισμό την Κέρκυρα
όπου μέχρι το 1827 διδάσκει στην Ιόνιο Ακαδημία. Ως το 1836 βρίσκεται
στην Ακαδημία, ασχολείται και πάλι με ιδιαίτερα μαθήματα και το 1841
αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Γυμνασίου, στο τέλος του χρόνου όμως
παραιτείται. Τελικά ούτε εκεί καταφέρνει να μείνει και γυρίζει πάλι την
Ευρώπη καταλήγοντας στην Αγγλία το 1852. Ξαναπαντρεύεται ένα χρόνο
αργότερα. Εκεί αφήνει και την τελευταία του πνοή το 1869.
Γενικά
στα έργα του Κάλβου συνδυάζονται δύο αντίθετες δυνάμεις, το παγανιστικό
με το χριστιανικό στοιχείο. Οι Έλληνες διανοούμενοι για κάποιες
δεκαετίες αρνιόντουσαν να τον εντάξουν στο χώρο της Ελληνικής ποίησης.
Πρώτη προσπάθεια ένταξης έγινε απ’ τον Δημήτριο Βικελά και η δεύτερη απ΄
τον Κωστή Παλαμά.
Κατηγορία
Ιστορικά Κείμενα