Μετά τις 21 Δεκεμβρίου ο Ήλιος αρχίζει και πάλι να ανεβαίνει όλο και πιο ψηλά και η ημέρα να μεγαλώνει. Σταματάει τη κίνηση του προς το νότο και στρέφεται προς βορρά. Οι άνθρωποι σε διάφορα σημεία του πλανήτη πανηγύριζαν που ο ήλιος για μια ακόμα φορά πέρασε από το Χειμερινό Ηλιοστάσιο και ξαναγεννήθηκε.
Ο ‘Ήλιος λατρεύτηκε από του αρχαίους λαούς σαν Θεός, γι αυτό πολλές θρησκείες είχαν τοποθετήσει σε αυτή την περίοδο πολύ πριν από την έλευση του Χριστιανισμού, τη γέννηση των Θεών τους.(Σχετικό θέμα εδώ)
Στην αρχαία Ελλάδα στο Χειμερινό Ηλιοστάσιο γιόρταζαν τη γέννηση του Διονύσου, γιου του Δία και της παρθένου Σεμέλης. Τον αποκαλούσαν «σωτήρα» και «θείο βρέφος». Ήταν ο «καλός ποιμένας», οι ιερείς του οποίου κρατούσαν την ποιμενική ράβδο, όπως συνέβαινε και με τον Όσιρη. Τον χειμώνα θρηνούσαν το σκοτωμό του από τους Τιτάνες, αλλά στις 30 Δεκεμβρίου γιόρταζαν την αναγέννηση του.
Οι ιέρειες τότε ανέβαιναν στην κορυφή του ιερού βουνού και κρατώντας ένα βρέφος φώναζαν «ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε».
Ο Ήλιος λατρεύτηκε από τους αρχαίους Έλληνες σαν θεός, μιας που γι αυτούς
ο Ήλιος, ήταν ο δημιουργός των εποχών του έτους, και του κύκλου των φαινομένων και των εναλλαγών που σχετίζονται με αυτές , από τη σπορά έως τη βλάστηση και από την ανθοφορία έως τη συγκομιδή.
Τον απεικόνιζαν πάνω σε ένα πύρινο άρμα να ξεκινά κάθε πρωί, να διατρέχει τον ουρανό και να σκορπίζει το φως στη Γη. Τον ταύτιζαν επίσης με το Φοίβο Απόλλωνα, το θεό του Φωτός.
Αναπαριστούσαν την κίνηση του ηλίου με τη ζωή ενός ανθρώπου που γεννιόταν κατά το Χειμερινό Ηλιοστάσιο, και μεγάλωνε βαθμιαία όπως αυξανόταν το φως του ηλίου μέχρι την Εαρινή Ισημερία όπου ή ημέρα εξισώνεται με τη νύχτα. Τότε η Ήλιος νικά το σκοτάδι, συμβολίζοντας με αυτό τον τρόπο την αναγέννηση της φύσης μέσα από τη μήτρα της Γης.
Η γιορτή αυτή πέρασε και στην αρχαία Ρώμη όπου γιόρταζαν τα Σατουρνάλια, προς τιμή του θεού Κρόνου, αλλά και της θεάς Δήμητρας, όπου θυσίαζαν χοίρους για την ευφορία της Γης. Ήταν μια από τις σημαντικότερες γιορτές και ονομαζόταν
«η ημέρα του αήττητου ήλιου».