Με το ξημέρωμα της 1ης του Μάρτη, τα παιδάκια έβγαιναν παρέες – παρέες και τραγουδούσαν τα κάλαντα της χελιδόνας, σ’ όλα τα σπίτια του χωριού. Μερικά κρατούσαν στα χέρια τις ξύλινες χελιδόνες που στροβιλίζονταν δεξιά κι αριστερά κι άλλα τα καλαθάκια για τ’ αυγά που τους έδιναν οι νοικοκυρές.
Με τα χελιδονίσματα αποχαιρετούσαν το βαρύ χειμώνα και καλωσόριζαν τον ερχομό της Άνοιξης. Τραγουδούσαν για το ξύπνημα της φύσης, για τη βλάστηση των φυτών, για την αναπαραγωγή των ζώων και την ευφορία της γης που ήταν άμεσα συνδεμένη με τη δική τους ζωή και προκοπή.
Χτυπούσαν με τη μαγκούρα την πόρτα των σπιτιών κι έβγαινε η νοικοκυρά.
- Να τα πούμει θειά; ρωτούσαν.
- Πέστει τα ….πέστει τα πιδούδια μ’, απαντούσε εκείνη.
Άρχιζαν όλα μαζί όσο πιο δυνατά μπορούσαν.
Χελιδόνα έρχεται από τη Μαύρη Θάλασσα,
θάλασσα επέρασε τη φωλιά θεμέλιωσε,
έκατσε κι ελάλησε και γλυκά κελάηδησε,
Μάρτη – Μάρτη μου καλέ και Φλεβάρη χιοναρέ,
κι ο Απρίλης ο γλυκύς, έφτασε δεν είν’ μακρύς.
Τα κατσίκια να πηδούν και να τρώνε τα κλαδιά,
τα ορνίθια να κλωσούν και να βγάζουνε πουλιά.
Μας ήρθε ο Μάρτης, μας ήρθε ο καλός μας,
έξω ψύλλοι και ποντικοί, μέσα γάμος και χαρά
κι η καλή νοικοκυρά φουρκαλούσε κι έδινε
από πέντε- έξι αυγά.
- Κι του χρόν’ !!!
- Κι του χρόν’ γειρά να είστει να τα ξαναπείτει μάνα μ’, απαντούσε η κυρά κι άφηνε με προσοχή δυο – τρία αυγά στο καλάθι των παιδιών για ρεγάλο.
Από μέρες πριν τα μεγαλύτερα παιδιά έφτιαχναν τη χελιδόνα. Πελεκούσαν ένα κομμάτι ξύλο και του ‘διναν μορφή πουλιού, της χελιδόνας με τα φτερά ανοιχτά και την ψαλιδωτή ουρά. Κάρφωναν στην κοιλιά του πουλιού ένα μεγάλο καρφί. Τύλιγαν γύρω απ’ το καρφί πολλές φορές ένα κομμάτι σπάγκο. Έκοβαν ένα κοντό κομμάτι καλάμι και άνοιγαν μια τρύπα στη μέση. Περνούσαν την άκρη του σπάγκου από την τρύπα και την έβγαζαν στο πλάϊ. Τοποθετούσαν τη χελιδόνα πάνω στο καλάμι και τραβώντας το σπάγκο από δίπλα έκαμναν το ξύλινο ομοίωμα να περιστρέφεται δεξιά κι αριστερά κάνοντας θόρυβο και φασαρία ....φρρρτ – φρρρτ ... φρρρτ - φρρρτ.
Στα πιο μικρά παιδιά την πρώτη του Μάρτη οι μανάδες έβαζαν στα χέρια και στα δάχτυλα βραχιολάκια και δαχτυλίδια από άσπρη και κόκκινη στριμμένη κλωστή την ‘’Μαρτιά ’’.
Στο τέλος του μήνα, τα αθώα παιδάκια έβγαζαν τις κλωστές απ' τα χεράκια τους και τις τοποθετούσαν πάνω σε άσπρες πέτρες. Περίμεναν τα λελέκια να πάρουν τις ασπροκόκκινες κλωστές και να τους φέρουν για δώρο καινούργια παπούτσια για το Πάσχα.
θάλασσα επέρασε τη φωλιά θεμέλιωσε,
έκατσε κι ελάλησε και γλυκά κελάηδησε,
Μάρτη – Μάρτη μου καλέ και Φλεβάρη χιοναρέ,
κι ο Απρίλης ο γλυκύς, έφτασε δεν είν’ μακρύς.
Τα κατσίκια να πηδούν και να τρώνε τα κλαδιά,
τα ορνίθια να κλωσούν και να βγάζουνε πουλιά.
Μας ήρθε ο Μάρτης, μας ήρθε ο καλός μας,
έξω ψύλλοι και ποντικοί, μέσα γάμος και χαρά
κι η καλή νοικοκυρά φουρκαλούσε κι έδινε
από πέντε- έξι αυγά.
- Κι του χρόν’ !!!
- Κι του χρόν’ γειρά να είστει να τα ξαναπείτει μάνα μ’, απαντούσε η κυρά κι άφηνε με προσοχή δυο – τρία αυγά στο καλάθι των παιδιών για ρεγάλο.
Από μέρες πριν τα μεγαλύτερα παιδιά έφτιαχναν τη χελιδόνα. Πελεκούσαν ένα κομμάτι ξύλο και του ‘διναν μορφή πουλιού, της χελιδόνας με τα φτερά ανοιχτά και την ψαλιδωτή ουρά. Κάρφωναν στην κοιλιά του πουλιού ένα μεγάλο καρφί. Τύλιγαν γύρω απ’ το καρφί πολλές φορές ένα κομμάτι σπάγκο. Έκοβαν ένα κοντό κομμάτι καλάμι και άνοιγαν μια τρύπα στη μέση. Περνούσαν την άκρη του σπάγκου από την τρύπα και την έβγαζαν στο πλάϊ. Τοποθετούσαν τη χελιδόνα πάνω στο καλάμι και τραβώντας το σπάγκο από δίπλα έκαμναν το ξύλινο ομοίωμα να περιστρέφεται δεξιά κι αριστερά κάνοντας θόρυβο και φασαρία ....φρρρτ – φρρρτ ... φρρρτ - φρρρτ.
Στα πιο μικρά παιδιά την πρώτη του Μάρτη οι μανάδες έβαζαν στα χέρια και στα δάχτυλα βραχιολάκια και δαχτυλίδια από άσπρη και κόκκινη στριμμένη κλωστή την ‘’Μαρτιά ’’.
Στο τέλος του μήνα, τα αθώα παιδάκια έβγαζαν τις κλωστές απ' τα χεράκια τους και τις τοποθετούσαν πάνω σε άσπρες πέτρες. Περίμεναν τα λελέκια να πάρουν τις ασπροκόκκινες κλωστές και να τους φέρουν για δώρο καινούργια παπούτσια για το Πάσχα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου