ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΥΚΛΟΣ: Τα Μουσεία των αρχαίων Ελλήνων !!!:
Ο σημερινός
Ιουδαιοχριστιανός:
πηγαίνει
από
τη μία
Εβραιοχριστιανική
εκκλησία
στην
άλλη.
Ο
αρχαίος
Έλληνας,
πήγαινε
από
τον ένα
Ελληνικό
ναό στον
άλλον.
Όμως
ο αρχαίος
Ελληνικός
ναός,
ήταν
κάτι
περισσότερο
από
απλό
δείγμα
αρχιτεκτονικής
και
τόπος
λατρείας.
Ήταν,
πρώτα
– πρώτα,
ο οίκος
κάποιου
Θεού,
γεγονός
πού
τον
εξύψωνε
πάνω
από
κάθε
άλλο
ανθρώπινο
έργο
και του έδινε
μια
εντελώς
ιδιαίτερη
αξία.
Είχε
όμως
επίσης
και αυτό
το τόσο
σημαντικό
συστατικό (για
τους
Έλληνες
και τους
Ρωμαίους),
πού
λέγεται
παρελθόν.
Οι
Ελληνικοί
ναοί
πού
επισκέπτονταν
οι
πιστοί,
πρόσφεραν
μια
εικόνα
από
τις
διάφορες
φάσεις
του παρελθόντος,
κι αυτό
γιατί
ήταν το
μόνο
είδος
μουσείου
πού
είχε να
προσφέρει
ο αρχαίος
κόσμος.
Το
Μουσείο (με
την
σημερινή
έννοια),
είχε
αρχίσει
να
αναπτύσσεται
στην
αρχαία
Ελλάδα.
Ορισμένα
ονομαστά
Ελληνικά
ιερά,
όπως
του Θεού
Απόλλωνα
στους
Δελφούς
και του
Θεού
Δία
στην
Ολυμπία,
απέκτησαν
με την
πάροδο
του
χρόνου
ορισμένα
αντικείμενα
μοναδικής
αξίας,
αφιερωμένα
εκεί
από
ευγνωμονούντες,
για τις
προσφερθείσες
υπηρεσίες
των
Θεών.
Μερικά
αφιερώματα
είχαν
ιστορική
αξία,
όπως
τα
αναπόφευκτα
πολεμικά
λάφυρα,
άλλα
όμως
είχαν
αξία (αυτά
καθαυτά),
για την
πολυτέλεια,
ή την
ομορφιά
τους,
για την
τέχνη,
ή τα
πολύτιμα
μέταλλα
πού
χρησιμοποιήθηκαν
στην
κατασκευή
τους.
Οι
Θεοί
των
Ελλήνων
είχαν
πολυάριθμους
πιστούς,
και
ορισμένοι
απ'
αυτούς,
αποδείχτηκαν
εξαιρετικά
γενναιόδωροι
δωρητές.
Οι
Δελφοί,
για
παράδειγμα:
ήταν
ένα
πραγματικό
θησαυροφυλάκιο,
χάρη
στη φήμη
του
Μαντείου
ανάμεσα
στους
βασιλείς
της
Φρυγίας
και
της
Λυδίας,
χώρες
προικισμένες
με μυθικά
αποθέματα
χρυσού.
Όταν
επισκέφθηκε
τους
Δελφούς
ο
Ηρόδοτος,
κατά
τον 5ο
αιώνα
π.χ,
είδε
στο
κτίριο
πού
αποκαλούσαν
Θησαυρό
των
Κορινθίων,
έναν
θρόνο
αφιερωμένο
από
τον Μίδα
της
Φρυγίας (γύρω
στο 700
π.χ),
(το όνομα
και μόνο
του
οποίου:
γεννά
οράματα
γεμάτα
χρυσάφι),
έξι
χρυσούς
κρατήρες
αφιερωμένους
από
τον Γύγη
της
Λυδίας (678-625
π.χ), πού
ζύγιζαν
όλοι
μαζί
κάπου
784 κιλά,
και ένα
χρυσό
λιοντάρι
από
τον
Κροίσο,
τον
τελευταίο
βασιλιά
της
Λυδίας (560-546
π.χ), πού
ζύγιζε
170 κιλά (το
αρχικό
του
βάρος
ήταν
260 κιλά,
αλλά
μιά
καταστρεπτική
φωτιά
το μείωσε
αισθητά).
Ο
Ηρόδοτος
ανέφερε
αυτά τα
αντικείμενα
για τη
μεγάλη
τους
χρηματική
αξία.
(Η
καλλιτεχνική
τους
αξία,
ήταν
συμπτωματική)
.
(Για
τον
Θησαυρό
των
Κορινθίων):
(Ηρόδοτος:
1: 14, 50-1) και
(J.
Frazer:
Pausanias΄s
Description of Greece, Λονδίνο
1898, ν:
Σελίδες:
295-6).
Για
την
καλλιτεχνική
ποιότητα,
πρέπει
να
στραφούμε
στα
αφιερώματα
των
ίδιων
των
Ελλήνων,
πού
κατοικούσαν
μιά χώρα
(λίγο
φτωχή
σε
πολύτιμα
μέταλλα),
αλλά
πλούσια
σε
καλλιτέχνες.
Ο
ναός
της Θεάς
Ήρας
στην
Ολυμπία,
είναι
αντιπροσωπευτική
περίπτωση.
Κατά
τον 7ο
και 6ο
αιώνα
π.χ,
αυτός
ο ιερός
χώρος
απέκτησε,
ανάμεσα
σε άλλα
αφιερώματα:
μιά
κέδρινη
λάρνακα,
περίτεχνα
σκαλισμένη
με σκηνές
από
τη
μυθολογία,
και
κάπου
είκοσι
αγάλματα
μικρών
και
μεγάλων
θεών,
επιβλητικές
μορφές,
σκαλισμένες
με την
αρχαϊκή
τεχνοτροπία.
Με
τον
καιρό,
σ' αυτά
τα
πανάρχαια
αντικείμενα
προστέθηκαν
κι άλλα,
φτιαγμένα
από
τα χέρια
των πιο
ονομαστών
Ελλήνων
καλλιτεχνών.
Τον
4ο αιώνα
π.χ,
ο ναός
δέχτηκε
ένα
ιδιαίτερα
αξιόλογο
αφιέρωμα:
έναν
μαρμάρινο
Ερμή,
πού
κρατά
τον Θεό
Διόνυσο
νήπιο,
έργο
του
Πραξιτέλη, (ανακαλύφθηκε
από
τους
αρχαιολόγους,
κατά
τις
ανασκαφές
του ναού
το 1877),
και
έγινε
για άλλη
μιά
φορά,
ένα από
τα
αξιοθέατα
της
Ολυμπίας.
Άλλα
σημαντικά
αναθήματα
ήταν:
μιά
χάλκινη
Αφροδίτη
του
Κλέωνα
και δύο
χρυσελεφάντινες
μορφές
του
Λεωχάρους (και
οι δύο
καλλιτέχνες:
ήταν
σύγχρονοι
του
Πραξιτέλη),
και όχι
πολύ
κατώτεροι
του.
Κατά
τον 2ο
αιώνα
π.χ,
προστέθηκε
ένα
επίχρυσο
άγαλμα
γυμνού
παιδιού,
φτιαγμένο
από
τον
Βόηθο,
αξιόλογο
γλύπτη
της
εποχής.
Κοντολογίς,
χάρη σε
αιώνες
ολόκληρους
αφιερωμάτων,
όποιος
πήγαινε
στο ναό
της Θεάς
Ήρας,
μπορούσε
να
θαυμάσει
μιά
πλούσια
συλλογή
γλυπτών
μεγάλης
αξίας.
(Για
τον ναό
της Θεάς
Ήρας):
(Παυσανίας:
5: 17-20: 1) και
(J.
Frazer:
Pausanias΄s
Description of Greece, Λονδίνο
1898, iii:
Σελίδες:
593-620).
Δεν
ήταν
ωστόσο
η μοναδική
περίπτωση.
Σε
ολόκληρο
τον
Ελληνικό
κόσμο,
χάρη
στις
γενναιόδωρες
προσφορές
σε γλυπτά
και έργα
ζωγραφικής
από
τους
ευελπιστούντες,
ή τους
ευγνώμονες…οι
Ελληνικοί
ναοί
έγιναν,
εκτός
από
χώροι
λατρείας,
εκθέσεις
έργων
τέχνης
.
Τραβούσαν
τους
επισκέπτες
οι
Ελληνικοί
ναοί (που
ήταν
γεμάτοι
καλλιτεχνήματα),
και
πήγαιναν
και
Έλληνες
και
ξένοι,
για να
θαυμάσουν
τους
θησαυρούς
τους,
και
παρεμπιπτόντως,
να κάνουν
και μιά
προσευχή
στους
Έλληνες
Θεούς.
Ένας
από
τούς
μιμιάμβους
του
Ηρώνδα,
ενός
Έλληνα
ποιητή
του 3ου
αιώνα
π.χ,
πού
διακρίθηκε
για τη
δεξιοτεχνία
του,
στην
απόδοση
σκηνών
της
καθημερινής
ζωής…
περιγράφει
την
επίσκεψη
δύο
γυναικών
στο ναό
τού Θεού
Ασκληπιού
στην
Κω:
ο
συγγραφέας
βάζει
τις
κυρίες,
να
ξεμπερδεύουν
στα
γρήγορα
με τις
προσφορές
τους
προς
τον Θεό
Ασκληπιό
και
ύστερα
να
αφοσιώνονται
στον
πραγματικό
σκοπό
της
επίσκεψης
τους,
την
προσεκτική
επιθεώρηση
της
πλουσιότατης
συλλογής
πινάκων
και
γλυπτών
πού
διέθετε
ο ναός.
(Μιμίαμβος
του
Ηρώνδα:
4: 20-95).
Ένας
από
τους
λόγους
πού
έκαναν
τους
Ελληνικούς
ναούς,
μουσεία
έργων
τέχνης
και όχι
πολεμικών
τροπαίων:
ήταν
η
συνήθεια
των
αρχαίων
Ελλήνων
να
εξαργυρώνουν
τα
λάφυρα
και
να
κάνουν
τις
προσφορές
τους
σε
γλυπτά.
Στην
είσοδο
του
τεμένους
των
Δελφών,
για
παράδειγμα,
ο
επισκέπτης
συναντούσε
τρεις
σειρές
αγάλματα,
πού
ήταν:
αναθήματα
των
Τεγεατών,
από
τα λάφυρα
μιας
νίκης,
εναντίον
των
Λακεδαιμονίων,
αναθήματα
των
Λακεδαιμονίων,
από
τα λάφυρα
της
νίκης
τους
κατά
των
Αθηναίων,
στους
Αιγός
Ποταμούς,
και
αναθήματα
των
Αθηναίων,
από
τα λάφυρα
της
μάχης
του
Μαραθώνα.
(Παυσανίας:
10: 9: 5-7, 10: 10: 1), (Για
τα
αγάλματα
στην
είσοδο
των
Δελφών).
Αυτό
δεν
σημαίνει
ότι οι
Έλληνες
είχαν
εξοστρακίσει
κάθε
πολεμικό
τρόπαιο
από
τους
ναούς
τους.
Εξέθεταν
στους
Ελληνικούς
ναούς
και τα
πολεμικά
ιστορικά
ενθυμήματά
τους.
Οι
Αθηναίοι
γέμισαν
μιά
στοά
στους
Δελφούς
με
ακρόπρωρα
και
ασπίδες,
που
λαφυραγωγήθηκαν
στις
ναυμαχίες
του
Πελοποννησιακού
πολέμου,
ενώ μέσα
στην
Αθήνα,
στο
Ερέχθειο
πάνω
στην
Ακρόπολη,
βρισκόταν
το
μαχαίρι
του
Μαρδόνιου,
αρχιστράτηγου
των
Περσών,
κατά
τον
δεύτερο
Περσικό
πόλεμο,
και ο
θώρακας
του
αρχηγού
του
περσικού
ιππικού,
στη μάχη
των
Πλαταιών.
(Παυσανίας:
10: 11: 6), (Για
την στοά
στους
Δελφούς).
(Παυσανίας:
1: 27: 1), (Για
το
Ερεχθείο).
Μαζί
με τα
ενθύμια
των
πολέμων,
οι
Έλληνες
αφιέρωναν
με
ενθουσιασμό
και
ενθύμια
μεγάλων
στιγμών
του
παρελθόντος.
Ορισμένα
προέρχονταν
από
το
ιστορικό
παρελθόν:
στους
Δελφούς,
λόγου
χάρη,
φυλασσόταν
ο
σιδερένιος
θρόνος,
του
ποιητή
Πινδάρου
.
(Παυσανίας:
10: 24: 5), (Για
τον
θρόνο
του
Πινδάρου)
Σε
ναό της
Ρόδου,
τα
προσωπικά
κοσμήματα
του
βασιλιά
Αρταξέρξη
της
Περσίας
και το
λινό
εσωκάρδιο,
του
φαραώ
Άμαση
της
Αιγύπτου
.
(Για
τον
Αρταξέρξη
και τον
Άμαση):
(C. Blinkenberg:
Lindos, Fouilles de l'acropole,
ii:
Inscriptions,
Κοπεγχάγη
1941, άρ.
2, C
xxix
και
xxxv).
Σε
ναό της
Αρκαδίας:
ο θώρακας
και το
δόρυ
του
Μεγάλου
Αλεξάνδρου.
(Παυσανίας:
8: 28: 1), (Για
τον
θώρακα
του
Μεγάλου
Αλεξάνδρου).
(Έλεγαν,
πώς
κάθε
λινή
κλωστή
του
θώρακα
του
Μεγάλου
Αλεξάνδρου,
ήταν
φτιαγμένη
από
360 ή
365 ίνες,
και ήταν
τόσο
πολλοί
οι
περίεργοι…
πού
θέλησαν
να
βεβαιωθούν…
ώστε,
ίσαμε
τον 1ο
αιώνα
μ.χ,
είχε
σχεδόν
διαλυθεί).
(Πλίνιος:
19: 12).
Άλλα
προέρχονταν
από
το μυθικό
παρελθόν,
μιά και
οι
αρχαίοι
δεν
ξεχώριζαν
την
ιστορία
από
τη
μυθολογία.
(Για
τα
μυθολογικά
ενθύμια):
(L.
Friedlander:
Darstellungen aus der Sittengeschichte Romsi, Λειψία
1922: Σελίδες:
450-1) και
(F.
Pfister:
Der Reliquienkult im Altertum (Religions geschichtliche Versuche und
Vorarbeiten, Τόμος
5),
Giessen 1909, Σελίδες:
322, 331- 4).
Πράγματι,
οι ήρωες
της
μυθολογίας,
όντας
ισχυρότεροι
και
πολυπληθέστεροι
από
τους
ήρωες
της
ιστορίας,
προμήθευαν
τα
περισσότερα
και τα
δημοφιλέστερα
ενθύμια.
Έτυχε
να σωθεί
ως τις
μέρες
μας,
ένας
κατάλογος
με τα
περιεχόμενα
του
περίφημου
ναού
της Θεάς
Αθηνάς,
στη
Λίνδο
της
Ρόδου,
ο οποίος
αποκαλύπτει,
ότι το
κτίριο,
ήταν
πραγματική
αποθήκη
τέτοιων
αντικειμένων.
Υπήρχε
ένα
ζευγάρι
βραχιόλια,
πού
κάποτε
στόλιζαν
τα λευκά
μπράτσα
της
Ωραίας
Ελένης,
και το
κύπελλο
από
το οποίο
έπινε,
(είχε
το
σχήμα
του
μαστού
της).
(Πλίνιος:
33: 81), (Για
το
κύπελλο
της
Ωραίας
Ελένης).
Διάφορα
σκεύη
για
ποτά,
πού
κάποτε
ανήκαν
στον
Μίνωα,
τον
Κάδμο,
τον
Τήλεφο
και
άλλες
προσωπικότητες
της
Ελληνικής
μυθολογίας.
Όπλα
και
πανοπλίες:
του
Μενέλαου,
του
Τεύκρου,
του
Μηριόνη
και του
Ηρακλή.
Εννέα
πλήρεις
πανοπλίες,
από
μέλη
του
εκστρατευτικού
σώματος (πού
έστειλε
η Pόδoς)
στον
Τρωικό
πόλεμο.
Μιά
σειρά
πηδάλια:
πού
άφησε
ο
τιμονιέρης
του
πλοίου,
του
Μενέλαου.
Όλα
αυτά,
ήταν
προφανώς
εκτεθειμένα,
ως τον
4ο αιώνα
π.χ,
όταν
μιά
ολέθρια
πυρκαγιά
κατέστρεψε
το
μεγαλύτερο
μέρος
της
συλλογής.
(C.
Blinkenberg:
Lindos, Fouilles de l'acropole,
ii:
Inscriptions,
Κοπεγχάγη
1941, άρ.
2, Β
iii-xiv,
(Για τον
κατάλογο
της
Λίνδου),
(και για
Πυρκαγιά
της
Λίνδου),
άρ. 2, D
39-42).
(@
Η φωτιά
άφησε
μόνον
αναθήματα
πού
έγιναν
μετά το
330 π.χ,
και αυτά
είχαν
πολύ
μικρότερο
ενδιαφέρον
και
ποικιλία,
αφήνοντας
βασικά,
πανοπλίες
και όπλα
πού
αφιέρωσαν
βασιλείς
των
Ελληνιστικών
χρόνων,
καθώς
και
κεφαλές,
ή
κέρατα
από
τα
βόδια,
των
προσφερόμενων
θυσιών (Βουκράνια).
(C.
Blinkenberg:
Lindos, Fouilles de l'acropole,
ii: Inscriptions, Κοπεγχάγη
1941, άρ.
2, C xxxvii-xlii).
Βουκράνια
(κεφαλή
ταύρου).
Λεπτομέρεια
από
τον
διάκοσμο
ερυθρόμορφης
οινοχόης
αττικού
εργαστηρίου.
Τέτοια
μυθολογικά
αντικείμενα,
ήταν
σπαρμένα
σε όλα
τα μήκη
και τα
πλάτη
του
Ελληνικού
κόσμου.
Τα
αναμνηστικά
της
Ωραίας
Ελένης,
λόγου
χάρη:
δεν
βρίσκονταν
όλα
στη
Ρόδο.
Οι
Δελφοί
είχαν
ένα
περιδέραιο
και τον
τρίποδά
της, ενώ
ένα της
σανδάλι
βρισκόταν
στην
Κάτω
Ιταλία.
(Πλούταρχος:
Σόλων,
4), (Για
τον
τρίποδα
της
Ωραίας
Ελένης)
Ο
Θεός
Δίας
είχε
πλησιάσει
τη μητέρα
της, με
τη μορφή
κύκνου
και κατά
το μύθο: η
Ωραία
Ελένη
βγήκε
μέσα
από
ένα αυγό
(το
αυγό
βρισκόταν
σε ναό
της
Σπάρτης),
κρεμασμένο
με
σχοινιά
από
την
οροφή.
Οι
επισκέπτες
έβλεπαν:
την
ασπίδα
του
Αινεία,
στη
Σαμοθράκη.
Την
ασπίδα
του
Μενέλαου:
σε ναό
της Θεάς
Αθηνάς,
στην
Κάτω
Ιταλία.
Την
ασπίδα
του
Διομήδη:
στο ναό
της Θεάς
Αθηνάς,
στο
Άργος
(αν
και το
υπόλοιπο
της
πανοπλίας
του,
βρισκόταν
σε ναό
της Θεάς
Αθηνάς,
στη
Λουκερία
της Κάτω
Ιταλίας).
Το
δόρυ
του
Αχιλλέα:
σε ναό
της Θεάς
Αθηνάς,
στη
Φάσηλη
της
Μικράς
Ασίας.
Τα
εργαλεία
πού
χρησιμοποίησε
ο Επειός:
για να
κατασκευάσει
τον
Δούρειο
ίππο,
σε ναό
της Κάτω
Ιταλίας.
Η
λύρα
του
Ορφέα:
βρισκόταν
στο ναό
του Θεού
Απόλλωνα,
στη
Λέσβο.
Ο
αυλός
του
Μαρσύα (εκείνου
πού
προκάλεσε
τον Θεό
Απόλλωνα,
σε
μουσική
αναμέτρηση):
στο ναό
του Θεού
Απόλλωνα,
στη
Σικυώνα.
Ο
Μαρσύας
φυσικά
έχασε,
και
τιμωρήθηκε
με
εκδορά.
(@
Όταν
γδάρει
ένας
Έλληνας
Θεός
κάποιον
άνθρωπο
(που
έχει
διαγωνιστεί
μαζί
του)…
Συμβολίζει: Ότι ο διαγωνιζόμενος άνθρωπος… με αυτόν τον τρόπο…μεταβαίνει σε άλλο υψηλότερο πνευματικό, ή τεχνικό επίπεδο…
Αφού δέχθηκε την μεγάλη αξία (του ανθρώπου αυτού)… ένας Έλληνας Θεός… και γι΄ αυτόν τον λόγο… έλαβε μέρος μαζί του… στον διαγωνισμό ! ! !)
Τα
κειμήλια
του
περιπλανώμενου
Οδυσσέα,
δεν
ήταν
περιορισμένα
στον
Ελληνικό
χώρο:
μιά
απομακρυσμένη
πόλη
της
Ισπανίας,
είχε
μιά
ασπίδα
και την
πλώρη
ενός
πλοίου.
Το
Κιρκαίο,
στην
Ιταλική
ακτή,
όπου
λένε
ότι
έζησε
η Κίρκη:
είχε
ένα
κύπελλο.
Η
Τζέρμπα,
το νησί
στα
ανοιχτά
της
Τυνησίας,
όπου
υποτίθεται
ότι
βρισκόταν
η χώρα
των
Λωτοφάγων,
πρόσφερε
ως
απόδειξη,
ένα βωμό
αφιερωμένο
από
τον ήρωα
Οδυσσέα.
Ακόμη
και η
μακρινή
Σκωτία
είχε
αναμνηστικό:
έναν
βωμό
με
Ελληνική
επιγραφή,
ο οποίος
ήταν
αφιέρωμα
του
Οδυσσέα.
Στους Δελφούς έδειχναν στον επισκέπτη: τον τρίποδα της Ωραίας Ελένης.
Μία πόλη της
Μικράς
Ασίας: είχε το
αυθεντικό
σπαθί,
με το
οποίο
θυσίαζε
η
Ιφιγένεια (ως
ιέρεια
της
Θεάς
Αρτέμης),
στην
Ταυρίδα
της
βαρβαρικής
Κριμαίας.
Όταν
ο αδερφός
της ο
Ορέστης,
την
έσωσε
από
εκεί,
έκλεψε
και πήρε
μαζί
του και
το
φημισμένο
άγαλμα
της Θεάς
Άρτεμης.
Η
Αθήνα,
είχε αυτό το άγαλμα,
στον
τοπικό
ναό της
Θεάς
Άρτεμης.
Το
Παλλάδιο,
το ξόανο
της Θεάς
Αθηνάς
πού
προστάτευε
την
Τροία (ώσπου
να το
πάρει
μαζί
του ο
Οδυσσέας),
βρισκόταν
εκτεθειμένο
στο
Άργος.
Εκτός από τα ενθύμια των ηρώων της μυθολογίας, οι ναοί διέθεταν και οστά τους.
(Για
τα
οστά):
(F.
Pfister:
Der Reliquienkult im Altertum (Religions geschichtliche Versuche und
Vorarbeiten, Τόμος
5),
Giessen 1909, Σελίδες:
208, 321, 410, 424).
Το
πνεύμα
του
Ταντάλου
μπορεί
να
βρισκόταν
στον
Άδη (προσπαθώντας
μάταια,
να πιεί
το νερό,
πού
βρισκόταν
στα
πόδια
του και
να φάει
τα
φρούτα,
πού
κρέμονταν
πάνω
από
το κεφάλι
του)…
αλλά τα
οστά
του,
βρίσκονταν
σε
χάλκινο
δοχείο
στο
Άργος.
Τα
οστά
του γιού
του, του
Πέλοπα:
βρίσκονταν
σε
χάλκινη
λάρνακα
στην
Ολυμπία.
Τα
οστά
του
Ορφέα:
μέσα σε
πέτρινο
λαγήνι,
σε μιά
μικρή
πόλη
της
Βόρειας
Ελλάδας,
τα
Λείβηθρα.
Το
κεφάλι
της
Γοργόνας
Μέδουσας:
βρισκόταν
σε τύμβο
του
Άργους.
Οστά
γιγάντων:
βρίσκονταν
σε
πολλούς
Ελληνικούς
ναούς.
(Για
τα οστά
γιγάντων):
(F.
Pfister:
Der Reliquienkult im Altertum (Religions geschichtliche Versuche und
Vorarbeiten, Τόμος 5),
Giessen 1909,Σελίδες:
426-7).
(J.
Frazer:
Pausanias΄s
Description of Greece, Λονδίνο
1898, iv:
Σελίδες:
314-5).
Η
Θήβα,
για
παράδειγμα:
είχε τα
οστά
του
Γηρυόνη,
του
τρισώματου
τέρατος,
πού
σκότωσε
ο Ηρακλής.
Τα
οστά
των
γιγάντων:
μας
οδηγούν
σε άλλον
ένα
σκοπό,
πού
εξυπηρετούσαν
οι
Ελληνικοί
ναοί:
εκτός
από
έργα
τέχνης
και
ιστορικά
ενθύμια,
φιλοξενούσαν
παντός
είδους
αξιοπερίεργα.
(Για
τα
διάφορα
αξιοπερίεργα):
(L.
Friedlander:
Darstellungen aus der Sittengeschichte Romsi, Λειψία
1922, Σελίδες:
447-8) και
(F.
Pfister:
Der Reliquienkult im Altertum(Religions geschichtliche Versuche und
Vorarbeiten, Τόμος,
5, Giessen 1909, Σελίδες:
324-5).
Σε
ναό της
Τεγέας,
στην
Πελοπόννησο:
βρισκόταν
εκτεθειμένο
το δέρμα
και οι
χαυλιόδοντες
του
Καλυδώνιου
κάπρου,
πού
σκοτώθηκε
από
τον
Μελέαγρο.
Σε
άλλο
ναό,
κοντά
στη
Νεάπολη,
οι
χαυλιόδοντες
του
Ερυμάνθιου
κάπρου,
πού η
σύλληψή
του,
ήταν
ένας
από
τους
άθλους
του
Ηρακλή (και
τα δύο
εκθέματα,
ήταν
προφανώς
απομεινάρια
κάπρων,
εντελώς
εξαιρετικών
διαστάσεων).
Σε
όλες
αυτές
τις
περιπτώσεις
τα
αντικείμενα
είχαν
αποκτήσει
υπέρμετρη
αξία,
τουλάχιστον
εν μέρει,
από
την
σχέση
τους με
τη
μυθολογία.
Υπήρχαν,
ωστόσο,
και
πολλά
άλλα
πού
άξιζαν,
απλώς
και
μόνον
ως
αξιοπερίεργα.
Ένα
κομμάτι
από
σιαγόνα
φάλαινας:
ήταν
εκτεθειμένο
στο ναό
του Θεού
Ασκληπιού,
στη
Σικυώνα.
Κάμποσοι
ναοί,
είχαν
χαυλιόδοντες
ελέφαντα,
και
μάλιστα
ένας
κοντά
στη
Νεάπολη,
ολόκληρο
το
κεφάλι.
Αυτά
πρέπει
να
προέρχονταν
από
την
Ινδία
μάλλον,
παρά
από
την
Αφρική,
γιατί
η Ινδία
προμήθευε,
όχι και
λίγα
αξιοθαύμαστα
μαζώματα.
Ένας
ναός
στη
Μικρά
Ασία:
διέθετε
δείγματα,
από
Ινδικές
αρματωσιές
και
Ινδικό
κεχριμπάρι,
καθώς
και
χαυλιόδοντες
ελέφαντα.
Ο
Πλίνιος
αναφέρει
ότι:
«Ινδικά
καλάμια»,
μεγάλα
σαν
κορμοί
δέντρων,
ήταν
κοινό
θέαμα
στους
ναούς (πρέπει
να ήταν
κομμάτια
από
μπαμπού).
Τα
«Ινδικά
καρύδια»,
πού
επίσης
αναφέρονταν
ως κοινό
θέαμα:
ήταν
πιθανότατα
καρύδες.
Από
τον
Πλίνιο
επίσης
μαθαίνουμε,
γι' αυτό
πού
σίγουρα
ήταν το
πιο
σημαντικό
από
όλα τα
Ινδικά
αξιοπερίεργα:
τα
κέρατα,
ενός
από
τα
τερατώδη
μυρμήγκια…
μας
πληροφορεί,
ότι ήταν
εκτεθειμένα
στο ναό
του
Ηρακλή,
στις
Ερυθρές
της
Βοιωτίας.
(Πλίνιος:
11: 111), (Για
τα Ινδικά
μυρμήγκια).
Ορισμένα
εκθέματα,
αποτελούσαν
ακόμη
και
αξιοπερίεργα
της
τεχνολογίας,
όπως
ένας
αρχαϊκός
αυλός
με
τέσσερις
μόνο
τρύπες,
ένας
παραμορφωτικός
καθρέφτης
και μιά
μολυβένια
οδοντιατρική
λαβίδα,
για τον
έλεγχο
των
δοντιών
προς
εξαγωγή.
Ο
κατάλογος
των
αντικειμένων
πού
φυλάσσονταν
στους
Ελληνικούς ναούς,
αποκαλύπτει
μιά
ατέλειωτη
ποικιλία
από
ετερόκλητα
είδη,
πού
ήταν
ωστόσο
μιά
σημαντική
αρχή,
γιατί
αποτέλεσαν
το
σπόρο
απ'
όπου
τελικά
βλάστησαν,
τα
ξένα
μουσεία
φυσικής
ιστορίας,
εθνολογίας,
γεωγραφίας.
Ακόμη
και τα
μυθολογικά
αντικείμενα:
έπαιξαν
το ρόλο
τους,
για να
μιλάμε
για
κάτι,
σαν τα
σημερινά
Μουσεία.
Τα
διάφορα
αντικείμενα
των
Ελλήνων
ηρώων,
όπως
τον
Αχιλλέα,
τον
Οδυσσέα
και
των
υπόλοιπων:
ήταν
γνήσια
δείγματα,
από
παράξενα,
ή
παμπάλαια
όπλα,
πανοπλίες,
εργαλεία
και
στολίδια (σωστά
μουσειακά
κομμάτια)…
όπως
θα λέγαμε
σήμερα.
Και
φυσικά,
οι
Ελληνικοί
ναοί:
είχαν
και
Ελληνικά
Θαύματα
να
προσφέρουν.
Υπήρχε
ναός με
βωμό,
πού
έκαιγε
τις
προσφερόμενες
θυσίες,
χωρίς
φωτιά,
και
άλλος
με
συστάδα
λύχνων,
πού
έκαιγαν
στο
ύπαιθρο,
χωρίς
να
σβήνουν
ποτέ.
Σε
ιερό
τού Θεού
Δία
υπήρχε
κρήνη (πηγή)
πού
μπορούσε
να
ξανανάψει,
όσους
πυρσούς
είχαν
σβηστεί,
μέσα
σ'
αυτήν
.
(Πλίνιος
2: 228), (Για
την πηγή
πού
άναβε
πυρσούς).
Ένα
ιερό
του Θεού
Διόνυσου (του
θεού
του
κρασιού),
διέθετε
πηγή,
από
όπου
έτρεχε
κρασί,
κατά
τις επτά
ημέρες
των
ετήσιων
εορτών
του Θεού
Διονύσου (το
κρασί
έπρεπε
να
πίνεται
επιτόπου,
γιατί,
αν
απομακρυνόταν
από
το
ναό,
ξαναγινόταν
νερό).
(Πλίνιος:
2: 231 και
31: 16), (Για
την πηγή
κρασιού).
Δύο
αγάλματα
της Θεάς
Άρτεμης
σε δύο
κοντινές
πόλεις,
αν
και
εντελώς
εκτεθειμένα,
δεν
τα
άγγιζε
ποτέ,
ούτε ο
άνεμος,
ούτε η
βροχή.
(Πολύβιος:
16: 12), (Για
τα
αγάλματα
της Θεάς
Άρτεμης)
.
Ο
βωμός
του
ιερού
της Θεάς
Αφροδίτης (στην
Πάφο
της
Κύπρου),
έμενε
κι
αυτός
ανεπηρέαστος
από
τις
καιρικές
συνθήκες
. (Τάκιτος:
Hist. 2: 3).
Ένας
Ελληνικός
ναός
της
Περγάμου,
για να
προστατεύσει
δύο
πολύτιμες
τοιχογραφίες,
φτιαγμένες
από
τον
μεγαλύτερο
Έλληνα
ζωγράφο
του
αρχαίου
κόσμου,
τον
Απελλή…πλήρωσε
μεγάλο
ποσό
για ένα
δέρμα
βασιλίσκου,
πού
είχε
τη
δύναμη
να
κρατά
μακριά
αράχνες
και
πουλιά.
(Για
τα
Θαύματα):
(L .
Friedlander:
Darstellungen aus der Sittengeschichte Romsi, Λειψία
1922, Σελίδα:
449).
Όταν,
μετά το
θάνατο
του
Μεγάλου
Αλεξάνδρου,
ο κόσμος
με τις
μικρές (Πόλεις
-κράτη),
έδωσε
τη θέση
του στις
μεγάλες
αυτοκρατορίες,
αρκετοί
από
τους
νέους
μονάρχες (Οι
Επίγονοι
του
Μεγάλου
Αλεξάνδρου),
αποδείχτηκαν
καλλιεργημένοι
άνθρωποι,
έτοιμοι
να
θέσουν
τους
θησαυρούς
του
στέμματος,
στην
υπηρεσία
της
τέχνης.
Στην
Αλεξάνδρεια,
την
καινούρια
πρωτεύουσα
της
Αιγύπτου,
ο
στρατηγός
του
Μεγάλου
Αλεξάνδρου (ο
Πτολεμαίος
Α΄,
Σωτήρ,
Λάγου),
ίδρυσε
Ακαδημία
ανωτέρων
σπουδών
και
την
Βιβλιοθήκη
της
Αλεξάνδρειας
.
Στην
Πέργαμο,
οι
Ατταλίδες,
ειδικά
ο Άτταλος
Β΄(160-139
π.χ),
συνέλεγαν
έργα
τέχνης,
για να
στολίσουν
τα
εντυπωσιακά
νέα
κτίρια,
πού
άρχισαν
να
υψώνονται.
Όσα
έργα
ήταν
προς
πώληση
τα
αγόραζαν,
όσα
δεν
μπορούσαν
να
τα
αγοράσουν
τα
αντέγραφαν.
Τα
γλυπτά
τους
περιλάμβαναν,
λόγου
χάρη:
αντίγραφο
της
φημισμένης
Θεάς
Αθηνάς,
του
Φειδία,
πού
βρισκόταν
μέσα
στον
Παρθενώνα.
Έστειλαν
ομάδα
ζωγράφων
στους
Δελφούς,
για
να
αντιγράψουν
ορισμένους,
από
τους
εκεί
διάσημους
πίνακες.
(@
Σκεφτείτε
μόνον
Έλληνες,
ότι
δεν
έχουμε
σωσμένο:
ούτε
έναν
ζωγραφικό
πίνακα,
των
αρχαίων
Ελλήνων
!!!
Τόση
μεγάλη
καταστροφή,
έκαναν
οι
Ορθόδοξοι
Εβραιοχριστιανοί
άγιοι,
όταν
κατέστρεφαν
και
έκαιγαν
στην
Ελληνική
Τέχνη
!!!)
Το
αποτέλεσμα
των
προσπαθειών
των
Ατταλιδών:
ήταν
μιά
μεγάλη
ιδιωτική
έκθεση
έργων
τέχνης
! ! !
Η
πρώτη
πού
δημιουργήθηκε,
ύστερα
από
μελετημένη
επιλογή
εκθεμάτων
και
όχι
από
τυχαία
αφιερώματα.
(Για
την
συλλογή
των
Ατταλιδών):
(Jahrbuch
des
deutschen
archaologischen
Instituts:
6 (1891): Σελίδες:
49-60).
Γεώργιος
Γρηγορομιχελάκης:
Συγγραφέας,
Ιστορικός
Ερευνητής
.