Ο
Φειδίας (περ. 490 π.Χ. - 430 π.Χ.) ήταν Έλληνας γλύπτης, ζωγράφος και
αρχιτέκτονας, ο οποίος έζησε τον 5ο αιώνα π.Χ. και θεωρείται ευρέως ως
ένας από τους σημαντικότερους γλύπτες της Κλασικής εποχής. Το Άγαλμα του
Ολυμπίου Διός στην Ολυμπία, το οποίο φιλοτέχνησε ο Φειδίας, ήταν ένα
από τα Επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου.
Ο Φειδίας σχεδίασε επίσης τα αγάλματα της θεάς Αθηνάς που βρίσκονταν στην Ακρόπολη των Αθηνών, δηλαδή την Αθηνά Παρθένο, που βρισκόταν μέσα στον Παρθενώνα, και την Αθηνά Προμάχο, ένα κολοσσιαίο χάλκινο άγαλμα που βρισκόταν ανάμεσα στο Ερεχθείο και τα Προπύλαια.
Ο Φειδίας σχεδίασε επίσης τα αγάλματα της θεάς Αθηνάς που βρίσκονταν στην Ακρόπολη των Αθηνών, δηλαδή την Αθηνά Παρθένο, που βρισκόταν μέσα στον Παρθενώνα, και την Αθηνά Προμάχο, ένα κολοσσιαίο χάλκινο άγαλμα που βρισκόταν ανάμεσα στο Ερεχθείο και τα Προπύλαια.
ΤΟ ΤΕΡΑΣΤΙΩΝ ΔΙΑΣΤΑΣΕΩΝ ΑΓΑΛΜΑ ΤΗΣ ΘΕΑΣ ΑΘΗΝΑΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ ΚΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΣΤΗ ΒΙΕΝΝΗ
Τα
πρώτα έργα του Φειδία ήταν αφιερωμένα εις μνήμην της νίκης των Ελλήνων
στον Μαραθώνα εναντίον των Περσών. Στους Δελφούς ο Φειδίας ανήγειρε ένα
γλυπτικό σύμπλεγμα από ορείχαλκο, που περιελάμβανε τα αγάλματα του
Απόλλωνα και της Αθηνάς, μερικών άλλων ηρώων μαχητών και του στρατηγού
Μιλτιάδη. Αργότερα κατασκεύασε τη χάλκινη Αθηνά Προμάχο που ήταν ανάθημα
της Αθήνας στην Ακρόπολη από τα λάφυρα της νίκης. Το άγαλμα είχε ύψος
8-9 μέτρα και όπως αναφέρει ο περιηγητής του 2ου αιώνα μ.Χ. Παυσανίας, η
αιχμή του δόρατος και η κορυφή του λοφίου από το κράνος της ήταν ορατά
από το Σούνιο. Ήταν στημένο μεταξύ Προπυλαίων και Ερεχθείου, όπου
διατηρείται η θεμελίωση του βάθρου.
Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος αναφέρει το ύψος του αγάλματος (11,544 μ.) και ο Παυσανίας αναλυτική περιγραφή. Μία ιδέα για τον τύπο του αγάλματος παρέχουν τα ρωμαϊκά αντίγραφα, όπως η Αθηνά Lenormant και η Αθηνά του Βαρβακείου (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο). Η θεά ήταν όρθια σε βάθρο ύψους 1,20 μ., φορούσε αιγίδα και πλούσια κοσμημένο κράνος. Στο δεξί της χέρι κρατούσε χρυσή Νίκη, ενώ το αριστερό άγγιζε την ασπίδα, όπου φώλιαζε το ιερό φίδι, υπόσταση του μυθικού Εριχθόνιου. Στον ξύλινο πυρήνα του αγάλματος στερεώνονταν τα ενδύματα με μορφή σφυρήλατων ελασμάτων χρυσού, ενώ το πρόσωπο και τα γυμνά μέρη της μορφής ήταν από πλάκες ελεφαντόδοντου. Ο χρυσός ζύγιζε 44 τάλαντα (1.140 χλγρ).
Η
τεράστια ποσότητα χρυσού έδωσε αφορμή στους εχθρούς του Φειδία να τον
κατηγορήσουν για κατάχρηση. Ο Φειδίας απέδειξε την αθωότητά του, επειδή ο
Περικλής τον είχε συμβουλέψει να κάνει το χρυσό ένδυμα της Αθηνάς
συναρμολογούμενο. Έτσι μπόρεσε να το αποσυναρμολογήσει και να το
ζυγίσει. Το βάρος του χρυσού βρέθηκε ακέραιο κι έτσι ο Φειδίας αθωώθηκε.
Όμως κατόπιν κατηγορήθηκε για αλαζονεία επειδή στην εξωτερική όψη της
ασπίδας της Αθηνάς, που έφερε ανάγλυφη Αμαζονομαχία, παρέστησε σε δύο
Αθηναίους πολεμιστές το πορτρέτο του Περικλή και το δικό του. Ο Φειδίας
συνελήφθη και καταδικάστηκε.
Δυστυχώς όμως και εδώ τον Φειδία τον κυνήγησε η ίδια μοίρα, αφού ξανά κατηγορήθηκε για κατάχρηση και κλοπή χρυσού και φυλακίστηκε ως το θάνατό του. Το 408 μ.Χ. την εποχή του Θεοδοσίου ο ναός πυρπολήθηκε, και το άγαλμα καταστράφηκε ή κατατεμαχίστηκε και λεηλατήθηκε. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή ο Θεοδόσιος το 390 μ.Χ. το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη, όπου καταστράφηκε από φωτιά το 416 μ.Χ. Ο ναός λεηλατήθηκε από τους Γότθους, και τα υπολείμματά του γίνανε χριστιανικός ναός μέχρι που γκρεμίστηκε από έναν σεισμό. Αργότερα τα ερείπια σκεπάστηκαν από την κοίτη του ποταμού Αλφειού. Το 1875 μια γερμανική αποστολή έκανε αρχαιολογικές ανασκαφές και μέχρι το 1881 επανέφερε στο φως τα ερείπια, κάτω από τέσσερα μέτρα χώμα. Το 1958, στη χριστιανική βασιλική που κτίστηκε στη θέση του εργαστηρίου του Φειδία, οι ανασκαφές έφεραν στο φως εργαλεία, θραύσματα από ελεφαντόδοντο, πήλινα καλούπια και λοιπό εξοπλισμό χύτευσης, καθώς και αγγείο με χαραγμένο το όνομα του Φειδία.
https://omadaorfeas.blogspot.gr/2017/09/xamena-aristourghmata-feidias.html