Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2019

ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ: ΦΟΝΙΑΣ-ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΟΣ- ΕΜΠΡΗΣΤΗΣ-ΣΥΝΩΜΟΤΗΣ!



Γνωρίζετε τι καθαρμα εορταζετε καλοί μου "χριστιανοί";

«Ουκούν ει μήτε άνθρωπος απλώς μήτε μάγος μήτε δαίμων τις εστίν ο Σωτήρ, αλλά και την παρά ποιηταίς υπόνοιαν και δαιμόνων φαντασίαν και Ελλήνων σοφίαν τη εαυτού θειότητι κατήργησε και επεσκίασε.»
(Άγιος Αθανάσιος, «Κατά Ελλήνων», κεφ.48, παρ. 9).
Ο Αθανάσιος, Άγιος και Μέγας της Ορθόδοξης Εκκλησίας, γεννήθηκε το 295 μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου πιθανότατα από ελληνικής καταγωγής γονείς. Από πολύ μικρή ηλικία κατηχήθηκε στον Χριστιανισμό ξεχνώντας ολοκληρωτικά την καταγωγή του. Κατά την εφηβεία του μαθήτευσε δίπλα στον φανατικό ασκητή άγιο Αντώνιο τον Μέγα, στην έρημο της Ερυθραίας. Ο δάσκαλός του πέθανε στην έρημο μέσα σε ένα ξεροπήγαδο προσευχόμενος στον Γιαχβέ.
Ο Αντώνιος, κατά την περίοδο που ασκήτευε, δεν άλλαξε ποτέ κανένα ένδυμα, δεν έπλυνε ποτέ το σώμα του και τρεφόταν μέρα παρά μέρα με ένα ξερό παξιμάδι. Γυναίκα δεν γνώρισε ποτέ. (Εγκυκλοπαίδεια «Ήλιος», λήμμα «Άγιος Αντώνιος»). Τα οράματά του με μεταφυσικά όντα και η κατά φαντασίαν μάχη του με τον ίδιο τον Διάβολο ήταν οι πνευματικές καθημερινές του ενασχολήσεις. Με τις παράλογες και σχιζοφρενικές αυτές διδαχές γαλουχήθηκε ο χαρακτήρας του αγίου Αθανασίου, ενός απ΄ τους πλέον φανατικούς ανθρώπους της Ιστορίας.
Κατά την περίοδο του 4ου μ.Χ. αιώνος στην επικράτεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ήταν σε εξέλιξη ένας ανελέητος διωγμός εναντίον των Ελλήνων, που καθοδηγείτο από χριστιανούς.
Την ίδια εποχή κορυφώνονταν και οι αλληλοσφαγές μεταξύ των διαφόρων χριστιανικών αιρέσεων. Τα σχίσματα πλήθαιναν, καθώς και ο αδυσώπητος εμφύλιος πόλεμος αναμεταξύ τους για το ποιό δόγμα θα επικρατούσε ως επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Το 328 μ.Χ. και σε ηλικία τριάντα τριών περίπου ετών ο Αθανάσιος ανέλαβε τον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξάνδρειας. Ήταν μικρόσωμος και φιλάσθενος, αλλά τρομερά δραστήριος και πανούργος. Σύμφωνα με όλους τους υποστηρικτές του, αλλά και τους μη, μέθοδοί του ήταν οι κολακείες, οι δωροδοκίες, οι πλαστογραφίες, οι συκοφαντίες, η βία ενάντια στους εχθρούς του, οι πυρπολήσεις ναών και οι δολοφονίες. Απ΄ την Αλεξάνδρεια ο Αθανάσιος εκδιώχθηκε πέντε φορές μέσα σε μία χρονική περίοδο 18 ετών. Ο Γερμανός ιστορικός και πρώην ιερέας Καρλ Χάιν Ντέσνερ στο έργο του «Η εγκληματική Ιστορία του Χριστιανισμού» λέει για τον Αθανάσιο: «Υπήρξε ένας απ΄ τους σκληρότερους και πιο αδίστακτους εκκλησιαστικούς δημαγωγούς» (σελ. 475).
Το 335 μ.Χ. είχαν συσσωρευτεί πολλές κατηγορίες εναντίον του πατριάρχη Αθανασίου.
Οι κύριες ήταν: Για υπερβολική φορολογία, που είχε επιβάλλει στην επαρχία της Αλεξάνδρειας, για βίαιες ενέργειες αυτού και των πιστών του εναντίον πολλών εκ των εχθρών του ακόμα και μέσα σε εκκλησίες, για την κρυφή βοήθεια σε πολιτικούς αντιπάλους τού αυτοκράτορα και για την παρεμπόδιση της αποστολής σιταριού απ΄ το λιμάνι της πόλης, που κατευθυνόταν προς τους φτωχούς.
Οι κατηγορίες αυτές τον οδήγησαν στην καθαίρεσή του απ΄ τον ίδιο τον ορθόδοξο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Μέγα, με έγγραφο που έστειλε στην σύνοδο της Τύρου.
Όμως, ο Αθανάσιος παραποίησε το έγγραφο αυτό δύο φορές, αναδημοσιεύοντας την επιστολή με ψεύτικα λόγια του Κωνσταντίνου, που έλεγαν δήθεν, ότι ο Αθανάσιος συκοφαντήθηκε.
Οι κατηγορίες για βία και επιθέσεις πλήθαιναν, όπως ότι διέταξε τον ιερέα Μακάριο να επιτεθεί εναντίον του Αρειανιστή ιερέα Ισχύρα, ότι ο ίδιος ο Αθανάσιος είχε δολοφονήσει τον επίσκοπο Αρσένιο κι ότι ο άγιος είχε διαφθείρει κάποια γυναίκα.
Με όλα αυτά ο Αθανάσιος εξορίστηκε στα Τρέβηρα της Γαλατίας για δύο χρόνια.
Οι απολογητές του λένε, ότι όλα αυτά ήταν συκοφαντίες και πίσω τους βρίσκονταν οι Αρειανιστές και οι Μελιτιανοί.
Οι αιρέσεις των Αρειανιστών και των Μελιτιανών πρέσβευαν, ότι ο Χριστός ήταν θνητός άνθρωπος, κάτι το οποίο οι ορθόδοξοι και οι καθολικοί πολέμησαν μετά μανίας. Ο Αθανάσιος τους βρίζει σε κάθε έργο του αποκαλώντας τους «δυσεβεστάτους», «υποκριτές», «μανιακούς», «μοχθηρούς», «απατεώνες», τον δε αρχηγό του Αρειανισμού Άρειο, «βλάσφημο», «παρανοϊκό», «πρόδρομο του Αντιχρίστου» κ.ά..
Ποιός «έχυσε τα έντερα» του πατριάρχη στην τουαλέτα;
Έτσι καλλιεργήθηκε το ανάλογο κλίμα και το 336 μ.Χ., την εποχή της πρώτης εξορίας του αγίου Αθανασίου, ο Άρειος δολοφονείται με άγριο τρόπο. Η δολοφονία έγινε στην Κωνσταντινούπολη κατά την διάρκεια διαλείμματος κοινής συλλειτουργίας του Αρείου με ορθοδόξους με μαφιόζικο τρόπο: «Ήσαν δε τότε πατριάρχαι εις μεν την Κωνσταντινούπολιν Αλέξανδρος, εις δε την Αντιόχειαν Ευστάθιος και εις τα Ιεροσόλυμα Μάξιμος.
Εις την Αλεξάνδρειαν ουδείς εχειροτονήθη εξωρισμένου του Αγίου Αθανασίου. Τούτων ούτως εχόντων, πεισθείς ο βασιλεύς υπό του Ευσεβίου και των λοιπών, διέταξε τον πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Αλέξανδρον, όπως συλλειτουργήση απροφασίστως μετά του Αρείου η άλλως να παραιτηθή του θρόνου. Ιδών ο Αλέξανδρος ότι και τα δύο δεινά είναι, έστρεψε την ελπίδα αυτού πάσαν προς τον Θεόν και παρεκάλει αυτόν να κάμη την εκδίκησιν.
» Ότε δε έφθασεν η ωρισμένη ημέρα, την οποίαν καθώρισεν ο βασιλεύς, μεταβάς ο Άρειος προς εκπλήρωσιν της σωματικής του ανάγκης, παρευθύς -ω της δικαίας κρίσεως του Θεού!- εχύθησαν τα εντόσθιά του υποκάτω αυτού και έλαβεν την αξίαν τιμωρίαν ο θεομάχος, απολαύσας το αιώνιον πυρ, το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού» («Μέγας Συναξαριστής», Ιανουαρίου ΙΗ , σελ. 419).
Και ο Αθανάσιος επιβεβαιώνει την δολοφονία: « ...;και ως αντιπεμπούσης της δίκης το ξύλον εν αυτώ την ιδίαν κοιλίαν έπληξε και αντί του θρόνου τη πληγή τα ίδια εξήνεγκεν έντερα και μάλλον ο θρόνος εκείνου το ζην απέσπασεν η αυτός απεσπάσθη παρ΄ εκείνου· εξεχύθη γουν, ως γέγραπται κατά τον Ιούδαν, τοις σπλάγχνοις και καταπεσών εβαστάχθη και μετά μία ημέραν απώλετο» (Άγιος Αθανάσιος, «Προς τους απανταχού μοναχούς περί των γεγενημένων παρά των Αρειανών», κεφ. 57, παρ. 3-4).
Βεβαίως, ούτε ο ίδιος ο Γιαχβέ, αλλά ούτε και η «δικαία κρίση» του ξεκοίλιασαν τον Άρειο, αλλά οι φανατικοί ορθόδοξοι αντίπαλοί του. Ως δολοφόνος κατηγορήθηκε απ΄ τους Αρειανιστές ο ορθόδοξος αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Παύλος. Άλλωστε ο,τιδήποτε διαφοροποιείται απ΄ το δόγμα τους αποτελεί γι΄ αυτούς έργο του Σατανά. Εδώ επιβεβαιώνεται για ακόμα μία φορά και στην πράξη η γνωστή ρήση του τυφλού θρησκευτικού φανατισμού: «Ορθοδοξία ή θάνατος».
Η δολοφονία αυτή έρριξε κι άλλο λάδι στην φωτιά, που είχε ήδη ανάψει μεταξύ όλων των παρατάξεων και θρησκειών: «Υπό γαρ τούδε του εμφυλίου των χριστιανών πολέμου συνεχείς εγίγνοντο κατά την πόλιν στάσεις, πολλοί τε εκ των γιγνομένων συντριβέντες απώλοντο» (Σωκράτης, «Εκκλησιαστική Ιστορία», βιβλίο 2, κεφ.12, παρ.17-20).
Το μίσος του Αγίου Αθανασίου κατά του Ελληνικού Έθνους
Ο Αθανάσιος στα γραπτά του επιτίθεται κατά πάντων μη ορθοδόξων και ειδικά κατά των Ελλήνων: «Ταύτας δε και τας τοιαύτας της ειδωλομανίας ευρέσεις άνωθεν και προ πολλού προεδίδασκεν η γραφή λέγουσα. Αρχή πορνείας επίνοια ειδώλων, εύρεσις δε αυτών φθορά ζωής· ούτε γαρ ην απ΄ αρχής, ούτε εις τον αιώνα έσται, κενοδοξία γαρ ανθρώπων ήλθεν εις τον κόσμον, και δια τούτο σύντομον αυτών (των Ελλήνων) τέλος επενοήθη» (Αθανάσιος, «Κατά Ελλήνων», κεφ. 11, 1-6).
Επίσης «Είθε δε και οι των τοιούτων ψευδοθεών κήρυκες και μάντεις (οι Έλληνες), ποιηταί λέγω και συγγραφείς, απλώς θεούς αυτούς είναι γεγραφήκεσαν. Αλλά μη και τας πράξεις αυτών προς έλεγχον αθεότητος και αισχροποιού πολιτείας αναγεγραφήκεσαν; ηδύναντο γαρ και μόνω τω της θεότητος ονόματι την αλήθειαν υφαρπάσαι, μάλλον δε τους πολλούς από της αληθείας πλανήσαι, νυν δε έρωτας και ασελγείας διηγούμενοι του Διος και παιδοφθορίας των άλλων και ζηλοτυπίας προς ηδονήν των θηλειών και φόβους και δειλίας και τας άλλας κακίας, ουδέν άλλο η εαυτούς ελέγχουσιν, ότι ου μόνον ου περί θεών διηγούνται, αλλά ουδέ περί ανθρώπων, περί δε αισχρών και του καλού μακράν όντων μυθολογούσιν» (κεφ. 15, 12-22).
Επίθετα και φράσεις εναντίον των Ελλήνων εξακοντίζονται σε όλα τα έργα του όπως «βλάσφημοι», «τρελλοί», «ψεύτες», «δουλοπρεπείς», «άθεοι», «πρέπει να εξοντωθούν», «θα καούν στην Κόλαση», «αποτρόπαιοι δαίμονες» κ.ά.: « ...;εξιλεούσθαι ους Έλληνες καλούσιν αποτροπαίους δαίμονας» (Σωζομενός, «Εκκλησιαστική Ιστορία», βιβλίο 5, κεφ. 5, παρ. 1).

ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ
- «Τοιούτοι θεοί εις αυτούς ο Έρως και η Αφροδίτη της Πάφου, εις την Κρήτην ο περιβόητος εκεί Ζευς, και ο εν Αρκαδία Ερμής... ημείς έχομεν ένα παράδειγμα εναντίον πάσης ειδωλολατρίας, ότι δηλαδή οι άνθρωποι την εφεύρον όχι δι΄ άλλο τίποτε αλλά δια τα πάθη εκείνων που την έπλασαν, όπως και η σοφία του Θεού προ πολλού εμαρτύρησε λέγουσα "Αρχή της πορνείας η επινόησις των ειδώλων".» (Σοφ. Σολ. 14,12: 9,15-10.) (Από το έργο του «Κατά Ελλήνων», έκδοση «Έργα Απολογητικά», εποπτεία του καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Παν. Χρήστου, μτφρ. του καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Στέργιου Σάκκου.)
- «...οι λεγόμενοι φιλόσοφοι και επιστήμονες των ειδωλολατρών, όταν μεν κατηγορούνται, δεν αρνούνται ότι οι παρουσιαζόμενοι ως θεοί είναι μορφαί και τύποι ανθρώπων και κτηνών, όταν δε απολογούνται, λέγουν ότι έχουν τα ομοιώματα, δια να τους απαντά το θείον δια μέσου αυτών και να τους εμφανίζεται -διότι, λέγουν, δεν είναι δυνατόν αλλιώς να γνωρίσουν τον ίδιον τον αόρατον, παρά μόνον με τα τοιαύτα αγάλματα και τας τελετάς.
Εκείνοι δε που είναι ακόμη φιλοσοφώτεροι απ΄ αυτούς και νομίζουν ότι λέγουν περισσότερον βαθυστόχαστα πράγματα, ισχυρίζονται ότι τα ομοιώματα κατεσκευάσθησαν και εζωγραφήθησαν, δια να επικαλούνται δι΄ αυτών και να εμφανίζωνται θείοι άγγελοι και θείαι δυνάμεις, ώστε εμφανιζόμενοι δια μέσου αυτών να τους διδάσκουν την γνώσιν του Θεού. Και λέγουν, ότι αυτά είναι δια τους ανθρώπους ένα είδος γραμμάτων, τα οποία διαβάζοντες οι άνθρωποι δύνανται να γνωρίσουν και να κατανοήσουν τον Θεόν, δια της εμφανίσεως των θείων αγγέλων που γίνεται δια μέσου αυτών.
Αυτά βέβαια εκείνοι έτσι τα μυθολογούν, διότι ασφαλώς δεν θεολογούν, μη γένοιτο.» («Κατά Ελλήνων», 19, 5-20.)
- «Και το αξιοθαύμαστον, καθώς λέγουν αυτοί που ιστορούν, είναι το εξής· ότι, ενώ οι Πελασγοί έμαθαν τα ονόματα των θεών από τους Αιγυπτίους, δεν γνωρίζουν αυτοί τους θεούς που λατρεύονται εις την Αίγυπτον και λατρεύουν άλλους θεούς διαφορετικούς από τους θεούς εκείνων.
Και είναι τελείως διαφορετική η θεωρία και η θρησκεία των εθνικών, οι οποίοι κατελήφθησαν από την μανίαν των ειδώλων, και δεν συναντώνται τα αυτά εις τους αυτούς.» («Κατά Ελλήνων», 23.)
Την επίθεση κατά της Ελληνικής Φιλοσοφίας συνεχίζει ο Αθανάσιος και στο απολογητικό έργο του «Περί Ενανθρωπήσεως»:
- «Οι φιλόσοφοι των Ελλήνων έγραψαν πολλά με αληθοφάνειαν και τέχνην· επαρουσίασαν λοιπόν κάτι τόσον μέγα όσον ο σταυρός του Χριστού; Διότι μέχρι του θανάτου των τα σοφίσματά των είχον την αληθοφάνειαν, αλλά και όσα εθεωρούσαν, όταν ήσαν ζώντες, ότι έχουν ισχύν, ήσαν αντικείμενα ανταγωνισμού μεταξύ των, και εφιλονείκουν μεταξύ των δια την θεωρίαν των. Και το παραδοξότατον είναι, ότι, ενώ ο Λόγος του Θεού εδίδαξε με πτωχοτέρας λέξεις, επεσκίασε τους περιφήμους σοφιστάς και κατήργησε τας διδασκαλίας εκείνων και προσήλωσεν όλους πλησίον του και εγέμισε τας εκκλησίας αυτού. Και το αξιοθαύμαστον είναι, ότι με την κάθοδόν του ως ανθρώπου εις τον θάνατον κατήργησε τα μεγάλα λόγια των σοφών περί των ειδώλων. Ποίου αλήθεια ο θάνατός ποτε εξεδίωξε δαίμονας;» (50, 5-15.)
- «Των Ελλήνων η σοφία μεμώραται». («Περί ενσαρκώσεως του λόγου», κεφ. 46, τμ. 4, γρ. 3).
- «Πάντα ψευσάμενοι Έλληνες». («Περί ενσαρκώσεως του λόγου», κεφ. 50, τμ. 6, γρ. 2).
- «Την Ελληνικήν αφροσύνην». («Τρεις λόγοι κατ΄ Αρειανών», τομ. 26, σελ. 177, γρ. 16).
- «Των Ελλήνων αγνωσίαν». («Τρεις λόγοι κατ΄ Αρειανών», τομ. 26, σελ. 673, γρ. 24).
Ο βίος του αγίου Αθανασίου ακολουθεί την πεπατημένη γραμμή της Ορθοδοξίας, που πρεσβεύει, ότι όσο πιο φανατικός, μισαλλόδοξος, αιμοβόρος και βίαιος είναι κάποιος ιερέας ή πιστός της, τότε αγιοποιείται. Αρκεί βέβαια να υποστηρίζει με οποιοδήποτε τρόπο τα εξουσιαστικά συμφέροντα της Εκκλησίας. Ο Άγιος και Μέγας Αθανάσιος εορτάζεται στις 18 Ιανουαρίου κάθε έτους μαζί με τον Κύριλλο Αλεξανδρείας, τον εγκέφαλο της κατακρεούργησης της φιλοσόφου Υπατίας.

 Μύρτις Κυδωνιάτου

http://apollonios.pblogs.gr/…/athanasios-fonias-emprhsths-a…

Η. Παναγιώταρος προς συριζαίους: Εσείς είστε ο ανθελληνικός ετερόκλητος ...

ΠΟΥ ΘΑ ΚΡΥΦΤΕΙΤΕ; - ΤΗΣ ΖΕΡΒΟΥ ΤΡΙΑΔΑΣ



Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, μιμίδιο και κείμενο
Γράφει η Τριάδα Ζερβού
Πως θα κρυφτείτε ανάλγητοι απ'το μέλλον;
Η θρασύτητα,η εμμονή και η θηριωδία,
εις βάρος της πατρίδας μας,γεννά παραφροσύνη!
Στο παρελθόν,τα παραδείγματα αμέτρητα,
κατάρρευσης των δυναστών και κάθε σκευωρίας!
Την βαρβαρότητα ανέκαθεν γκρέμιζε η Ρωμιοσύνη!


Γνώρισμα των αρπακτικών,είναι ο βρυχηθμός τους!!
Μα όσο ισχυρότερο το καθεστώς φαντάζει,
τόσο και βροντερότερο το καταγκρέμισμά του!
Όποιος διδάσκει υποταγή,σκορπίζοντας τον φόβο
και με θεριό ανήμερο πιστεύει ότι μοιάζει,
σκάβει το λάκκο του βαθειά,γι αυτόν και τα όμοιά του..

Είσαστε πλέον μισητοί,πιότερο απ' τους εμπνευστές σας!
Εκείνα τα ψοφοειδή,που πράττουν παραπτώματα!
Η δύναμη,που δια κρωγμών,βγαίνει απ΄τα στόματά σας,
είναι καλύπτρα σκοτεινή,του τρόμου κι οι χορδές σας,
μάταια πασχίζουν!Είσαστε όλοι σας,τρισάθλια εκτρώματα,
η έμπνευση σας φοβική ,υπο πίεση τα κατορθώματά σας..

Κοιμάστε!!Ονειρεύεστε!!Πλάνην οικτράν πλανάσθε!
Η προδοσια σας θα φέρει επανάσταση συντόμως!
Πρόθυμοι και δουλοπρεπείς,ηγέτες του κιλού!
Κι εσείς,υποσημείωση,με σκούρα μαύρα γράμματα,
στην ιστορία θα μείνετε,είναι ο συνήθης νόμος,
που γράφεται από τους λαούς,της φτώχειας,του λιμού..

Τριάδα Ζερβού
 

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2019

ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΥΚΛΟΣ: Η Κοσμογονία του Ησιόδου κατά την «Θεογονία».

ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΥΚΛΟΣ: Η Κοσμογονία του Ησιόδου κατά την «Θεογονία».

Ο Ησίοδος στο ποίημά του Θεογονία μας δίδει μία συστηματική κοσμογονία (στίχοι 116-138).

Ας την παρακολουθήσουμε νεοελληνική της απόδοση και στο πρωτότυπο.

«Αληθινά πρώτα πρώτα έγινε το Χάος, αλλά μετά η πλατύστηθη Γαία, όλων στέρεη βάση πάντα των αθάνατων που έχουν την κεφαλή του χιονοσκέπαστου Ολύµπου και τα οµιχλώδη Τάρταρα στο βάθος της πλατύδροµης γης, κι ο Έρωτας, που είναι ο πιο ωραίος µέσα στους αθάνατους θεούς, ο λυσοµέλης, κι όλων των θεών όλων των ανθρώπων δαµάζει µες στα στήθη τους τη γνώση και τη φρόνιµη βουλή.

Κι απ’ το Χάος ο Έρεβος κι η µαύρη Νύχτα έγιναν· κι απ’ τη Νύχτα ο Αιθέρας κι η Ηµέρα γεννήθηκαν, που τα έκανε αφού συνέλαβε σµίγοντας µε το Έρεβος στην αγάπη.

Μα η Γαία πρώτα γέννησε ίσον µ’ αυτήν τον έναστρο Ουρανό, για να την σκεπάζει γύρω από παντού, να είναι στους Μακάριους Θεούς βάση στέρεα πάντα.

Και γέννησε τα µακριά βουνά, τα όµορφα των θεϊσσών κατοικητήρια, των Νυµφών, που κατοικούν στων βουνών τις κοιλάδες.

Αυτή γέννησε και το άγονο πέλαγος, το όλο κύµα, τον Πόντο, χωρίς ηδονική αγάπη κι έπειτα µε τον Ουρανό κοιµήθηκε και γέννησε τον βαθύδινο Ωκεανό και τον Κοίο και τον Κρείο και τον Υπερίονα και τον Ιαπετό και τη Θεία και τη Ρεία και τη Θέµη και τη Μνηµοσύνη και τη χρυσοσοστέφανη Φοίβη και τη χαριτωµένη Τηθή.

Και µετ’ απ’ αυτούς τελευταίος γεννήθηκε ο στρεψόνοος Κρόνος, ο πιο φοβερός απ’ τους γιούς της και το θαλερό εχθρεύτηκε γονιό του».


«ἤτοι μὲν πρώτιστα Χάος γένετ᾽· αὐτὰρ ἔπειτα
Γαῖ᾽ εὐρύστερνος, πάντων ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ
ἀθανάτων οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου,
Τάρταρά τ᾽ ἠερόεντα μυχῷ χθονὸς εὐρυοδείης,
ἠδ᾽ Ἔρος, ὃς κάλλιστος ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσι,
λυσιμελής, πάντων τε θεῶν πάντων τ᾽ ἀνθρώπων
δάμναται ἐν στήθεσσι νόον καὶ ἐπίφρονα βουλήν.
ἐκ Χάεος δ᾽ Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο·
Νυκτὸς δ᾽ αὖτ᾽ Αἰθήρ τε καὶ Ἡμέρη ἐξεγένοντο,
οὓς τέκε κυσαμένη Ἐρέβει φιλότητι μιγεῖσα.
Γαῖα δέ τοι πρῶτον μὲν ἐγείνατο ἶσον ἑωυτῇ
Οὐρανὸν ἀστερόενθ᾽, ἵνα μιν περὶ πάντα καλύπτοι,
ὄφρ᾽ εἴη μακάρεσσι θεοῖς ἕδος ἀσφαλὲς αἰεί,
γείνατο δ᾽ οὔρεα μακρά, θεᾶν χαρίεντας ἐναύλους
Νυμφέων, αἳ ναίουσιν ἀν᾽ οὔρεα βησσήεντα,
ἠδὲ καὶ ἀτρύγετον πέλαγος τέκεν οἴδματι θυῖον,
Πόντον, ἄτερ φιλότητος ἐφιμέρου· αὐτὰρ ἔπειτα
Οὐρανῷ εὐνηθεῖσα τέκ᾽ Ὠκεανὸν βαθυδίνην
Κοῖόν τε Κρεῖόν θ᾽ Ὑπερίονά τ᾽ Ἰαπετόν τε
Θείαν τε Ῥείαν τε Θέμιν τε Μνημοσύνην τε
Φοίβην τε χρυσοστέφανον Τηθύν τ᾽ ἐρατεινήν.
τοὺς δὲ μέθ᾽ ὁπλότατος γένετο Κρόνος ἀγκυλομήτης,
δεινότατος παίδων, θαλερὸν δ᾽ ἤχθηρε τοκῆα».
(Ησίοδος, στίχοι 116-138).

Όπως βλέπουμε, όλες οι δυνάμεις της Κοσμογονίας ονοματίζονται και προσωποποιούνται, για να μπορέσουν να γίνουν κατανοητές σε όσους θέλουν βέβαια να τις κατανοήσουν.

Στο απόσπασμα που παρέθεσα, δυσκολία δημιουργεί, η λέξη «Χάος», διότι συγχέεται με μεταγενέστερες σημασίες.

Σήμερα παραδείγματος χάριν, λέγοντας «χάος» εννοούμε μία ακαταστασία, μία κατάσταση χαώδη, πράγματα, ιδέες και σκέψεις ατακτοποίητες.
Μερικά τμήματα του σύμπαντος ίσως να λειτουργούσαν σαν μηχανές, αλλά αυτά είναι κλειστά συστήματα και τα κλειστά συστήματα το πολύ – πολύ να αποτελούν ένα μικρό μόνον μέρος του σύμπαντος.

Στην πραγματικότητα τα περισσότερα φαινόμενα αφορούν σε ανοικτά συστήματα, πού ανταλλάσσουν ύλη, ενέργεια και πληροφορίες με το περιβάλλον τους.

Χωρίς αμφιβολία τα βιολογικά και κοινωνικά συστήματα είναι ανοικτά, πράγμα που σημαίνει, ότι η προσπάθεια να τα μελετήσουμε με όρους μηχανιστικούς είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.

Το μεγαλύτερο μέρος της πραγματικότητος δεν έχει τάξη, σταθερότητα και ισορροπία, αλλά κοχλάζει και αναταράζεται από την αταξία, τις αλλαγές και τις διεργασίες.

Όλα τα συστήματα περιέχουν υποσυστήματα, που συνεχώς «κυματίζουν».

Κάποτε εξαιτίας μιας θετικής ανάδρασης, ένας μόνον κυματισμός, ή συνδυασμός κυματισμών αποκτά τόση δύναμη, ώστε συντρίβει την προϋπάρχουσα οργάνωση.

Σε αυτήν την κρίσιμη στιγμή (μοναδική στιγμή ή σημείο διακλαδώσεως, την λένε οι επιστήμονες), είναι από την φύση των πραγμάτων αδύνατον να καθορίσουμε από πριν την κατεύθυνση της αλλαγής, δηλαδή εάν το σύστημα θα αποσυντεθεί φθάνοντας σε κατάσταση «χάους», ή θα μεταπηδήσει σε νέο, διαφοροποιημένο, ανώτερο επίπεδο «τάξεως», ή οργανώσεως, που καλείται «σκεδαστική δομή», διότι σε σύγκριση με την απλούστερη δομή, την οποία αντικαθιστά, χρειάζεται περισσότερη ενέργεια, για να διατηρηθεί.

Με κάποια διεργασία «αυτοοργανώσεως» μπορούν να προέλθουν «αυτομάτως» τάξη και οργάνωση από την αταξία και το χάος.
(Ilya Prigogine-Isabell Stenger, Τάξη μέσα από το Χάος, Ελληνική έκδοση Κέδρος, Αθήναι 1986, σελίδα 24 και εξής).

Θα ήταν ενδιαφέρον να μελετούσαμε τα σχετικά με το θερμικό χάος και με το τυρβώδες χάος.

Εάν είναι εύκολο να βρείτε βιβλία, όπως: των C. Nicolis and I. Prigogine, Self-Organization in Nonequilibrium Systems, ed. John Wiley and Sons, New York. 1977 , ή του Μ. Kac. Probability and Related Topics in Physical Sciences, ed. Interscience Publications, London, 1959,

τότε ας αρκεστείτε να απευθυνθείτε σε κάποιον μορφωμένο απόφοιτο θετικών.

Είναι βέβαιο ότι θα σας βοηθήσει να διαβείτε αυτό το δύσβατο μονοπάτι της σύγχρονης επιστήμης.

Η ετυμολογία της λέξης «Χάος» ανάγεται στην ρίζα «Χα», που σημαίνει «χάσμα», «οπή», «άνοιγμα».

Η ρίζα αυτή δίνει και τα ρήματα «χάσκω» και «χαίνω».

Η λέξη «Χάος» δεν έχει καμία ετυμολογική συγγένεια με το ρήμα «χέω», που σημαίνει «χύνω».

Επομένως είναι λάθος να θεωρούμε ότι η αρχική κατάσταση, δηλαδή το «Χάος», ήταν μία υγρή κατάσταση, όπως λέει ο Ζήνων Μνασέου Κιτιεύς, ο ιδρυτής της Στωικής φιλοσοφίας σε ένα διασωθέν απόσπασμά του:

«Ο Ζήνων ισχυρίζεται ότι το «Χάος» στον Ησίοδο είναι ύδωρ (νερό), το οποίο, όταν καθιζάνει, γίνεται λάσπη, η οποία πήζει και έτσι στερεοποιείται η γη».
(Ζήνων, Απόσπασμα 104).

«Καί Ζήνων δέ τό πάρ’ Ἡσιόδῳ χάος ὕδωρ εἶναι φησὶν, συνιζάνοντος ἰλύν γίνεσθαι, ἧς πηγνυμένης ἡ γῆ στερεμνιοῦται». ( Ζήνων, Απόσπασμα 104).
Ακόμη και τον 2ο αιώνα μ.Χ. ο σοφιστής Λουκιανός ο Σαμοσατεύς, επηρεασμένος από σχετικές Στωικές αντιλήψεις γράφει:

«Εγώ λοιπόν βεβαίως στην αρχή του λόγου μου, επικαλούμαι ως μάρτυρα για εκείνα τα θέματα, πού αξίζω, την προμήτορα και πρώτη ρίζα της κάθε γενέσεως, εννοώ την ιερή φύση των όλων, η οποία αφού έπηξε τα πρώτα στοιχεία του κόσμου, δηλαδή την γην, τον αέρα, το πυρ και το ύδωρ, με την ανάμειξή τους ζωογόνησε κάθε έμψυχο όν». (Λουκιανού, Έρωτες, 19, 9-14).

«ἔγωγ' οὖν εὐθὺς ἐν ἀρχῇ τοῦ λόγου τὴν προμήτορα καὶ πάσης γενέσεως πρωτόρριζον ὧν ἀξιῶ μάρτυρα ἐπικαλοῦμαι, λέγω δὲ τὴν ἱερὰν τῶν ὅλων φύσιν, ἣ τὰ πρῶτα πηξαμένη στοιχεῖα τοῦ κόσμου γῆν ἀέρα πῦρ ὕδωρ τῇ πρὸς ἄλληλα τούτων ἐπικράσει πᾶν ἐζῳογόνησεν ἔμψυχον». (Λουκιανού, Έρωτες, 19, 9-14).

Όπως βλέπουμε, μπορεί να μη ομιλεί κυριολεκτικά ο Λουκιανός για Χάος, αλλά η «προμήτορα καὶ πάσης γενέσεως πρωτόρριζον» είναι ακριβώς η περιγραφή του Χάους στην βασική του ιδιότητα, κατά τον Ησίοδο.

Ο Ρωμαίος ποιητής Οβίδιος θεωρώντας ότι το Χάος είναι αταξία γράφει στις «Μεταμορφώσεις» του:

«Πριν από την θάλασσα και την στεριά και τον ουρανό, πού τα καλύπτει όλα, υπήρχε μία κατάσταση σε όλο το Σύμπαν, πού την ονόμασαν Χάος: μία ογκώδης μάζα ακατέργαστη και άτακτη πού δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μόνον ένα αδρανές βάρος και συσσωρευμένα όχι καλώς λόγω της δυσαρμονίας σπέρματα όλων ανεξαιρέτως των πραγμάτων». (Οβίδιος, Μεταμορφώσεις, 1, 5-9)

«Ante mare et terras et quod tegit omnia caelum unus erat toto naturae vultus in orbe, quem dixere Chaos: rudis indigestaque moles nec quicquam nisi pondus iners congestaque eodem non bene iunctarum discordia semina rerum». ( Οβίδιος, Metamorphoses, 1, 5-9)

Αλλά και ο Έλληνας αστρονόμος Αχιλλεύς Τάτιος (2ος αιώνας μ.Χ.) γράφει για το Χάος:

«Ο Θαλής ο Μιλήσιος και ο Φερεκύδης ο Σύριος θεωρούν το ύδωρ ως αρχή των πάντων.

Το ύδωρ ο Φερεκύδης το ονομάζει χάος, όπως είναι εύλογο, διότι την ιδέα την έλαβε από τον Ησίοδο, πού λέει «στα αλήθεια, πρώτα-πρώτα έγινε το χάος».

Διότι από το ρήμα «χέομαι» (χύνομαι) έχει ονομαστεί το ύδωρ «χάος» ».
(Αχιλλεύς Τάτιος, Προς εισαγωγήν περί του παντός, 3, 27-32).

«Θαλῆς δὲ ὁ Μιλήσιος καὶ Φερεκύδης ὁ Σύριος (p. 39 Sturz) ἀρχὴν τῶν ὅλων τὸ ὕδωρ ὑφίστανται, ὃ δὴ καὶ χάος καλεῖ ὁ Φερεκύδης, ὡς εἰκός, τοῦτο ἐκλεξάμενος
παρὰ τοῦ ῾Ησιόδου οὕτω λέγοντος (Theog. 116) „ἤτοι μὲν πρώτιστα χάος γένετο“· παρὰ γὰρ τὸ χεῖσθαι (ὑπολαμβάνει) τὸ ὕδωρ χάος ὠνόμασται».
(Αχιλλεύς Τάτιος, Προς εισαγωγήν περί του παντός, 3, 27-32).

Αρκετά όμως είπαμε για το τι δεν είναι το Χάος του Ησιόδου.

Ας εξετάσουμε λοιπόν, τι είναι αυτό το Χάος.

Ασφαλώς είναι ένα χάσμα, ένα άνοιγμα.

Όχι όμως με την συνήθη έννοια του χάσματος, ή του ανοίγματος, ή της οπής, ή της ρωγμής σε κάποιο υλικό.

Διότι και αυτό θα μπορούσε να υποστηριχθεί.

Εάν το υλικό αυτό ήταν το Ωόν που εξερράγη (Κοσμικό αυγό), ίσως το «χάος» (χάσμα) θα συγκεκριμενοποιούνταν.

Αλλά αυτό δεν είναι λογικό.

Διότι ο Ησίοδος πουθενά στην Θεογονία του δεν μίλησε για Ωόν (Κοσμικό αυγό), για το οποίο ασφαλώς θα σας μιλήσω στις Ορφικές κοσμογονίες.

Αλλά εάν υποθέσουμε, ότι ο Ησίοδος χωρίς να το γράφει, υπονοεί την ύπαρξη του Ωού (Κοσμικού αυγού), τότε πώς δικαιολογείται το χρονικό επίρρημα «πρώτιστα», πού είναι υπερθετικού βαθμού, στον στίχο 116 της Θεογονίας ;

Δεν θα ήταν λογικότερο να έλεγε ο Ησίοδος, εάν θεωρούσε ότι προηγήθηκε το Ωόν (Κοσμικό αυγό), «Ήτοι πρώτιστα Ωόν γένετο» ;

Δεν είπε όμως τίποτε τέτοιο.

Άρα αγνοούσε την ύπαρξη του Ωού (Κοσμικού αυγού), και άρα το Χάος δεν είναι ένα είδος ρωγμής στο κέλυφος του κοσμικού Ωού.

Μήπως όμως είναι το Χάος του Ησιόδου κάποιο σύνηθες βάραθρο, κάποιο χάσμα κρημνώδες ;

Αλλά τότε θα ήταν χάσμα κάποιου υλικού, που λογικά θα έπρεπε να προηγείται του χάσματος.

Ή μήπως το «Χάος» ήταν το χάσμα, ένα είδος αβύσσου, μεταξύ του Ουρανού και της Γης, όπως νόμισαν μερικοί ;

Αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί λογικό, εάν ανταποκρινόταν στην σκέψη του Ησιόδου.

Ο Ησίοδος όμως γράφει ότι το Χάος προηγήθηκε και της Γης και του Ουρανού.

Καταλήγουμε λοιπόν σε αδιέξοδο ;

Το «Χάος» του Ησιόδου είναι ένα νοητό άνοιγμα στο «άρρητον», για να αποκαλυφθούν οι κοσμογονικές δυνάμεις μέσω αυτού, σε όποιους μπορούν να τις αντιληφθούν.

Πριν από αυτό το νοητό χάσμα, την νοητή ρωγμή του «αρρήτου», (δηλαδή αυτού πού δεν μπορεί να διατυπωθεί με λόγια), δεν υπήρχε τίποτε το οποίο θα μπορούσε να γίνει αντικείμενο περιγραφής.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο πρόβλημα στον στίχο 116 της Θεογονίας.

Το ρήμα «Γένετο», πού αναφέρεται στο Χάος, είναι αόριστος ποιού ρήματος ;

Υπάρχουν δύο ρήματα, πού έχουν κοινό αόριστο «ἐγενόμην, ἐγένου, ἐγένετο, ἐγενόμεθα, ἐγένεσθε, ἐγένοντο»: το ένα είναι το «εμί» και το άλλο είναι το «γίγνομαι».

Εάν λοιπόν το «γένετο» (γένετο) ανήκει στο «εμί», τότε ο Ησίοδος εννοεί «πρώτα - πρώτα υπήρξε το Χάος».

Εάν όμως ο ίδιος τύπος ανήκει στο «γίγνομαι», τότε ο Ησίοδος εννοεί «πρώτα - πρώτα έγινε το Χάος».

Η πρώτη περίπτωση έχει αυτοτέλεια νοήματος.

Η δεύτερη όμως προκαλεί την απορία, από ποιόν «έγινε».

Έγινε από μόνο του, ή από κάποιον άλλον ;

Με το λογικό, με τον «λόγο», δεν μπορούμε να πλησιάσουμε περισσότερο, διότι ο λόγος ερευνά κάτι, που έχει αρχή, μέση και τέλος.

Το «Χάος» όμως του Ησιόδου είναι απλώς μία μυθική αρχή και έτσι ο «λόγος» στέκεται σιωπηλός πριν αυτής.

Ας συνεχίσουμε όμως την προσέγγισή μας στους υπολοίπους στίχους της Θεογονίας του Ησιόδου, που έχω ήδη παραθέσει.

Η Γαία έγινε ύστερα. Έγινε από μόνη της ;

Έγινε από κάποιον ;

Πάντως δεν έγινε από το Χάος, κατά τον Ησίοδο.

Η Γαία είναι η ασφαλής έδρα των πάντων.

Οι στίχοι 118 και 119, που ακολουθούν θεωρούνται από πολλούς μελετητές ως εμβόλιμοι.

Εξειδικεύουν την λέξη «πάντες» μόνον στους «αθανάτους» Θεούς, πού κατοικούν στις χιονισμένες κορυφές του Ολύμπου και στα σκοτεινά Τάρταρα, που βρίσκονται στον μυχό της γης.

Μάλιστα υπάρχουν μελετητές, όπως οι G. S. Kirk και J. E. Raven (The Presocratic Philosophers, Cambridge University Press, 1957, σελίδα 24 και εξής), οι οποίοι συγκαταλέγουν τα «Τάρταρα» στις αρχικές κοσμογονικές δυνάμεις, μεταξύ Γαίας και Έρωτος.

Αυτό όμως είναι λανθασμένο συμπέρασμα, έστω και εάν οι στίχοι 118 και 119 γράφτηκαν από τον ίδιο τον Ησίοδο.

Η αίσθηση του Ελληνικού λόγου, που έχουμε εμείς οι Έλληνες, είναι μία δυνατότητα, που μας δίνει το προβάδισμα σε αυτόν τον τομέα.

Σύμφωνα λοιπόν με τα συμφραζόμενα, τα «Τάρταρα» δεν αποτελούν αρχική κοσμογονική δύναμη, διότι τότε θα έπρεπε να αποτελούν κοσμογονική δύναμη αρχική και οι κορυφές του Ολύμπου, που αναφέρει ο Ησίοδος.

Και μένουμε κατά σειρά στις τρείς πρώτες κατά σειρά κοσμογονικές δυνάμεις: το Χάος, την Γαία και τον Έρωτα (Εννοείται τον Κοσμικό και όχι τον γήινο).

Συνεχίζοντας ο Ησίοδος λέει ότι από το Χάος έγινε το Έρεβος και η Νύκτα.

Και από την Νύκτα έγινε ο Αιθήρ και η Ημέρα, ύστερα από ερωτική σχέση της με το Έρεβος.

Παρατηρούμε δηλαδή ότι το Χάος δεν σμίγει ερωτικά με κανένα άλλο στοιχείο.

Παραμένει μονήρες και από αυτό γίνονται το Έρεβος και η Νύκτα.

Τα δύο τελευταία στοιχεία σμίγουν ερωτικά και γεννούν τον Αιθέρα και την Ημέρα.

Πιστεύω ότι τόσο το Έρεβος, όσο και ο Αιθήρ αναφέρονται στο Σύμπαν, ενώ η Νύκτα και η Ημέρα αναφέρονται στην γη.

Ίσως το Έρεβος να κυριολεκτείται στα διαγαλαξιακά και διαστρικά σκοτάδια, ενώ ο Αιθήρ ίσως στα Γαλαξιακά, ή αστρικά φώτα.

Εάν μάλιστα υπάρχουν πολλά σύμπαντα, τότε τα διασυμπαντικά σκοτάδια θα μπορούσαν να αποκληθούν «Ζόφος», ή «Γνόφος».

Δεν είναι βέβαιο, πώς θα μπορούσε να αποκληθεί το φως εκάστου σύμπαντος.

Ίσως δεν θα έσφαλλα, εάν το ονόμαζα «αρχέγονο φως».

Κατόπιν ο Ησίοδος, αφού ολοκλήρωσε τα του Χάους, επανέρχεται στην Γαία, η οποία αρχικά γέννησε μόνη της, χωρίς επαφή, τον Ουρανό τον γεμάτο αστέρια, ίσο με αυτήν (σε μέγεθος, ή σε δύναμη ;)
Ύστερα η Γαία γέννησε, και πάλι χωρίς καμία ερωτική επαφή με κανέναν και με τίποτε, τα Όρη.

Στην επόμενη φάση η Γαία έσμιξε με τον Ουρανό (που ήταν και γιός της), και γέννησε Ωκεανό, τον Κοίο, τον Κρείο, τον Υπερίωνα, τον Ιαπετό, την Θεία, την Ρέα, την Θέμη, την Μνημοσύνη, την Φοίβη, την Τηθύ και τον Κρόνο, δηλαδή με άλλα λόγια γέννησε τους Τιτάνες και τις Τιτανίδες.

Και ακολουθεί η γνωστή Θεογονία (βλέπε Ησιόδου Θεογονία στίχοι 139-1022), καθώς και την εκπληκτική ταξινόμηση των διαφόρων Θεϊκών και ηρωικών γενεών της Ησιόδειας αυτής Θεογονίας:

Αναρτήθηκε: Γεώργιος Γρηγορομιχελάκης : Συγγραφέας, Ιστορικός Ερευνητής.