Τετάρτη 24 Απριλίου 2024

ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ 21ης ΑΠΡΙΛΙΟΥ & ΟΙ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Τοῦ Μάνου Ν. Χατζηδάκη

 

 


Στήν “μεταπολιτευτική” Ἑλλάδα συνέβη μία δυσεξήγητη ἀ­ντί­­φαση κατεστημένου συστήματος καί λαϊκοῦ ὑποσυνειδήτου: Σύσσωμο τό  πο­λιτικό “κατεστημένο”, παρουσία­σε τήν 21η Ἀπριλίου, ὡς ἔνα δῆθεν λαο­μίσητο δικτατορικό καθεστώς, πού δέν προσέφερε τίποτε θετικό στον τόπο. Ἀντιθέτως, στήν μνήμη ὅσων ἔζησαν ἐκείνη τήν περίοδο, ὑπῆρ­ξαν συχνά νοσταλγικές ἀναφορές στήν «χρυσή ποχή το Παπα­δό­που­λου». Ἡ φράση «Πού εσαι Παπαδόπουλε» ἔγινε ἔνα ἀπό τά συχνά “σλόγκαν” τῆς “μεταπολιτευτικής” ἐποχῆς. Καί προήλθε κυρίως ἀπό τόν καθημερινό Ἕλληνα βιοπαλαιστή, τόν ἀγρότη, τόν ἐργάτη, τόν ἐπαγ­γε­λματία, πέρα ἀπό κόμματα καί παρατάξεις…

Ποιά εἶναι λοιπόν ἡ ἀλήθεια; Μέ ἀφορμή τήν συμπλήρωση 57 ἐτῶν ἀπό τήν 21η Ἀπριλίου 1967, στό παρόν ἄρθρο παραθέτουμε λίαν συ­νοπτικά ἀλλά καί συγκριτικά τούς βασικότερους ἀνα­­­πτυξιακούς δεῖ­κτες ἀνά παραγωγικό τομέα καί πῶς θά ἐξελισσόταν ἡ οἰκονομική πο­ρεία τῆς Ἑλλάδος ἐάν ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος δέν εἶχε ἀνατραπεί…

 Τό  θαῦμα τῆς περιόδου Παπαδοπούλου: Συγκριτικοί οἰκονομικοί δεῖκτες 1953-1993 ἀνά κυβέρνηση

Τό Α.Ε.Π. (Ἀκαθάριστο Ἐθνικό Προϊόν):

Κατά τήν διάρκεια τῆς διακυβερνήσεως Παπαδόπουλου, ἡ ἐτή­σια πο­σοστιαία ἄνοδος τοῦ ΑΕΠ ἦταν ἡ ἑξῆς: 1968: 5,7%, 1969: 9,3%, 1970: 8,3%, 1971: 8,1%, 1972: 9,1%, 1973: 8,3%. Μέσος ἐτήσιος ρυθμός αὐ­ξήσεως: 8,1% Ἡ Ἑλλάς ἦταν ἡ δεύτερη χώρα μέλος τοῦ ΟΟΣΑ σέ ρυ­θμό αὐξήσεως τοῦ ΑΕΠ, πίσω μόνο ἀπό τήν Ἰαπωνία.[1]

Τήν περίοδο 1953-1993, ὁ ρυθμός αὐξήσεως κυμάνθηκε ὡς ἑξῆς:

1953-1955 (Κυβέρνηση Παπάγου): 7,76%

1956-1963 (Κυβέρνηση Καραμανλῆ): 5,99%

1964-1967 (Κυβερνήσεις Παπανδρέου καί «Ἀποστατῶν»): 6,68%

1968-1973 (Κυβέρνηση Παπαδοπούλου): 8,1%

1975-1981 (Κυβερνήσεις Καραμανλή και Ράλλη): 3,7%

1982-1989 (Κυβέρνηση Παπανδρέου): 2,1%

1990-1993 (Κυβέρνηση Μητσοτάκη): 0,75%

Τήν περίοδο 1953-1989, ἡ αὔξηση τοῦ δευτερογενοῦς τομέα ἐπί τοῦ ΑΕΠ κυμάνθηκε ὡς ἑξῆς:

1953-1955 (Κυβέρνηση Παπάγου): 1,47%

1956-1963 (Κυβέρνηση Καραμανλῆ): 3,54%

1964-1966 (Κυβερνήσεις Παπανδρέου καί «Ἀποστατῶν»): 0,38%

1967-1973 (Κυβέρνηση Παπαδοπούλου): 7,16%

1975-1981 (Κυβερνήσεις Καραμανλῆ καί Ράλλη): 0,07%

1982-1989 (Κυβέρνηση Παπανδρέου): –1,22%

Καί ἡ ἀντίστοιχη μείωση τοῦ πρωτογενοῦς τομέα:

1953-1955 (Κυβέρνηση Παπάγου): 1,64%

1956-1963 (Κυβέρνηση Καραμανλῆ): 2,44%

1964-1966 (Κυβερνήσεις Παπανδρέου καί «Ἀποστατῶν»): 0,87%

1967-1973 (Κυβέρνηση Παπαδοπούλου): 5,94%

1975-1981 (Κυβερνήσεις Καραμανλῆ καί Ράλλη): 2,40%

1982-1989 (Κυβέρνηση Παπανδρέου): 1,13%

Οἱ οἰκονομικές ἐπιδόσεις τῆς περιόδου 1967-1973 ἦταν πού κατέ­στη­­σαν τήν Ἑλλάδα ἱκανή νά εἰσέλθει στήν ΕΟΚ. Τό 1984, συμπλη­ρώ­νο­νταν 22 χρόνια ἀπό τήν συμφωνία συνδέσεως τοῦ 1962. Τό 1967, τό ἑλ­λη­νικό ΑΕΠ κάλυπτε τό 34,8% τοῦ μέσου ΑΕΠ τῆς ΕΟΚ. Τό 1973, κά­λυ­πτε τό 42,7%! Μόλις μέσα σέ 6 χρόνια δηλαδή, εἶχε ἐπέλθει ἄνοδος 7,9%![2] Ἐκμεταλλευόμενος τήν ἀνάπτυξη ἐπί Παπαδοπούλου, ὁ Κα­ρα­μαν­λής ζήτησε ἤδη ἀπό τό 1975 τήν ἄμεση εἴσοδο τῆς Ἑλλάδος στήν ΕΟΚ.

 

Τό κατά κεφαλήν εἰσόδημα:

Τό 1967, τό ἐθνικό κατά κεφαλήν εἰσόδημα ἀνερχόταν στά 774 δολ­­λάρια. Ἦταν γενικῶς ἀποδεκτό πώς τό ὅριο τῆς φτώχειας ἦταν τά 1.000 δολλάρια. Κατά τήν διάρκεια τῆς 21ης Ἀπριλίου, τό κατά κεφαλήν εἰσόδημα σημείωσε τήν ἑξῆς ἐτήσια αὔξηση: 1968: 851$ (αὔξηση 5,6%), 1969: 925$ (αὔξηση 8,7%), 1970: 999$ (αὔξηση 8%), 1971: 1.080$ (αὔ­ξηση 8,1%), 1972: 1.171$ (αὔξηση 8,4%), 1973: 1.266$ (αὔξηση 8,1%), Με­σος ἐτήσιος ρυθμός αὐξήσεως: 7,8%

Συνεπῶς, ἡ αὔξηση τοῦ κατά κεφαλήν εἰσοδήματος κατά 492 δολ­λά­­ρια τήν περίοδο 1967-73, ὑπῆρξε μεγαλύτερη ἀπό τήν αὔξηση 427 δολ­­­λαρίων πού πέτυχε ἡ προηγούμενη 13ετία, καθώς καί ἀπό τήν αὔ­ξηση 379 πού σημειώθηκε τήν ἑπόμενη 17ετία!

Κατά τήν περίοδο 1953-1993, τό ἐθνικό κατά κεφαλήν εἰσόδημα ση­μείωσε τήν ἑξῆς ἄνοδο:

- 1953-1955 (Κυβέρνηση Παπάγου): 6,63%

- 1956-1963 (Κυβέρνηση Καραμανλῆ): 5,28%

- 1964-1967 (Κυβερνήσεις Παπανδρέου–“Ἀποστατῶν”): 6,8%

- 1968-1973 (Κυβέρνηση Παπαδοπούλου): 7,8%

- 1975-1981 (Κυβερνήσεις Καραμανλῆ καί Ράλλη): 2,5%

- 1982-1989 (Κυβέρνηση Παπανδρέου): 1,2%

- 1990-1993 (Κυβέρνηση Μητσοτάκη): 0,3%

 

Οἱ ἐπενδύσεις:

Ἀρχικῶς, θά παρουσιάσουμε τίς ἀκαθάριστες ἐπενδύσεις πα­γίου κε­φαλαίου, πού εἶναι ἀντιπροσωπευτικές τοῦ ἐθνικοῦ πλούτου. Ὁ με­σος ρυθμός αὐξήσεώς τους ἐπί Παπαδο­πούλου ἦταν 12,6% καί κάλυ-πταν τό 25,3% τῶν συνολικῶν οἰκονομικῶν δαπανῶν τῆς ἑλληνικῆς οἰκονομίας. Κατά τά ἔτη 1968-1972, ἡ αὔξηση εἶχε ἀνέλθει σέ 14,6% (τό 1973 ἦταν ἔτος παγκόσμιας οἰκονομικῆς ὑφέσεως, τήν ὁποία ὅμως ἡ Ἑλλάς κα­τά­­φερε ἐν πολλοῖς νά μετριάσει).[3] Τήν περίοδο 1953-1993, ἡ ἐξέλιξη τῶν ἀκαθαρίστων ἐπενδύσεων παγίου κεφαλαίου σημείω-σε τήν ἑξῆς αὔξηση:

1953-1955 (Κυβέρνηση Παπάγου): 4,56%

1956-1963 (Κυβέρνηση Καραμανλῆ): 11,5%

1964-1967 (Κυβερνήσεις Παπανδρέου και «Αποστατών»): 8,7%

1968-1973 (Κυβέρνηση Παπαδοπούλου): 12,6%

1975-1981 (Κυβερνήσεις Καραμανλῆ καί Ράλλη): 2,2%

1982-1989 (Κυβέρνηση Παπανδρέου): 0,4%

1990-1993 (Κυβέρνηση Μητσοτάκη): 2,2%

Καί πάλι, οἱ ἐπενδύσεις ἐπί Παπαδοπούλου ἦταν οἱ ὑψηλότε-ρες στήν μεταπολεμική ἱστορία τῆς Ἑλλάδος.[4]

Οἱ κατά κεφαλήν ἐπενδύσεις κεφαλαιουχικοῦ ἐξοπλισμοῦ, πού ἀντιπροσωπεύουν τήν ἀνάπτυξη τῆς παραγωγῆς μίας χώρας, ἀκο­λού­θησαν τήν ἑξῆς αὐξητική πορεία:

1956-1966: 12,94%

1967-1973: 14,04%

1975-1981: 0,95%

1982-1989: 1,86%

1990-1992: 4,65%

Καί πάλι, οἱ κατά κεφαλήν ἐπενδύσεις κεφαλαιουχικοί ἐξοπλι-σμοῦ ἐπί Παπαδοπούλου ἦσαν οἱ ὑψηλότερες τῆς μεταπολεμι-κῆς Ἑλλάδος.

Οἱ ἰδιωτικές ἐπενδύσεις εἶχαν τήν ἑξῆς ἐτήσια αὔξηση:

1953-1966: 10,2%

1967-1973: 10,7%

1975-1981: 3,2%

1982-1989: 0,4%

1990-1992: 0,9%

Μία ἀκόμη πρωτιά. Καί θά τονίσουμε ὡς τό 1973 ἦταν ἔτος κρίσης. Τήν περίοδο 1968-1972, οἱ ἰδιωτικές ἐπενδύσεις εἶχαν σημειώσει αὔ­ξη­ση  14,4%![5]

Οἱ δημόσιες ἐπενδύσεις αὐξήθηκαν ὡς ἐξῆς:

1953-1966: 10%

1967-1973: 10,9%

1975-1981: 0,2%

1982-1989: 1,8%

1990-1992: 6%

Κι ἄλλη πρωτιά. Σημειωτέων ὅτι σημειώθηκε κι ἕνας ἐξωφρενικός ἐπα­­ναπατρισμός ἑλληνικοῦ κεφαλαίου κατά 70%![6]

Ἐπετεύχθη, παράλληλα καί πρωτοφανής ποιοτική βελτίωση τῶν ἐπεν­δύσεων, καθώς ἡ Ἑλλάς τοῦ Παπαδόπουλου κατέλαβε τήν πρώτη θέ­ση στήν σχέση ἐπενδύσεων παγίου κεφαλαίου ἀνα-λογικῶς πρός τίς συνολικές οἰκονομικές δαπάνες καί τό ΑΕΠ. Τό 1972, ἡ συμμετοχή τῶν ἀκαθαρίστων δαπανῶν στήν συνολική οἰκονομική κατανάλωση εἶχαν μειωθεῖ κατά 76,7%.[7] Ἀπό τήν ἄλλη, ἡ συμμετοχή τῶν ἀκαθαρίστων ἐπενδύσεων σημείωσε αὔξη­ση 24,7%.[8]

Τήν περίοδο 1956-1989, ἡ ποσοστιαία βελτίωση τῶν ἀκαθαρί-στων ἐπενδύσεων συγκριτικῶς πρός τίς οἰκονομικές δαπάνες εἶχε ὡς ἑξῆς:

1956-1963: 3,39%

1964-1966: 0,39%

1967-1973: 4,56%

1975-1981: 0,92%

1982-1989: –2,42%

Καί οἱ ἀντίστοιχη ποσοστιαία βελτίωση τῶν ἀκαθαρίστων ἐπεν­­δύ­σεων συγκριτικῶς πρός τό ΑΕΠ εἶχε ὡς ἑξῆς:

1956-1963: 3,7%

1964-1966: 0,07%

1967-1973: 5,4%

1975-1981: 1,44%

1982-1989: –1,92%

Καί ἐδῶ, ἡ Κυβέρνηση Παπαδοπούλου ἔρχεται πρώτη, ἐνῶ εἶ-ναι ἐμ­φα­νής ἡ μετά τό 1974 κατρακύλα (ὅπως καί σέ κάθε ἄλλον οἰκονομικό τομέα).[9]

 

Ἡ παραγωγικότητα τῆς οἰκονομίας:

Τήν περίοδο 1967-1973, ἡ Ἑλλάς ἦταν ἡ 1η χώρα-μέλος τοῦ ΟΟΣΑ σέ ρυθμό αὐξήσεως τῆς οἰκονομικῆς παραγωγικότητος καίσέ ρυ­θμό αὐξήσεως τῆς ἐργασιακῆς παραγωγικότητος. Μέχρι τό 1979, εἴ­χα­με πέσει στήν 7η θέση, ἐνῶ μέχρι τήν δεκαετία τοῦ ’90 στήν 21η θέ­ση.[10]

Τήν περίοδο 1968-1972, ὁ μέσος ἐτήσιος ρυθμός αὐξήσεως τῆς οἰ­κονομικῆς παραγωγικότητος ἦταν 7,5%. Τό δέ 1973, ἀνῆλθε στό 8%!

ἰδιωτική ἀποταμίευση, ἀντιπροσωπευτική της ἐμπιστοσύνης τοῦ πολίτη πρός τό κράτος, κυριολεκτικά ἐκτινάχθηκε! Μέχρι τό 1970, οἱ ἰδιωτικές καταθέσεις εἶχαν ἀνέλθει σέ 99.633.000.000 δρχ., ἔναντι 49.236.000.000, ὅπου βρίσκονταν τό 1967. Ἐπρόκει­το, δηλαδή, γιά διπλασιασμό ἐντός 3ετίας!

Τήν περίοδο 1967-1971, ὁ μέσος ἐτήσιος ρυθμός αὐξήσεως τῶν ἰδιω­τικῶν καταθέσεων ἦταν 22,6% (τήν 5ετία 1962-1966 ἦταν 19,2%). Τό 1971, ἐν σχέσει πρός τό 1966, οἱ ἰδιωτικές ἀπο­τα­μιεύ­σεις εἶχαν αὐξηθεῖ κατά 174%!

Οἱ δέ καταθέσεις σέ συνάλλαγμα σημείωσαν ἀκόμη πιό ἐντυπω­σια­κή αὔξηση: ἀπό 29.600.000$ τήν περίοδο 1962-1966, ἔφτασαν τά 279.400.000$ τήν περίοδο 1967-1971. Σημειώθηκε δηλαδή αὔξηση 504,9%! Λόγω αὐτοῦ τοῦ πενταπλασιασμοῦ, τό Διεθνές Νομισματικό Τα­μεῖο ἀναγνώρισε τήν Ἑλλάδα γιά πρώτη φορά ὡς ἀποδέκτη εἰδι­κῶν τραβηκτικῶν δικαιωμάτων (Spe­cial Drawing Rights) 16.000.­000$.

σχέση αὐξήσεως καταθέσεων καί ἰδιωτικοῦ εἰσοδή-ματος αὐξή­θηκε ἀπό 4,1% τήν περίοδο 1962-1966, σέ 7,5% τήν περίοδο 1967-1971. Οἱ Ἕλληνες πλούτιζαν κατά τήν διάρκεια τῆς Ἐπα­ναστά-σεως.

Τό Δημόσιο Χρέος:

Τό 5ετές Πρόγραμμα Οἰκονομικῆς Ἀναπτύξεως 1968-1972 προέ­­βλε­πε πώς ἡ ἐγχώρια ἀποταμίευση (344.400.000.000) θά κάλυπτε στό 90% τά ἀπαιτούμενα ἔσοδα (382.400.000.000 δρχ.). Ἐξεδόθησαν, λοι­πόν, ὁμολογιακά δάνεια γιά νά ἐπιτευχθεῖ ἡ συνέχιση τῆς ἀνάπτυξης δίχως ἐξωτερικό δανεισμό. Τά ὁμολογιακά αὐτά δάνεια κάλυπταν πε­ρί­που τό 20% τῶν δημοσίων ἐπενδύσεων, ὅπως προέβλεπε τό 5ετές Πρό­γραμμα Οἰκονομικῆς Ἀναπτύξεως 1968-1972.

χρηματοδότηση τοῦ ἰδιωτικοῦ τομέα (καί ὑπενθυμίζουμε ὅτι ὑπῆ­ρξε καί διαγραφή ὅλων τῶν ἀγροτικῶν χρεῶν, τό 1968) τήν περίο­δο 1967-1971, ἀνῆλθε στίς 88.100.000.000 δρχ., ἔνα­ντι τῶν 27.600.­000.­000 τῆς περιόδου 1962-1966. Σημειώθηκε δηλαδή αὔξηση 155,5%!

χρηματοδότηση τοῦ δημοσίου τομέα ἀπό τίς τράπεζες, ση­μείωσε μείωση 130%! Καί αὐτό κατέστη δυνατόν, ἀφ’ ἑνός, ἐπει­δή τά ὁμολογιακά δάνεια πού ὁρισμένοι κατακρίνουν εἶχαν συ­γκεντρώσει τά ἀπαραίτητα κεφάλαια καί, ἀφ’ ἑτέρου, ἐπειδή ἡ Ἐπανάσταση τερμάτισε τήν πρακτική τῶν «παγωμένων δανείων» πού ἐφάρμοζε ἡ Ἐκδοτική Τράπεζα στό παρελθόν.

ἐσωτερικός δανεισμός ἀνερχόταν στίς 67.260.000.000 δρχ., τό 1973. Καί χρησιμοποιήθηκαν ὅλες ἀποκλειστικός γιά πα-ραγωγικές ἐπενδύσεις, οἱ ὁποῖες ἀπεδείχθησαν ὅλες κερδοφόρες.

ἐξωτερικός δανεισμός, ἀπό τήν ἄλλη, ἦταν κυριολεκτικά ἐλά­χιστος. Γενικώτερα, οἱ ἐξωτερικοί πόροι κάλυπταν μόλις κατά 10% (38.000.000.000 δρχ.) τά ἀπαιτούμενα πιστωτικά ἔσοδα πού προέ­βλε­πε τό 5ετές Πρόγραμμα Οἰκονομικῆς Ἀναπτύξεως 1968-1972 (382.­400.000.000 δρχ.). Ἀπό ἐκεῖνο τό 10%, τό μεγα-λύτερο μέρος δέν ἦταν ἐξωτερικός δανεισμός, ἀλλά ξένες ἐπενδύσεις.

Τήν περίοδο 1961-1966, ὁ ἐξωτερικός δανεισμός ἀνερχόταν σέ 13.480.000.000 δρχ. καί ἔφτασε τίς 26.820.000.000 δρχ., τήν περίοδο 1967-1973. Ἐπρόκειτο γιά διπλασιασμό, ὁ ὁποῖος ὅμως ἦταν ἀσήμα­ντος λόγω του γιά πόσα χαμηλά ποσά ἐπρόκειτο. Ἦ-ταν ἐξάλλου αὐτο­εξυ­πηρετούμενο χρέος, πού καλυπτόταν ἀ­πό τήν αὔξηση τοῦ ἐθνι­κοῦ πλούτου.

ἐξωτερικός δανεισμός ἀποτελοῦσε μόλις τό 2,97% τοῦ ΑΕΠ! Καί κάλυπτε μόλις τό 3,48% τῶν πιστωτικῶν ἐσόδων πού προέ­βλε­πε τό 5ετές Πρόγραμμα Οἰκονομικῆς Ἀναπτύξεως 1968 - 1972. Συνολι­κά, δηλαδή, τό ἐξωτερικό χρέος τῆς Ἑλλάδος ἀντιστοιχοῦσε μόλις σέ ἕνα ὑγιέστατο 5,6% τοῦ ΑΕΠ. Ἦταν ἀπό τά χαμηλότερα διεθνῶς.

Τό συνολικό δημόσιο χρέος, ἐσωτερικό καί ἐξωτερικό, ἀπό τίς 32.074.000.000 δρχ. ὅπου βρισκόταν τό 1967, ἀνῆλθε στίς 94.283­.­000.­000 δρχ., τό 1973. Ἐπρόκειτο γιά ἕνα ἀπό τά χαμηλό­τερα χρέη διε­θνῶς. Ἀνερχόταν στό 21,32%, μέ τήν κόκκινη γραμμή νά βρίσκεται στό 30%.

Ὁ μέσος ἐτήσιος ρυθμός αὐξήσεως τοῦ δημοσίου χρέους κυμάν­θηκε ὡς ἑξῆς τήν περίοδο 1953-1989:

1953-1963: 31,24%

1964-1966: 22,17%

1967-1973: 16,79%

1975-1981: 28,51%

1982-1989: 33,57%

Παρατηροῦμε, λοιπόν, πώς ἡ ποσοστιαία αὔξηση τοῦ δημοσίου χρέ­ους ἐπί Παπαδοπούλου ἦταν ἡ χαμηλότερή της μεταπολεμικῆς ἱστο­ρίας τῆς Ἑλλάδος.[11]

Ἀκόμη κι αὐτό τό χαμηλό χρέος, ὅμως, ἦταν αὐτοεξυπηρετούμε­νο, καθώς ὁ ἐθνικός πλοῦτος αὐξανόταν μέ φρενήρης ρυθ-μούς.

Ὅσο γιά τήν σχέση τοῦ δημοσίου χρέους πρός τό ΑΕΠ, πα-ραθέ­του­με τούς ἀριθμούς ἀπό τόν Παπαδόπουλο κι ἔπειτα καί ἀφήνουμε τόν ἀναγνώστη νά ἐξάγει τά δικά του συμπεράσματα:

Παπαδόπουλος:              21,32%

Καραμανλῆς – Ράλλης:  55%

Παπανδρέου:                   113%

Μητσοτάκης:                   145%

Χαρακτηριστική ἡ πρόβλεψη τοῦ 15ετούς Προγράμματος Προοπτι­κῆς Ἐθνικῆς Ἀνα­πτύξεως 1973-1987, ὅτι ἀπό τό 1985 κι ἔπειτα ἡ Ἑλ­λάς θά μποροῦσε νά καταστεῖ χώρα ἐξωτερικοῦ δανεισμοῦ! Τό πρόγραμμα προέβλεπε πώς θά μπορούσαμε νά διαθέ-σουμε 300.000.­000$ (πού ἀντιστοιχοῦσε στό 1% τῶν διαθέσι­μων πόρων) γιά νά ἐνι­σχύει ἀναπτυσσόμενες οἰκονομίες![12]

 Ἐξαγωγές καί εἰσαγωγές:

Τήν περίοδο 1968-1972, ὁ μέσος ἐτήσιος ρυθμός αὐξήσεως τῶν ἐξα­γωγῶν ἦταν 12,5%.[13] Ἡ δέ μεταποιητική ἀξία τῶν ἐξα-γωγικῶν προϊό­ντων σημείωσε αὔξηση 398%![14] Τό 1966, ὁ δείκτης ὄγκου τῶν βιομηχανικῶν ἐξαγωγῶν ἦταν 24,8 καί ἔφτασε, τό 1973, νά εἶναι 70,7![15] Φυσικά, ὁλοκληρώνουμε τό θέμα τῶν ἐξαγωγῶν μέ μία σύγκρι­ση τῶν ἐξαγωγικῶν εἰσπράξεων, κατά τήν περίοδο  1953-1989:

 1956-1963: 295.900.000$ (αὔξηση 43,4%)

1964-1966: 403.500.000$ (αὔξηση 36,4%)

1967-1973: 1.774.100.000$ (αὔξηση 339,7%)

1975-1981: 4.771.300.000$ (αὔξηση 168,9%)

1982-1989: 5.994.400.000$ (αὔξηση 25,6%)

Ἡ Ἑλλάς στήν διεθνῆ πρωτοπορεία: ἡ ἀνάπτυξη στούς βασικούς παραγωγικούς τομεῖς

Ἡ ἀνάπτυξη τῆς Ἑλλάδος σέ κάθε παραγωγικό τομέα τήν περίοδο 1968-1973, τήν ἀνήγαγε στήν διεθνῆ πρωτοπορεία.

Τά “Oscar Οἰκονομίας” γιά τό 1971 καί τό 1972

Ἀπό τό 1962, οἱ Financial Times London περιεῖχαν τήν εἰδική ἐτήσια στήλη “Lombard”, ἡ ὁποία ἀπένειμε τό βραβεῖο “Economic Oscars”, ὁ νικη­τής τοῦ ὁποίου ἀποφασιζόταν ἀπό μία ὁμάδα κορυ­φαίων διεθνῶν οἰκονομολόγων, προεδρεύοντος τοῦ C. Gordon Tether. Ἡ Ἑλλάς ὑπῆρξε ἡ μοναδική χώρα πού κατέκτησε τό βρα-βεῖο συνεχόμενες φορές! Τήν πε­ρίοδο 1968-1973, εἶχαν βραβευτεῖ οἱ:

1968: Αὐστραλία

1969: Ἰαπωνία

1970: Φινλανδία

1971: Ἑλλάς

1972: Ἑλλάς

1973: Αὐστραλία

Γιά τό 1971, οἱ Times ἔγραφαν στίς 10 Ἰανουαρίου 1972: «Τό Oscar Οἰκονομίας ἀπονεμήθηκε στήν Ἑλλάδα διότι πέτυχε ταχεία ἀνάπτυξη, ὑγιές ἰσοζύγιο ἐξωτερικῶν πληρωμῶν καί σχεδόν τήν καλύτερη ἀντ­ι­πλη­θω­ριστική πολιτική τοῦ ἔτους 1971».

Γιά τό 1972, διαβάζουμε στίς 15 Ἰανουαρίου 1973:

«Γιά τίς καλύτερες γενικές ἀποδόσεις: Τό βραβεῖο γιά τίς χῶρες “ὑψη­λοῦ εἰσοδήματος” πηγαίνει στήν Ἑλλάδα πού διε-τή­ρησε ἕναν ρυθμό ἀνα­πτύ­ξεως 8,5%, μέ παράλληλη ἰσχυρή θέση ἐπί τῶν πληρωμῶν καί μία ἐξαι­ρετική προσέγγιση στήν νομισμα­τική σταθερότητα, ἕνα ἐπίτευγμα γιά τό ὁποῖο τήν ἐπαίνεσε καί ὁ ἴδιος ὁ ΟΟΣΑ. Ἑπόμενες -σέ μία γενικά κα­κή χρονιά- ἦλθαν ἡ Γαλλία καί ἡ Αὐστραλία».

Πολύ συνοπτικά, θά ἀναφερθοῦμε στούς πιό βασικούς παρα­γω­γι­κούς τομείς, μιάς καί τό συνολικό ἔργο θά ἦταν ἀδύνατον νά ἐκτεθεῖ στήν παρούσα μελέτη[16]:

- Βιομηχανία: Σύμφωνα μέ ἐκθέσεις τοῦ ΟΟΣΑ ἀπό τόν Ἰούλιο τοῦ 1970 κι ἔπειτα, ἡ Ἑλλάς εἶχε κατακτήσει τήν 1η θέση παγκο­σμίως σέ αὔξηση (ποσοτική καί ποιοτική) τῆς βιομηχανικῆς παραγωγῆς, ἀλλά καί στούς ρυθμούς ἀνόδου τῶν τομέων τῆς μετα­λ­λουργίας, τῆς ὑφα­ντι­κῆς βιομηχανίας, τῆς χημικῆς βιομηχανίας καί τῶν σιδηρο­με­ταλλ­ευμάτων! Παράλληλα, ἱδρύθηκαν περισσότερες βιομηχανίας ἀπό ὅσες εἶχαν ἱδρυθεῖ ἀπό τό 1923 κι ἔπειτα!

- Ἠλεκτρική ἐνέργεια: Ἀπό τό 1971 κι ἔπειτα, ἡ Ἑλλάς κατεῖχε τήν 1η θέση τῶν χωρῶν-μελῶν τοῦ ΟΟΣΑ στόν ρυθμό αὐξήσεως τῆς τῆς ἠλε­κτρικῆς ἐνεργείας. Τό 98,7% τῆς Ἐπικρατείας φω­τοδοτήθηκε, μέ 5.634 χωριά νά λαμβάνουν ἠλεκτρικό ρεῦμα γιά  πρώτη φορά!

- Ἐμπορική ναυτιλία: Τό 1967, ἡ Ἑλλάς διέθετε μόλις 1.775 πλοῖα, μέ χωρητικότητα 7.850.000 κόρων. Τό 1973, εἶχαν αὐξηθεῖ στά 3.150 πλοῖα, ἡ δέ χωρητικότητα στούς 24.000.000 κόρους! Παράλληλα, ἡ ναυπηγική δραστηριότητα τῆς Ἑλλάδος ση­­μείωσε αὔξηση 1.800%...

- Τηλεπικοινωνίες: Τό 98,6% τῶν Ἑλλήνων ἀπέκτησε τηλεφω­νική σύνδεση, μέ τίς 579.083 σταθερά τηλέφωνα τοῦ 1966 νά ἔ-χουν ξεπε­ράσει τό 1973 τά  1.900.000!

- Τουριστική ἀνάπτυξη: Ἀπό τό 1971, ἡ Ἑλλάς ἀπέκτησε τήν 1η θέση καί σέ αὐτόν τόν τομέα. Δημιουργήθηκαν 421 ξενο­δοχειακά συγ­κροτήματα, ἐνῶ οἱ τουριστικές κλίνες διπλασιάστηκαν καί ἔφ­τα­σαν τίς 81.249. Οἱ 996.473 τουρίστες τοῦ 1967, εἶχαν ἀνέλθει τό 1973 σέ 2.731.587! Τό δέ συνάλλαγμα πού ἔφε-ραν, τό ὁποῖο τό 1967 ἀνερχόταν στά 126.800.000$, τό 1973 ἔφ-τα­σε τά 401.050.000$!

- Οἰκοδομική δραστηριότητα: Ἄλλος ἕνας τομέας στόν ὁποῖ­ον ἡ Ἑλλάς ἀπό τό 1970 κι ἔπειτα ἀπέκτησε τήν διεθνή πρωτιά. (Ο.Η.Ε. ἀπό τό 1970 καί ἔπειτα).

- Ἐργατικό εἰσόδημα: Ὅπως πιστοποιοῦσαν ὁ ΟΟΣΑ (1969), ὁ ΟΗΕ (1970) καί ἡ οἰκο­νο­μική ἐπιθεώρηση “Vision” (1972), ἡ Ἑλλάς ἦ­ταν πρώτη σέ ποσοστό αὐξήσεως ἀμοιβῆς τῶν ἐργα­ζομένων.

- Στέγαση: Παράλληλα, ἡ Ἑλλάς κατέλαβε τήν 1η θέση καί στήν ἀναλογία αὐξήσεως κατοικιῶν πρός τόν συνολικό πληθυ­σμό καί τήν 2η θέση στίς περατωθεῖσες κατοικίες ἀνά 1.000 κατοίκους.

 

Οἱ ἐξοπλισμοί τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων 1967-1973

Μέ τό 5ετές Πρόγραμμα Ἐξοπλισμῶν 1968 - 1972 δα­­πανήθη­καν γιά τίς Ένοπλες Δυνάμεις 4.500.000.000 δρχ. μέ κυ­ριότερες προμήθειες:

- 60 Ἅρματα Μάχης ΑΜΧ-30.

- Tήν πρώτη δόση φορητοῦ ὁπλισμοῦ FN, γιά τίς Εἰδικές Δυ­νάμεις.

- Μία Μοῖρα Α/Τ πυραύλων “Χώκ”.[17]

- Τηλεκατευθυνόμενα Α/Τ SΑCLOS.

- Κινητά Ραντάρ καί Ραντάρ Ταγμάτων Πεζικοῦ.

- 4 Ὑποβρύχια τύπου 209: Τά ΓΛΑΥΚΟΣ S-110, ΝΗΡΕΥΣ S-111, ΠΡΩΤΕΥΣ S-112 καί ΤΡΙΤΩΝ S-113.[18]

- 4 Πυραυλάκατοι COMBATTANTE II: Οἱ ΚΥΜOΘΟΗ P-53, ΚΑ­ΛΥΨΩ P-54, ΕΥΝΙΚΗ P-55 και ΝΑΥΣΙΘΟΗ P-56.[19]

- 7 Τορπιλλάκατοι ἀπό τήν Γερμανία, 5 Ἀντιτορπιλλικά και 4 Ναρκαλιευτικά.

- Τό νέο Δεξαμενόπλοιο ΝΑΥΚΡΑΤΟΥΣΑ L-153 πού ἔγινε ἕδ­ρα τῆς Διοικήσεως Πλοίων Ἀποβάσεων, τό Ἁρματαγωγό ΚΡΗ­ΤΗ L-171 καί τό Πετρελαιοφόρο ΑΡΙΑΔΝΗ Α-414.

- 36 ἀεροσκάφη F-4E Phantom ΙΙ, τά πιό σύγχρονα μα­χη­τι­κά “δευ­τέρας γενεᾶς”.[20]

- Ἑλικόπτερα ALOUETTE ΙΙΙ, γιά τό Π.Ν., AB205 HUEY γιά τήν Π.Α. 4 Agusta-Bell 206A Jetranger καί 6 Agusta-Bell ΑΒ­47­G5 καί OH-13H.

- 160 Shelters (Καταφύγια Ἀεροσκαφῶν).

Στίς 9 Ἰανουαρίου 1973 συντάχθηκε δεύτερο 5ετές Πρόγ­ραμ­­­­­μα Ἐξο­πλισμῶν 1973-1977 προϋπολογισμοῦ 9.000.000.­000 δρχ. και ἀπο­φα­σίσθηκε ἡ σύνταξη τρίτου 5ετοῦς Πρόγραμματος ξοπλισμῶν 19­78­-1983 δαπάνης 26.000.000.000 δρχ, στά πλαί­σια τοῦ 15τοῦς Προ­γράμματος Μακροχρονίου Ἀνα­­πτύ­ξεω­ς 1972-1987.[21] Προέβλεπε πα-ραγ­γελίες γιά ἀκόμη:

- 4 Ὑποβρύ­χια τύ­που 209/1200.

- 130 AMX-30 καί 105 ΑΜΧ-10Ρ ἀμφίβιων ἐρπυ­στριο­φό­ρων μεταφορᾶς προσωπικοῦ.

- Α/Τ πυραύλων «MILAN» καί Α/Α πυροβόλων Oerlikon.

- Ἀκόμη 4 Πυ­ραυλακάτων COMBATTANTE III.[22]

- 40 ἀεροσκαφῶν Dassault - Breguet Mirage F.1CG.

- 60 βομβαρδιστικά Α-7ECorsair. Ἡ παραγγελία τους ἔ-γι­­νε τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1973 ἐπί Πα­παδόπουλου.

- 12 μεταγωγικά C130H Hercules.

 

Τὀ 15ετές Πρόγραμμα Προτύπου Μακροχρονίου Ἀναπτύξεως 1973-1987: πού θά εἶχε φτάσει ἡ Ἑλλάδα

 Τόν Ἰούλιο τοῦ 1971, δημιουργήθηκε Ἐπιτροπή Ἐθνικῆς Προτύπου Ἀναπτύξεως, ἡ ὁποία σχημάτισε 56 ὑποεπιτροπές καί ὁμάδες ἐργασιῶν. Στό ὅλο ἐγ­χείρημα συμμετεῖχαν περισσότεροι ἀπό 600 ἐπιστήμονες! Ἡ ἐπιτροπή εἶχε ἀποστολή τήν σύνδεση τῶν ἐπιμέρους 5ετών προγραμ­μάτων σέ ἕνα «15ετές Πρόγραμμα Προ­τύπου Μακροχρονίου Ἀνα­πτύ­ξεως 1973-1987», τό ὁποῖο θά εἶχε προοπτική ἕως τό 2000 καί θά ἀπο­τε­λοῦ­σε τήν μακρο­πρό­θεσμη ἀναπτυξιακή στρατηγική τῆς Ἑλλά­δος.

Τό 700 σελίδων πρόγραμμα δόθηκε στήν δημοσιότητα στίς 11 Σε­πτεμβρίου 1972, ἀπό τόν Πρόεδρο τῆς ἐπιτροπῆς  Ἀλέ­ξαν­δρο Τσάτσο. Οἱ ἐπιτεύξιμοι στόχοι ἐκείνου τοῦ προγράμματος ἤσαν κυριολεκτικά συγ­κλονιστικοί καί μία ἁπλή ἀντιπαραβολή μέ τήν πρα­γματικότητα τοῦ σήμερα -ἀλλά καί τῶν δεκαετιῶν τοῦ ’90 καί τοῦ ’00- ἀρκεῖ γιά νά πει­στεῖ ὁ ἀναγνώστης περί τῆς ἀνωτερότητος τῆς πραγματικῆς Μεταπολι­τεύ­­σεως ἔναντι τῆς νόθας του Ἰουλί­ου τοῦ 1974. Εἰδικώτερα, ἡ ἀνάπτυ-ξη πού θά ἐπερχόταν μέχρι μόλις τό 1987, ἐν σχέσει πρός τίς ἤδη ἐκπλη­κτικές ἐπιδόσεις τοῦ 1972, θά ἦταν ἡ ἑξῆς:[23]

- Ἐθνικό εἰσόδημα: ἀπό 290.000.000.000 δρχ., θά ἔφτανε τίς 800.000.000.000 δρχ., μέ τιμές μάλιστα τοῦ 1972, δίχως κάν νά ὑπο­λογίζουμε τόν πληθωρισμό!

- Κατά κεφαλήν εἰσόδημα: ἀπό 1.080$, θά ἔφτανε τά 2.600$! Πλέον, δηλαδή, ἡ Ἑλλάς θά συγκαταλεγόταν μεταξύ τῶν πιό ἀνεπτυγμέ­νων οἰκονομικῶς χωρῶν τῆς ΕΟΚ, κάτι τό ὁποῖο σή­μερα ἀκούγεται σάν ἀνέκδοτο!

- Ἀκαθάριστες ἐπενδύσεις παγίου κεφαλαίου: θά τετρα-πλα­­σιάζονταν, φτάνοντας τίς 2.750.000.000.000!

- Ἐξαγωγές: ἀπό 800.000.000$, θά ἔφταναν τά  6.000.000.­000$!

- Τουριστικές εἰσπράξεις: ἀπό 400.000.000$, θά ἔφταναν τά  4.000.000.000$!

- Συμμετοχή δευτερογενοῦς τομέα (βιομηχανίας) στό ΑΕΠ: ἀπό 32,3%, θἀ ἐκτοξευόταν στό 43,2%!

- Συμμετοχή πρωτογενοῦς τομέα (γεωργία) στό ΑΕΠ: ἀπό 15,7%, θά μειωνόταν στό 9,4%, ἐπιτυγχάνοντας τήν πλήρη ἐκ­βιο­μη­χάνιση!

- Ἡ Ἑλλάς θά ἠδύνατο νά καταστεῖ χώρα ἐξωτερικοῦ δα­νει­σμοῦ καί νά διαθέτει τό 1% τοῦ ΑΕΠ τῆς στήν ὑποστήριξη ἀναπτυσ­σό­μενων οἰκονομιῶν!

Παράλληλα, ὅμως, τό πρόγραμμα γιγάντωνε τίς δαπάνες (ἀκόμη καί ἀναλογικῶς πρός τήν δυσθεώρητη παράλληλη ἀνά­πτυξη τῶν ὑπο­λοί­πων τομέων) σέ δυό πολύ σημαντικούς τομεῖς: τήν ἐπιστημονική ἔρευ­να καί τήν παιδεία.

- Οἱ δαπάνες γιά ἐπιστημονική ἔρευνα ἀπό 550.000.000 δρχ. θά ἔφταναν τίς 12.000.000.000 δρχ., ἐνῶ οἱ δαπάνες γιά τήν Παιδεία ἀπό 6.900.000.000 δρχ. θά ἔφταναν τίς 40.000.000.­000 δρχ.!

- Χωροταξική κατανομή πληθυσμοῦ: θά ἀναπτύσσονταν 6 περι­φερειακά κέντρα βιομηχανικῆς ἀναπτύξεως (πέραν τῶν ἤδη ὑπαρ­χό­ντων), οὕτως ὥστε ἡ ἀποκέντρωση νά μεταφερόταν ἐκτός ἀπό τόν τομέα τῆς διοικήσεως καί στόν τομέα τῆς οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως! Συ­γκεκριμένα, μέχρι τήν λήξη τοῦ προγράμματος θά εἶχαν χτιστεῖ 1.800.­000 νέες κατοικίες, θά εἶχαν δη-μιουργηθεῖ 920.000 τουριστικές κλίνες καί θά εἶχαν προστεθεῖ  70.000 στρέμματα βιομηχανικῶν γαιῶν!

Τό πρόγραμμα ἐπίσης λάμβανε ἐξαιρετικά μέτρα καί γιά τούς τομεῖς τοῦ δημογραφικοῦ, τήν προστασία τοῦ περιβάλλοντος (λόγω τῆς ἐκβιομηχανίσεως), τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς περιφερειακῆς καί κοι­νωνι­κῆς ἀναπτύξεως.

Ἡ ποιοτική διαφορά τῆς ἀσύλληπτης -ὡστόσο πραγματοποιήσι­μης- ἐκείνης προοπτικῆς μέ τά τελευταῖα 50 σχεδόν ἔτη, δέν θά μπο­ροῦσε νά εἶναι πιό χαώδης.

Ἐγγύηση γιά τήν ἐφαρμογή τοῦ 15ετούς Προγράμματος Προτύπου Μακροχρονίου Ἀναπτύξεως 1973-1987 θά ἦταν ἡ παρουσία τοῦ Γεω­ργί­ου Παπαδοπούλου στό ἀνώτατο πολιτειακό ἀξίωμα. Ἔτσι, ὁποιαδή­πο­τε κυβέρνηση κι ἄν προέκυπτε ἀπό τίς ἐκλογές τοῦ Φεβρουαρίου 1974, ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας θά ἠδύνατο νά ἐγγυηθεῖ -μέ τίς ἐξου­­­­σίες πού εἶχε- τήν ἐφαρμογή τοῦ προ­­γ­ράμματος.

Ὁλοκληρώνοντας, θά παρουσιάσουμε ὁρισμένα μεγάλα ἔργα τῶν Κυ­­­βερνήσεων Παπαδοπούλου, πότε θά ὁλο­κλη­ρώνονταν κανονικά καί πότε καί ἄν ὁλοκληρώθηκαν ἐν τέλει…

1974: Ἐθνικό Χωροταξικό Σχέδιο (1999)

1975: ὕδρευση Ἀθηνῶν ἀπό τίς λίμνες Μόρνου καί Εὐήνου (2001)

1977: ἀξιοποίηση Τύρφης Φιλίππων (1995)

1977: νέο Διοικητικό Κέντρο Ἀθηνῶν (1985)

1978: ἀεροδρόμιο Σπάτων (2001)

1978: Ἐγνατία Ὁδός (2008)

1980: μετρό Ἀθηνῶν (2004)

1984: μετρό Θεσσαλονίκης (ἀκόμη τό περιμένουμε…)

1985: Ἐθνικό Κτηματολόγιο (1995)

Ἦλθε λοιπόν ὁ Ἰωαννίδης καί ἡ Παλινδρόμηση τοῦ Ἰουλίου 1974 καί ἀνέτρεψαν τά πάντα…

 

[1] Πηγές: ἐτήσιο τεῦχος ΟΟΣΑ γιά τό 1969, ἐπιθεώρηση ΟΟΣΑ “Eco­nomic Out­look”, τεῦχος 6 τοῦ Δεκεμβρίου 1969, ἔκθεση ΟΟΣΑ τοῦ Δε-κεμ­βρίου 1970, ἔκ­θε­ση Γενικοῦ Γραμματέως τοῦ ΟΗΕ τοῦ Ἰουνίου 1971, ἔκθεση ΟΟΣΑ τοῦ Ἰαν­ου­αρίου 1971 κ.λπ.

[2] «Οἰκονομικός Ταχυδρόμος», φ. 13/2/1992.

[3] Ξεπερνώντας τόν στόχο τοῦ 5ετούς Οἰκονομικοῦ Προγράμματος 1968-1972, πού προέβλεπε αὔξηση  9,9%.

[4] Πηγές: Νικολάου Μακαρέζου «Ἡ Οἰκονομία τῆς Ἑλλάδος», σελ. 180-181. Ἐθνικοί Λογαριασμοί 1958-1975, σελ. 144-145, 152, 204-205, 237. Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος «Ἡ Ἑλληνική Οἰκονομία», Τόμος Γ’, σελ. 196. Ἐθνικοί Λογαριασμοί 1987, σελ. 41, 49. Ἐθνικοί Λογαριασμοί 1989, σελ. 58-59. Ἐπιτροπή Εὐρωπαϊ­κῶν Κοινοτήτων «Ἐτήσια Οἰκονομική Ἔκθεση 1991 – 1992». Ἐθνικοί  Λογα­ρια­σμοί 1992, σελ. 62.

[5] Ξεπερνώντας τόν στόχο τοῦ 5ετούς Προγράμματος Οἰκονομικῆς Ἀνα­πτύ­ξεως 1968-1972, πού προέβλεπε αὔξηση  8,5%.

[6] Πηγές: Νικολάου Μακαρέζου «Ἡ Οἰκονομία τῆς Ἑλλάδος», σελ. 185. Τρά­πεζα τῆς Ἑλλάδος «Ἡ Ἑλληνική Οἰκονομία», Τόμος Γ’, σελ. 180. Ἐθνι-κοί Λο­γα­ριασμοί 1958-1975, σελ. 238-239. Ἐθνικοί Λογαριασμοί 1987, σελ. 51. Ἐθνικοί Λογαριασμοί 1989, σελ. 58. Ἐθνικοί Λογαριασμοί 1990-1991-1992, σελ. 62.

[7] Ξεπερνώντας τόν στόχο τοῦ 5ετούς Προγράμματος Οἰκονομικῆς Ἀνα­πτύ­ξεως 1968-1972, πού προέβλεπε μείωση 74,4%.

[8] Ξεπερνώντας τόν στόχο τοῦ 5ετούς Προγράμματος Οἰκονομικῆς Ἀναπτύ­ξεως 1968-1972, πού προέβλεπε αὔξηση 22,1%.

[9] Πηγές: Νικολάου Μακαρέζου «Ἡ Οἰκονομία τῆς Ἑλλάδος», σελ. 197-198. Ἔκθε­ση Διοικητοῦ τῆς Τραπέζης τῆς Ἑλλάδος γιά τό 1970, σελ. 14. Ἔκθεση Διοι­κητού τῆς Τραπέζης τῆς Ἑλλάδος γιά τό 1972, σελ. 19. Τρά­πεζα τῆς Ἑλλά­δος «Ἡ Ἑλληνική Οἰκονομία», Τόμος Γ’, σελ. 180-181. Ἐθ­νι­κοί Λογαριασμοί 1987, σελ. 44-45, 49. Ἐθνικοί Λογαριασμοί 1989, σελ. 50.

[10] «Οἰκονομικός Ταχυδρόμος», φ. 21/7/1988, 1/7/1990, 20/8/1992 καί 6/4/1995.

[11] Πηγές: Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος «Ἡ Ἑλληνική Οἰκονομία», Τόμος Γ’. Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος «Τά πρῶτα 50 χρόνια». Ἐκθέσεις Διευθυντῶν Τρα­πέζης τῆς Ἑλλάδος 1961-1990, Ἐθνικοί Λογαριασμοί 1987 και 1989.

[12] «Πρόγραμμα Προοπτικῆς Ἐθνικῆς Ἀναπτύξεως 1973-1987», Μέρος Α’: «Τό Ἐθνι­κό Πρότυπο Ἀναπτύξεως», σελ. 89 καί 269.

[13] Ξεπερνώντας τόν στόχο τοῦ 5ετούς Προγράμματος Οἰκονομικῆς Ἀνα­πτύ­ξεως 1968-1972, πού προέβλεπε αὔξηση 10,8%.

[14] «5ετές Πρόγραμμα Οἰκονομικῆς Ἀναπτύξεως 1973-1977», σελ. 195, 205.

[15] Πηγές: Δελτίο Στατιστικῶν Ἐξωτερικοῦ Ἐμπορίου τῆς ΕΣΥΕ. Τρά-πεζα τῆς Ἑλλάδος «Ἡ Ἑλληνική Οἰκονομία», Τόμος Γ’, σελ. 235.

[16] Γιά λεπτομέρειες, βλ. Μάνου Χατζηδάκη «Τό Έργο τοῦ Γεωργίου Πα­πα­δο­πού­λου, 1967-1973: Λεπτομερής ἀνάλυσις σέ ὅλους τούς τομεῖς».

[17]     Ἡ Τουρκία δέν διέθετε οὔτε μία.

[18]   Μέχρι τό 1967 ἡ Ἑλλάς διέθετε μόλις δυό Ὑποβρύχια. Τό ΠΟΣΕΙ­ΔΩΝ, ναυ­πη­γημένο τό 1942 καί τό ΤΡΙΑΙΝΑ, ναυπηγημένο τό 1944.

[19]    Παρελήφθησαν τήν περίοδο 1978 - 1980 καί ἔλαβαν τά ὀνόματα ΠΟ­ΣΕΙ­ΔΩΝ, ΑΜΦΙΤΡΙΤΗ, ΩΚΕΑ­ΝΟΣ καί ΠΟΝΤΟΣ.

[20]     Ἡ Τουρκία διέθετε ἀκόμη μόνο “πρώτης γενεᾶς” μαχητικά.

[21]     Α.Π. 801/8.1.1973 ΑΕΔ/Γ΄ Κλάδος.

[22]    Παρελήφθησαν τήν περίοδο 1976 - 1977 καί ὀνο­μάσθηκαν ΛΑΣΚΟΣ, ΜΠΛΕΣΣΑΣ, ΤΡΟΥΠΑΚΗΣ καί ΜΥΚΟ­ΝΙΟΣ.

[23] Καί δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε πώς οἱ ἀριθμοί τοῦ 1987 εἶχαν ὑπο-λογιστεῖ μέ τι­μές τοῦ 1972, δίχως κάν νά ὑπολογίζεται ὁ πληθωρισμός, πού θά διόγκωνε ἀκόμη περισσότερο τά ποσά τοῦ 1987!